Η πανδημία προκάλεσε μια εντυπωσιακή πύκνωση του ιστορικού χρόνου. Μας έδειξε ότι είμαστε πολύ κοντά στο παρελθόν, ενώ ενέτεινε τις ανησυχίες μας για το μέλλον. Ο δε εγκλεισμός διαμόρφωσε τις συνθήκες ενός σχεδόν αναγκαστικού αναστοχασμού. Ο παγκόσμιος χάρτης σχεδιάστηκε ξανά με κριτήριο τον τρόπο διαχείρισης και τις επιπτώσεις του κορωνοϊού. Η διεθνής πρόσληψη της χώρας μας βελτιώθηκε σημαντικά. Αυτή η εμπειρία που θα βρίσκεται πολύ καιρό υπό εξέλιξη είναι εκ των πραγμάτων το προοίμιο του εορτασμού των διακοσίων ετών από την Παλιγγενεσία. Τα συμφραζόμενα του εορτασμού, εγχώρια και διεθνή, άλλαξαν ριζικά. Το επετειακό 2021 έχει ήδη αναγορευθεί έτος της μεγάλης προσδοκίας να τεθεί υπό επιστημονικό έλεγχο η υγειονομική απειλή και να καλυφθεί ένα μεγάλο μέρος της ύφεσης και γενικότερα των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης που συνοδεύει την υγειονομική.

Είναι συνεπώς αναγκαίο να επαναδιατυπωθεί η ίδια η φιλοσοφία του εορτασμού της επετείου της Επανάστασης της Ανεξαρτησίας που διεξάγεται υπό συνθήκες «επαναστατικές». Χρησιμοποιώ τα εισαγωγικά για λόγους αναλυτικής αυτοπροστασίας. Οι συνθήκες είναι επαναστατικές, με την έννοια ότι τίποτα δεν είναι αυτονόητο, βέβαιο και κανονικό με βάση τα προ πανδημίας κριτήρια, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Δοκιμάζονται σκληρά όλα: Οι αντοχές και η συνοχή της κοινωνίας, η αποτελεσματικότητα και ο ψηφιακός και θεσμικός μετασχηματισμός του κράτους, η ικανότητα ανταπόκρισης της φιλελεύθερης δημοκρατίας στις απαιτήσεις μιας νέας σχέσης ασφάλειας και ελευθερίας και μιας νέας σχέσης πολιτικής νομιμοποίησης και τεχνοκρατικής εγκυρότητας, η δυνατότητα προσαρμογής της οικονομίας σε νέα παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, οι εργασιακές σχέσεις και οι  βασικοί θεσμοί του κοινωνικού κράτους, οι προοπτικές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και οι εσωτερικές ανισότητες της ΕΕ, οι διεθνοπολιτικοί και στρατιωτικοί συσχετισμοί σε όλα τα πεδία κ.ο.κ.

Μέσα λοιπόν σε αυτές τις συνθήκες ο εορτασμός, αφενός μεν των διακοσίων ετών από το καταστατικό γεγονός της Επανάστασης του 1821, αφετέρου δε όλης της περιόδου 1821 – 2021, δηλαδή των διακοσίων αυτών ετών που συγκροτούν το σώμα της εθνικής Ιστορίας υπό το σχήμα του ελληνικού κράτους, είναι μια δυσβάστακτη και δύσχρηστη πρόκληση. Αλλά και μια μοναδική ευκαιρία, μια σύμπτωση που πρέπει να μετατραπεί σε οιωνό καθώς το επετειακό έτος έχει καταστεί το ίδιο ιστορικά κρίσιμο. Οφείλει δηλαδή να καταγραφεί όχι κυρίως ως έτος εορτασμού της επετείου αλλά ως έτος-τομή για την εθνική ανασυγκρότηση, δηλαδή για την υπέρβαση της παρούσας, εξελισσόμενης και πολυεπίπεδης κρίσης.

Μια τέτοια σύμπτωση προκλήσεων δεν αντιμετωπίζεται με ιστοριογραφικούς ή ιδεολογικούς όρους. Το ζήτημα δεν είναι πλέον η ανασύνθεση του εθνικού αφηγήματος, η επιστημονική αναψηλάφηση πτυχών της Παλιγγενεσίας και ευρύτερα της ιστορικής διαδρομής του έθνους τα διακόσια αυτά χρόνια. Ούτε απλώς η υπέρβαση στερεοτύπων που μας καθηλώνουν ή η εκλογίκευση της σχέσης μας με την Ιστορία ή η απεξάρτησή μας από ακραίες εκδοχές της ιδεολογικής χρήσης της Ιστορίας ή από απλοϊκά σχήματα που επικρατούν στη δημόσια ή τη σχολική Ιστορία και μας οδηγούν σε παρεξηγήσεις επικίνδυνες για την ίδια την εθνική μας πολιτική.

Το ζήτημα είναι πλέον η εθνική στρατηγική αυτοσυνειδησία και η κινητοποίηση των δημιουργικών δυνάμεων του Εθνους υπό συνθήκες κρίσης και επείγοντος με αφετηρία τη θεμελιώδη παραδοχή ότι εθνικό είναι το αληθές, όπως φέρεται να έχει πει και σίγουρα έχει εννοήσει ο Διονύσιος Σολωμός. Δεν υπάρχει τίποτα το ρητορικό και το εύκολο σε αυτό. Πρόκειται για το απολύτως αντίθετο σε κάθε εκδοχή λαϊκισμού. Ακόμη και την πιο ελαφρά, αυτή του εξωραϊσμού των καταστάσεων και της βιασύνης να κηρυχθεί η επιστροφή σε μια «κανονικότητα» που δυστυχώς δεν υπάρχει πια. Η Ελλάδα λειτούργησε τα διακόσια αυτά χρόνια ως εργαστήριο ελέγχου της αντοχής διαφόρων ιστορικών υλικών. Νομίσαμε ότι αυτό τελείωσε με την οικονομική κρίση και την κοινωνική και πολιτική παλινδρόμηση της περιόδου 2009-2019. Δυστυχώς η πανδημία με τα πολλά παρεπόμενά της μας θύμισε ότι δεν υπάρχει εφησυχασμός στην Ιστορία. Ούτε το πολύτιμο κεκτημένο της συμμετοχής μας στην ΕΕ και την ευρωζώνη μαζί με την προσδοκία μιας πιο δυναμικής και γενναιόδωρης αλληλεγγύης αρκεί. Οι ενδοευρωπαϊκές ανισότητες θα αυξηθούν λόγω της πανδημίας και των οικονομικών της επιπτώσεων. Το Εθνος θα εορτάσει επαξίως τα διακόσια χρόνια της «πολιτικής αυτού υπάρξεως και ανεξαρτησίας», αν αντιμετωπίσει με ενότητα, με προσήλωση στην αλήθεια, με μεγάλες και γενναίες υπερβάσεις, με γρήγορες πρακτικές κινήσεις, με έμπνευση, διορατικότητα και ευρηματικότητα τις πολλές και βαθιές πρόκλησης της φάσης αυτής.

Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος είναι πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρώην υπουργός Οικονομικών, Εξωτερικών και Εθνικής Αμυνας.