Είναι θλιβερό, πολύ θλιβερό, και συνάμα απογοητευτικό να υπάρχουν φορείς δημοσίων λειτουργημάτων που κάθε φορά που τα νομικά ενοχλούν να χαρακτηρίζονται «νομικίστικα». Και έτσι, μέσω αυτής της φτηνής και απρεπούς ειρωνείας, να λοιδορούνται διαδικασίες που πρέπει να παραμένουν σεβαστές και άθικτες. Οι τυπικές αυτές εγγυήσεις της δικαιοδοτικής λειτουργίας δεν είναι βέβαια συμπαθείς σε όσους ενοχλούνται από την υποχρέωση και τις συνέπειες της τήρησής τους. Γιατί, μην το ξεχνάμε, μόνο αυτή, και μάλιστα κάθε φορά η πιο πιστή, εμποδίζει την παραγωγή κοινωνικής αμφισβήτησης. Αμφισβήτησης που στρέφεται εναντίον των θεσμών και της λαϊκής αξιοπιστίας της δημοκρατίας. Οι διαδικασίες, οι ex ante καθιερωμένες, αποτελούν τη βάση της ελεγξιμότητας της κρατικής λειτουργίας, της συνολικής κρατικής λειτουργίας (νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαιοδοτικής). Κάθε φορά που περιφρονούνται, άλλοτε αδιόρατα και άλλοτε ανενδοίαστα, έστω και αν μπορεί να κάνουν κάποιους από μας να αγανακτούμε, ταυτόχρονα συνηθίζουν κάποιους άλλους στην αντίληψη ότι όλα, τα πάντα, μπορεί να παραβιάζονται.
Οποιοι λοιπόν με απίστευτη ανευθυνότητα –αλλά και προφανή αμάθεια, αλλά και αισθητική απάθεια (κι αυτή μετράει όταν απουσιάζει) που συχνά μαρτυρεί και διανοητική αξεστιά –επικαλούνται την «ουσία» εναντίον των νομίμων διαδικασιών, αυτοί, όποιοι κι αν είναι, πλήττουν το Κράτος Δικαίου στον πυρήνα του. Η ουσία, η οποιαδήποτε, μόνο μέσα από την ανυποχώρητη τήρηση των διαδικασιών μπορεί να αποκαλυφθεί στην αλήθεια της. Και έτσι μόνο να λάμψει –χωρίς να τυφλώνει –είτε ως αθώωση είτε ως καταδίκη.
Συχνά βέβαια η υπονόμευση του Κράτους Δικαίου γίνεται από επιπολαιότητα άλλοτε ασυγχώρητη και άλλοτε όχι. Θυμάμαι έναν συνάδελφο, κάποια χρόνια τώρα, να λέει «νομικά δεν γνωρίζω, δεν είμαστε όλοι τέλειοι». Και το έλεγε για να υποστηρίξει την άρνησή του να υποταχθεί σε μια διαδικασία που δεν τον συνέφερε! Ας μην αποκαλούμε λοιπόν «νομικίστικα» όσα δεν συμφέρουν την άποψή μας και ας αφήσουμε τα Νομικά να προασπίζουν το συμφέρον όλων μας. Αυτό που πάει πέρα και πάνω από την άποψή μας.
Οταν τώρα, για όλα τα παραπάνω ως άνθρωποι –και κυρίως ως πολίτες, και όχι ως ιδιώτες –αδιαφορούμε και αφήνουμε να διασύρονται, ατεκμηρίωτα, πρόσωπα τότε υπονομεύουμε όχι μόνο το Κράτος Δικαίου, αλλά και την ίδια την Πολιτική. Δηλαδή, την υψηλότερη και πολυτιμότερη οργανωτική εφεύρεση του είδους μας με την οποία επιδιώκουμε την ειρηνική συνύπαρξή μας και τη διεκδίκηση της ευτυχίας μας. Κάθε φορά λοιπόν που τραυματίζουμε τη δημόσια πεποίθηση στην πολιτική υποχωρούμε σε προγενέστερα στάδια της εξέλιξής μας.
Η Πολιτική, τόσο ως σύστημα συζητητικής διευθέτησης των διαφορών μας όσο και ως ύπατη αξιακή αναφορά, υπερβαίνει το άτομο χωρίς να το αναιρεί. Ετσι παρατηρώντας, αυτές τις ώρες, όσα γύρω μας συμβαίνουν και διαπράττονται σε βάρος θεσμών, διαδικασιών και προσώπων, βλέπουμε να διαμορφώνεται μια απίστευτη ηθική ανευθυνότητα στη «μακρά διάρκεια». Δηλαδή στον στρατηγικό χρόνο της πολιτικής. Κάτι που σημαίνει ότι το «Αύριο» δεν ενδιαφέρει όσο επιβάλλεται. Και το εγωικότερο «τώρα» να υφαρπάζει τη θέση του. Και να επικυριαρχεί σε αυτό, ως ασυγχώρητη ιδιοτέλεια.
Οσοι ασκούν την εξουσία –και υπό την προϋπόθεση ότι δεν ξεχνούν ότι δεν είναι ιδιοκτήτες δύναμης αλλά εκτελεστές καθηκόντων –είναι υποχρεωμένοι να υπερβαίνουν τον παροντισμό τους και να υπηρετούν τη διαχρονικότητα του ρόλου τους.
Αυτές τις ώρες μπορεί τα εμφανή θύματα να είναι δέκα. Τα αφανή όμως δεν είναι λιγότερο σημαντικά. Είναι τουλάχιστον δύο: το Κράτος Δικαίου και η Πολιτική. Δηλαδή τα υποστασιακά θεμέλια της Δημοκρατίας.
Ο κ. Γιάννης Μεταξάς είναι επίτιμος καθηγητής πανεπιστημίων, τακτικό μέλος της Academie Europeenne Interdisciplinaire des Sciences.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ