Στο ατελιέ του Γιώργου Λαζόγκα στον Κεραμεικό επικρατεί μια δημιουργική ακαταστασία. Τόση δηλαδή όση περιμένει κανείς να δει στον προσωπικό χώρο ενός καλλιτέχνη ο οποίος υπηρέτησε ερήμην του το «τυχαίο». Αυτό διατείνεται ο γνωστός εικαστικός και για να εδραιώσει το επιχείρημά του δίνει τον τίτλο «Το τυχαίο ως μέθοδος» σε ένα ιδιαίτερο βιβλίο, ένα «αυτοβιογραφικό δοκίμιο», όπως το χαρακτηρίζει ο ίδιος, που πρόκειται να κυκλοφορήσει στα τέλη του μήνα από τις εκδόσεις του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης προκειμένου να ρίξει φως στις νοητικές διεργασίες πίσω από τις εκφραστικές αναζητήσεις της δημιουργικής πορείας του. Ο Γιώργος Λαζόγκας κρατούσε σημειώσεις «για σκέψεις πάνω στην τέχνη αλλά όχι μόνο ήδη από το 1974» όπως θα διευκρινίσει. «Ηταν μια χρονιά που πιστέψαμε ότι θα αλλάξουν πολλά, όμως τελικά διαπιστώσαμε ότι κλείναμε μια εποχή, έναν μεγάλο κύκλο της νεωτερικής σκέψης που είχε ξεκινήσει από το 1750 με τον Διαφωτισμό». Με παρότρυνση της συζύγου του και δημοσιογράφου Αννας Μιχαλιτσιάνου, στην οποία μάλιστα είναι αφιερωμένη και η έκδοση, σκεφτόταν ήδη από το 2010 να κυκλοφορήσει αυτές τις «σκέψεις» σε ένα βιβλίο. Μόνο έπειτα από ένα ταξίδι στην Ινδία το 2013 και ένα πρόβλημα υγείας που εκδηλώθηκε εκείνη την εποχή περίπου επανήλθε για την ολοκλήρωση αυτού του πρότζεκτ. «Απ’ ό,τι φαίνεται, το είχα ανάγκη» θα πει.

Το τυχαίο ως μέθοδος


«Τα πράγματα συμβαίνουν τυχαία. Θεωρώ ότι όλα στη ζωή μου ήρθαν κατά τύχη. Δεν είμαι του προγράμματος, από το να έχω μια συγκεκριμένη καθημερινή ρουτίνα μέχρι το να βάλω στόχους βραχυπρόθεσμους ή μακρυπρόθεσμους. Από νέος συνήθισα στην ιδέα ότι τα πράγματα απλώς προκύπτουν και με το ένστικτο τα προσεγγίζεις. Το ίδιο και τη δουλειά του καλλιτέχνη, το έργο μου εν προκειμένω. Αυτή η στάση απαιτεί μια παρατήρηση οξύτατη γιατί όλα συμβαίνουν και όλα δηλώνονται εκ προοιμίου. Αυτό που χρειάζεται είναι να είσαι σε θέση να τα διαβάσεις με έναν τρόπο»
εξηγεί .
Από σύμπτωση μάλλον ευνοϊκών περιπτώσεων υπήρξε λοιπόν μέλος και «βλαστός» της «Bic Generation», όπως την αποκαλεί. «Η ζωή μου εγκαινιάζεται από μια εμπειρία θεμελιώδη για έναν ζωγράφο. Το στυλό Bic κυκλοφόρησε στην αγορά το 1951, όταν εγώ ξεκινούσα το δημοτικό σχολείο. Για πρώτη φορά άλλαζε η γραφή, όχι μόνο ως εργαλείο αλλά και ως έκφραση, γιατί, για παράδειγμα, χανόταν η καλλιγραφία. Ολα τα υλικά άλλαζαν τη δεκαετία του ’50 αλλά κυρίως του ’60. Ως αποτέλεσμα, το φωτοαντίγραφο πέρασε στη δουλειά μου όπως και η φωτογραφία». Ετσι λοιπόν, βάσει αυτής της ιδιαίτερης προσωπικής διαίσθησης αλλά και των τεχνολογικών επιτευγμάτων της εποχής, ο Λαζόγκας πέρασε από τα «Παλίμψηστα» στην «Τυφλή Ζωγραφική» ή το «Αλεκτον-Κρυπτόν» (επαναληπτικά σχέδια σε διαφορετικές επιφάνειες και χρήση αδιαφανούς καρμπόν στα τυφλά) της δεκαετίας του ’80, στα «Σεντόνια» και την «Τεχνητή Αναπνοή». Μέσα από τους ποικίλους εικαστικούς πειραματισμούς του «ολόκληρη η καλλιτεχνική έρευνα περιστράφηκε, εκτός των απτών υλικών της ζωγραφικής, γύρω από την απόδοση του στοιχείου που βρίσκεται πέραν αυτών» όπως σημειώνει η διευθύντρια του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, Κατερίνα Κοσκινά, στον πρόλογο της «Μεθόδου». Αναπόφευκτος κοινός τόπος των έργων: η εσωτερικότητα. «Εχει μεγάλη αγωνία να βγάλεις έναν εσωτερικό παλμό και είναι ακόμη πιο δύσκολο να τον διατυπώσεις» εξηγεί ο ίδιος. Η «αγωνία» σε άμεση σχέση και με την παράδοση, «όχι ως επανάληψη, αλλά ως επαναδιατύπωση». Από τις κατακερματισμένες «Νίκες» της Σαμοθράκης της δεκαετίας του ’70 έως τις «Διαδρομές» στο μετρό Ελαιώνας με τα αποτυπωμένα θραύσματα από αγγεία, ο Λαζόγκας αποτιμά ότι «προσωπικά, αν κατάφερα κάτι, αυτό περιέχει το παρελθόν». Οπως εξηγεί: «Δεν μπορείς να δηλώνεις στα απολεσθέντα την παράδοσή σου, πράγματα που αρχετυπικά και βιωματικά κουβαλάς, αρχής γενομένης από την ίδια την ελληνική γλώσσα. Πρόκειται για ένα εργαλείο συγκλονιστικό. Δεν μπορείς φέρ’ ειπείν να κουβαλάς μια Κίνα ολόκληρη και να βγαίνεις και να κάνεις πλαστικές βάρκες στη Λέσβο. Είναι σαν να γυρίζεις την πλάτη σε αξίες τεράστιες».

Ο εσαεί μαθητής

Οι ελληνικές ρίζες του Γιώργου Λαζόγκα βρίσκονται στη Λάρισα όπου γεννήθηκε το 1945. Φοίτησε στη Σχολή της Αρχιτεκτονικής Θεσσαλονίκης μετά από μια θητεία στους Πολιτικούς Μηχανικούς. Στο τέταρτο έτος άρχισε να διδάσκει στο εικαστικό εργαστήριο της σχολής μετά τον θάνατο του Χρήστου Λεφάκη, αρχικά αμισθί όντας φοιτητής και εν συνεχεία ως απόφοιτος και ως διαπιστευμένος καλλιτέχνης ως το 1999. «Οταν είσαι νέος και βρεθείς σε αυτή τη θέση αποκτάς μια ωριμότητα με τη ζωγραφική που δεν μπορείς να τη φανταστείς. Γίνεσαι δάσκαλος πολύ πιο ουσιαστικά όταν μαθαίνεις μαζί με τους άλλους. Είχα την τύχη να έρθω κοντά σε συνομηλίκους μου, πολύ σημαντικούς ανθρώπους. Γελάω κι εγώ στη σκέψη ότι είχα μαθητή τον Μανόλη Κορρέ, για παράδειγμα (σ.σ.: ο Κορρές πήρε μεταγραφή για την Αθήνα)». Ο Λαζόγκας δίδαξε και στην Καλών Τεχνών της Αθήνας από το 2008-2013. «Φαίνεται το είχα ανάγκη να επιστρέψω και να βρεθώ στη θέση του μαθητή μαζί με τους φοιτητές, μιας και ποτέ δεν διδάχτηκα τη ζωγραφική με ορθόδοξο τρόπο».
Ωστόσο, υποστηρίζει ότι «η τέχνη και οι τέχνες γενικότερα δεν μαθαίνονται αν δεν τις ξέρεις ήδη, δηλαδή αν δεν τις κουβαλάς μέσα σου». Ο ίδιος διαπίστωσε ότι την κουβαλάει από πολύ μικρός. Από έναν φίλο του πατέρα του, ο οποίος κατά σύμπτωση είχε μαθητεύσει στο εργαστήριο του Παρθένη, στο οποίο έμελλε να διδάξει και εκείνος. «Πήγαινα τα Σαββατοκύριακα και τον βοηθούσα με μια αγάπη φοβερή για αυτό που έκανα. Παρ’ όλα αυτά η εποχή ήταν δύσκολη, δεν ζούσε κανείς από τη ζωγραφική εκείνα τα χρόνια, βέβαια ούτε τώρα ζει. Εγώ, δόξα τω Θεώ που λένε, ήμουν τυχερός να έχω κάποιο σουξέ σε καλά χρόνια, και έτσι από τη ζωή μου δεν έχω κανένα παράπονο». Θεωρεί άραγε ότι υπήρξε καινοτόμος; «Αυτό δεν το ξέρω. Μακάρι. Ούτε μπορώ να πω αν το έργο μου θα έχει διάρκεια, μόνο ένας ανόητος θα το έκανε αυτό. Αυτό το δείχνει το μέλλον, αν η δουλειά ενός καλλιτέχνη καταφέρει να διατηρήσει τον γόνιμο διάλογο με την τέχνη μιας άλλης εποχής. Γι’ αυτό λέω ότι δεν το ξέρω. Αλλά είναι κάτι που θα το επιθυμούσα».

Πού και πότε

«Το τυχαίο ως μέθοδος» κυκλοφορεί στις 29 Μαρτίου. Την ίδια μέρα θα γίνει παρουσίαση του βιβλίου στο ΕΜΣΤ στις 18.30 από τη διευθύντρια του ΕΜΣΤ Κατερίνα Κοσκινά, τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό, τον πρύτανη της ΑΣΚΤ Πάνο Χαραλάμπους και τον καθηγητή Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ Γιώργο Ξηροπαΐδη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ