Ενα επενδυτικό «μπαμ» τροφοδοτούμενο από εγχώρια ιδιωτικά κεφάλαια μπορεί να στηρίξει το μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης που έχει ανάγκη η Ελλάδα. Και αυτό καθώς διαχρονικά έχει αποδειχθεί στην πράξη ότι οι ξένες άμεσες αλλά και οι δημόσιες επενδύσεις δεν αρκούν για να δώσουν ώθηση στην οικονομία.
Τις θέσεις αυτές διατυπώνει ο κ. Στυλιανός Πέτσας, σύμβουλος του προέδρου της Νέας Δημοκρατίας για θέματα δημοσιονομικής πολιτικής
Οπως σημειώνει, η βιώσιμη ανάπτυξη θα προέλθει από αύξηση των επενδύσεων, της απασχόλησης και της παραγωγικότητας. Για την αύξηση της απασχόλησης είναι απαραίτητες οι επενδύσεις και για την αύξηση της παραγωγικότητας οι μεταρρυθμίσεις.
Οπως διευκρινίζει, οι ξένες άμεσες επενδύσεις και οι δημόσιες επενδύσεις ακόμα και αν αυξηθούν σημαντικά δεν επαρκούν.

Ελληνικά κεφάλαια

Απαιτούνται επενδύσεις από ιδιωτικά ελληνικά κεφάλαια που μπορεί να προέλθουν, σύμφωνα με τον κ. Πέτσα, από ένα διπλό σοκ: «Σοκ εμπιστοσύνης (για άρση των capital controls και επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα) και σoκ αποταμίευσης που μπορεί να λάβει χώρα μόνο με πραγματική μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού στη βάση των τριών πυλώνων, ώστε ο δεύτερος πυλώνας (δημόσιος ή ιδιωτικός, υποχρεωτικός, κεφαλαιοποιητικός) να σωρεύσει σοβαρά αποθεματικά που θα επενδυθούν, κατά βάση, στην Ελλάδα».
Για το σημαντικό ζήτημα της «εμπιστοσύνης» κομβικό ρόλο θα παίξει η δραστική μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τον κ. Πέτσα
Αν δούμε τη «σύνθεση» των επενδύσεων πριν από τη μεγάλη συρρίκνωση των τελευταίων ετών, προκύπτει το συμπέρασμα ότι χωρίς εγχώρια ιδιωτικά κεφάλαια δεν είναι δυνατόν να ανακάμψουν.
Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως το 2008, λίγο προτού ξεσπάσει η κρίση, από ένα σύνολο 59 δισ. ευρώ τα 46,4 δισ. ευρώ αφορούσαν ιδιωτικές επενδύσεις, 9,6 δισ. προήλθαν από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και μόνο 3 δισ. ευρώ ήταν ξένες τοποθετήσεις στην εγχώρια οικονομία.
Βέβαια από τα 60 δισ. έχει καταγραφεί στη συνέχεια μια ελεύθερη πτώση που τις έφερε στα επίπεδα πέριξ των 20 δισ. ευρώ.

Επενδυτικό κενό

Και δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι σχετικές μελέτες που έχουν γίνει πρόσφατα (ΚΕΠΕ, Eurobank, McKinsey) συμφωνούν πως υπάρχει ένα επενδυτικό κενό στην Ελλάδα το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 85 και 100 δισ. ευρώ.
Οσον αφορά τους βασικούς επί μέρους κλάδους στους οποίους μπορούν να πραγματοποιηθούν επενδύσεις, εκτιμάται πως τουρισμός και ναυτιλία βρίσκονται σε πρώτο πλάνο και είναι σε θέση να απορροφήσουν 20-25 δισ. ευρώ.
Σε πρωτογενή τομέα, τρόφιμα και μεταποίηση θα μπορούσαν να κατευθυνθούν 15-20 δισ. ευρώ, σε ενέργεια – περιβάλλον κοντά στα 10 δισ. ευρώ και σε βιομηχανία – logistics 5 δισ. ευρώ.
Οπως τονίζει ο κ. Πέτσας, δεν πρέπει να χαθεί εκ νέου το τρένο της ανάπτυξης όπως έγινε την τριετία 2015-2017, σε μια περίοδο με εξαιρετικά ευνοϊκό περιβάλλον, και φέρνει ως παράδειγμα την αντίδραση της κυπριακής οικονομίας.
Να υπενθυμίσουμε ότι η Κύπρος το 2015 εμφάνισε άνοδο του ΑΕΠ κατά 2% από πτώση 1,4% το 2014, για να ανέβει στο 3% το 2016.
Αντίθετα, η Ελλάδα από ανάπτυξη 0,7% το 2014 πέρασε σε μία διετία στασιμότητας με οριακό αρνητικό πρόσημο (-0,3% το 2015 και -0,2% το 2016). Ακόμα και πέρυσι που η Ελλάδα πέτυχε μεγέθυνση του ΑΕΠ κατά 1,4% η Κύπρος εμφάνισε υπερδιπλάσια επίδοση με ανάπτυξη της τάξης του 4%.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ