Zero hour contract. Σύμβαση μηδενικού ωραρίου. Ενα σκληρό εργασιακό καθεστώς που τα τελευταία χρόνια έχει φέρει τα πάνω κάτω στη ζωή των χαμηλών κοινωνικών τάξεων. Για τον εργαζόμενο, μερική απασχόληση σημαίνει περισσότερη εργασία με λιγότερο κέρδος και περισσότερες προσωπικές θυσίες, μια κατάσταση που έχει φέρει στα όριά τους τον Ρίκι (Κρις Χίτσεν) και την Αμπι (Ντέμπι Χόνεϊγουντ), τα κεντρικά πρόσωπα της τελευταίας ταινίας του Κεν Λόουτς «Δυστυχώς απουσιάζατε». Τριανταπεντάρηδες με δύο παιδιά, ο Ρίκι και η Αμπι έχουν πια γονατίσει και με τα χίλια ζόρια τα φέρνουν πια βόλτα στο Νιούκαστλ.
Το μόνο ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι για πόσο ακόμα οι άνθρωποι αυτοί μπορούν να αντέξουν. «Κάποτε ξέραμε ότι αν είχες μια δουλειά ή αν ήξερες μια τέχνη, αυτό θα μπορούσε να διαρκέσει για πάντα» είπε στο «Βήμα» ο Κεν Λόουτς στις Κάννες, όπου το «Δυστυχώς απουσιάζατε» συμμετείχε εντός διαγωνισμού (προβάλλεται από την περασμένη Πέμπτη στις αίθουσες). «Σήμερα κάτι τέτοιο, φυσικά, δεν ισχύει. Δεν υπάρχει ασφάλεια στην εργασία. Υπάρχει ανασφάλεια. Και ο μισθός που κάποτε μπορούσε να θρέψει μια οικογένεια, έχει δώσει τη θέση του σε μισθούς πείνας στους οποίους κανείς δεν μπορεί να βασιστεί διότι και αυτοί από εβδομάδα σε εβδομάδα μπορούν να αλλάξουν».

Καθισμένος δίπλα του, ο σεναριογράφος της ταινίας Πολ Λάβερτι συμπληρώνει: «Μιλάμε πλέον για μια καινούργια «εργασιακή γλώσσα», η οποία δεν έχει καμία σχέση με αυτήν που μέχρι πριν από μερικά χρόνια γνωρίζαμε».

Ο Λόουτς και ο Λάβερτι, η μόνιμη εδώ και παραπάνω από 20 χρόνια «πένα» των ταινιών του, γνώρισαν από κοντά ανθρώπους σαν τον Ρίκι και την Αμπι ενώ γύριζαν την προτελευταία ταινία τους, «Εγώ, ο Ντάνιελ Μπλέικ» (όπου ένας άλλος ταλαιπωρημένος εργαζόμενος βρισκόταν στο επίκεντρο, αν και εκεί το πλαίσιο ήταν διαφορετικό διότι αφορούσε κυρίως την παράνοια της βρετανικής γραφειοκρατίας). Δεν χρειάστηκε να το ξανασκεφτούv. Είχαν ήδη βρει το θέμα της επόμενης ταινίας τους.

Στην περίπτωση της ιστορίας τού «Δυστυχώς απουσιάζατε», ο Ρίκι, αυτοαπασχολούμενος μεταφορέας, με το δικό του mini van, υποτίθεται ότι είναι υπάλληλος του εαυτού του. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, είναι κι αυτός «δεμένος» με έναν εργοδότη: το πρακτορείο που κλείνει τις δουλειές. Δεν έχει επίδομα ασθενείας, ούτε αδείας, δεν μπορεί να λείψει ποτέ από τον δρόμο άπαξ και κάνει παραδόσεις. «Βρίσκεται με το δάχτυλο στην πρίζα κάθε μέρα για όλη την μέρα» είπε ο Λόουτς, «και αυτή η κατάσταση έχει οδηγήσει στην απόγνωση πάρα πολύ κόσμο που μοιάζει να αναρωτιέται «ποιο  είναι το νόημα στο να εργάζεσαι  όταν δεν μπορείς να απολαύσεις έστω λίγη ώρα με την οικογένεια σου; Κανείς δεν είναι αφεντικό του εαυτού του»».

Oικολογική προσέγγιση

Οι δημιουργοί του «Δυστυχώς απουσιάζατε» δεν επέλεξαν τυχαία το επάγγελμα του οδηγού-μεταφορέα. «Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου, πάντως στην Αγγλία οι νέες τεχνολογίες έχουν φέρει τροποποιήσεις ακόμα και στον τρόπο κατανάλωσης» είπε ο Π. Λάβερτι. «Ο περισσότερος κόσμος αγοράζει από το σπίτι του και όλα γίνονται προγραμματισμένα, γιατί όλα παρακολουθούνται. Ο πελάτης που αγοράζει έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει επακριβώς την ώρα που ο οδηγός οφείλει να κτυπήσει την πόρτα του για να του παραδώσει το εμπόρευμα. Αν ο τελευταίος αργήσει, αμέσως διαμαρτύρεται στην εταιρεία του». Κουνώντας καταφατικά το κεφάλι του ο Λόουτς συμπλήρωσε: «Ζούμε σε μια κοινωνία τόσο προγραμματισμένη που νιώθεις ότι το ανθρώπινο λάθος δεν επιτρέπεται».

Ο σκηνοθέτης έκανε αναφορά ακόμα και στο ζήτημα μόλυνσης του περιβάλλοντος. «Ξαφνικά όλοι μιλούν για την κλιματική αλλαγή και ακούμε ότι έχουμε μπροστά μας 10 χρόνια για να σώσουμε τον πλανήτη. Και όμως, αυτό το μοντέλο πώλησης σημαίνει ότι κάθε πακέτο έρχεται στην πόρτα του σπιτιού σου με τη χρήση περισσότερης βενζίνης. Περισσότερη χρήση βενζίνης σημαίνει περισσότερη μόλυνση στο περιβάλλον. Για μένα, το ερώτημα τελικά είναι υπαρξιακό. Πώς είναι δυνατόν να διατηρείς ένα οικονομικό μοντέλο ανταγωνισμού πολυεθνικών εταιρειών το οποίο την ίδια ώρα όχι μόνο καταστρέφει οικογένειες αλλά τελικά και τον ίδιο τον πλανήτη στον οποίο ζούμε;  Η κατάρρευση του οδηγού, με έναν τρόπο είναι μια αντανάκλαση της κατάρρευσης της κοινωνίας, του κόσμου όλου».

«Ολοι γνωρίζουμε ότι ο κίνδυνος βρίσκεται στην Ακροδεξιά» συνέχισε ο σκηνοθέτης, «όμως χωρίς ισχυρή πολιτική εξουσία έτοιμη να πάρει το πολιτικό κόστος και να πει ότι το οικονομικό μοντέλο στο οποίο ζούμε έχει σπάσει και ότι η λογική του ελεύθερου εμπορίου δεν μπορεί να λειτουργήσει, τότε λύση δεν θα υπάρξει. Και αν επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, τότε επιτρέπουμε στην Ακροδεξιά να επικαλεστεί το επιχείρημα ότι αυτός που φταίει είναι ο διπλανός σου. Αυτός με το διαφορετικό χρώμα, αυτός του οποίου το φαγητό στη κουζίνα του μυρίζει διαφορετικά. Αυτός είναι που παίρνει τη δουλειά σου. Οι ανησυχίες μου βρίσκονται στην ταυτότητα των ηγετών, στη γλώσσα που χρησιμοποιούν».

«Είναι μόνον σινεμά»

Σε όλη του τη ζωή ο Κεν Λόουτς έχει δώσει και εξακολουθεί να δίνει τις δικές του καλλιτεχνικές μάχες προσφέροντας συγκλονιστικές εικόνες που αποτυπώνουν τον δραματικό αγώνα που κάποιοι άνθρωποι – οι περισσότεροι – δίνουν καθημερινώς για να σταθούν όρθιοι. Λίγους τίτλους ταινιών του να θυμηθεί κανείς αρκεί: «Βροχή από πέτρες», «Ladybird, ladybird», «Ψωμί και τριαντάφυλλα», «Το όνομά μου είναι Τζο». Κλείνοντας τον ρώτησα αν υπάρχουν στιγμές προσωπικής του απογοήτευσης, όταν βλέπει ότι παρά τις προσπάθειές του, τις καλλιτεχνικές έστω, τίποτε δεν φαίνεται τελικά να αλλάζει ριζικά και τα προβλήματα του κοσμάκη διαρκώς αυξάνονται. «Θα απογοητευόμουν μόνον αν αντιμετώπιζα υπερβολικά τη σημασία του κινηματογράφου» απάντησε χαμογελώντας ο σοφός αυτός καλλιτέχνης. «Στην τελική, δεν μιλάμε παρά για μια ταινία και αν δει κανείς τι συμβαίνει παγκοσμίως θα δει ότι στον κόσμο των ταινιών κυριαρχεί το Χόλιγουντ. Οφείλεις να είσαι ρεαλιστής. Με μια μικρή ταινία σαν τη δική μας μπορούμε να δείξουμε το ενδιαφέρον μας σε όσους το χρειάζονται. Ομως μια ταινία δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από αυτό».