Σύμφωνα με τους ειδικούς, ο «μέσος χρήστης» του WhatsApp «δεν έχει ιδιαίτερους λόγους να ανησυχεί». Ο «μέσος χρήστης» δεν είναι ακτιβιστής υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δημοσιογράφος ή δικηγόρος ασχολούμενος με τον ίδιο τομέα ή διαφωνών σε κάποια όχι και ιδιαίτερα δημοκρατική χώρα: όλοι αυτοί έχουν κάθε λόγο να ανησυχούν για την κυβερνοεπίθεση της οποίας έπεσε στόχος το WhatsApp, μία από τις δημοφιλέστερες εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων με 1,5 δισ. χρήστες μηνιαίως.

Σύμφωνα με το WhatsApp, το οποίο εξαγοράστηκε το 2014 από το Facebook έναντι 19 δισ. δολαρίων και υπερηφανεύεται για το υψηλό επίπεδο ιδιωτικότητας που προσφέρει χάρη στην κρυπτογράφηση των μηνυμάτων του, η επίθεση ήταν «εξεζητημένη» και έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας «ιδιωτικής εταιρείας που συνεργάζεται με κυβερνήσεις στον τομέα της παρακολούθησης». Εκμεταλλευόμενοι ένα κενό ασφαλείας στη λειτουργία φωνητικής κλήσης της εφαρμογής, οι χάκερ εγκαθιστούσαν, εν αγνοία του χρήση, ένα λογισμικό κατασκοπείας στο κινητό του τηλέφωνο, ανεξάρτητα από το αν ήταν iPhone ή Android, ανεξάρτητα από το αν απαντούσε ή όχι στην κλήση τους. Συχνά μάλιστα, επισήμαναν οι Financial Times, η κλήση εξαφανιζόταν από το μητρώο κλήσεων της συσκευής.

Ποιοι θεωρούνται ως δράστες αυτής της επίθεσης;

Πότε έγινε η κυβερνοεπίθεση;

Πώς μπήκε στο στόχαστρο των χάκερ ένας βρετανός δικηγόρος ειδικευόμενος στα ανθρώπινα δικαιώματα;

Διαβάστε περισσότερα στο ρεπορτάζ της Κίττυς Ξενάκη στα ΝΕΑ της Τετάρτης