Ο Πολωνός Ζμπίγκνιεφ Χέρμπερτ (1924-1998) είναι κατά κοινή ομολογία ένας από τους κορυφαίους ποιητές του 20ού αιώνα. Αν δεν κατάφερε, ανάμεσα στις πολλές διακρίσεις που απέσπασε, να κερδίσει την ύψιστη –το Νομπέλ Λογοτεχνίας -, αυτό οφείλεται εν πολλοίς στον ασυμβίβαστο χαρακτήρα του, στις ριζοσπαστικές πολιτικές απόψεις του και στο γεγονός ότι είχε εναντιωθεί στις δογματικές θέσεις του συμπατριώτη του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’ (Βοϊτίλα). Μάρτυρας ο ίδιος της ωμής βίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, της καταπίεσης, του ολοκληρωτισμού και της αποτυχίας του κομμουνιστικού συστήματος, ο Χέρμπερτ αντιπαραθέτει την ποίηση στην ωμότητα της πραγματικότητας. Για τον Γιόζεφ Μπρόντσκι, ο Χέρμπερτ «δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να ξεπεράσει τη χυδαιότητα του παρόντος», ενώ για τον Σέιμους Χίνι, ο Χέρμπερτ ήταν ένας «Ατλαντας που κουβαλούσε όλον τον κόσμο στους ώμους του, ένας ποιητής κατ’ εξοχήν ηθικός, που ενδιαφερόταν πάνω απ’ όλα για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ευθύνη».
Θα ήθελα να σταθώ λίγο στο ζήτημα της «ηθικής» και της «ευθύνης» παραθέτοντας ένα από τα πιο χαρακτηριστικά και γνωστά ποιήματα του Χέρμπερτ, με τίτλο «Προς τι οι κλασικοί». Θα άξιζε να διαβαστεί στη σημερινή συγκυρία κυρίως από τους πολιτικούς μας, οι οποίοι αν και συχνά-πυκνά ομνύουν στο κλασικό παρελθόν, δείχνουν να έχουν πλήρη άγνοια της ουσίας του. Το μνημονεύουν φυσικά στις διάφορες εθνικές εορτές, το υπενθυμίζουν διαρκώς στους ξένους επισκέπτες, θέλοντας να τονίσουν την οφειλή τους σε αυτό (άρα κατ’ επέκταση και σε εμάς, τους γνήσιους κληρονόμους) και το αναμασούν στη Βουλή κάθε φορά που προσπαθούν να ψηλώσουν λίγους πόντους μπροστά στο ακροατήριό τους. Εξού και οι επιμνημόσυνες δεήσεις για τους νεκρούς της Σαλαμίνας, τα αρχαία τσιτάτα στις ομιλίες και στις συνεντεύξεις και άλλα παρόμοια γελοία. Αμφιβάλλω, αν όσοι αναμασούν τα περί «λίκνου της δημοκρατίας» έχουν μπει στον κόπο να διαβάσουν την Πολιτεία του Πλάτωνα, τα Πολιτικά του Αριστοτέλη ή τον Πελοποννησιακό Πόλεμο, έργο που είχε μεταφράσει στη δημοτική ο Βενιζέλος, ο ανδριάντας του οποίου στέκει θλιμμένα έξω από το γνωστό κτίριο, ίσως για να μας υπενθυμίζει εποχές όπου ο πολιτικός προτιμούσε να περνάει τον ελεύθερο χρόνο του σκυμμένος πάνω σε ένα αρχαίο κείμενο παρά να χαριεντίζεται με τη Ρίτα Σακελλαρίου ή τον Λαζόπουλο.
Ιδού όμως το ποίημα (ο Χέρμπερτ αποφεύγει τη στίξη):
[Ι]στο τέταρτο βιβλίο του Πελοποννησιακού πολέμου / ο Θουκυδίδης μας αφηγείται μεταξύ άλλων / την ιστορία της αποτυχημένης του εκστρατείας / ανάμεσα σε μακρόσυρτες αγορεύσεις αρχηγών / μάχες πολιορκίες λιμούς / πυκνά δίκτυα μηχανορραφιών και διπλωματικών προσπαθειών / το επεισόδιο είναι σαν καρφίτσα / σ’ αχυρώνα // η ελληνική αποικία Αμφίπολη / έπεσε στα χέρια του Βρασίδα / επειδή ο Θουκυδίδης δεν έφτασε εγκαίρως // το τίμημα που πλήρωσε στη γενέθλια πόλη του / ήταν ισόβια εξορία // οι εξόριστοι όλων των εποχών / γνωρίζουν τι σημαίνει αυτό το τίμημα [ΙΙ]οι στρατηγοί των πιο πρόσφατων πολέμων / αν κάτι ανάλογο συνέβαινε σ’ αυτούς / θα κλαψουρίζανε γονυπετείς μπροστά στην υστεροφημία / επικαλούμενοι την ανδρεία και την αθωότητά τους // θα κατηγορούσανε τους αξιωματικούς τους / ζηλόφθονους συνεργάτες / ενάντιους ανέμους / ο Θουκυδίδης αναφέρει μόνο / πως είχε επτά πλοία / πως ήταν χειμώνας / και πως σήκωσε αμέσως πανιά […]
Σε αυτά τα δύο πρώτα μέρη του ποιήματος ο Χέρμπερτ αντιπαραθέτει τη γενναία στάση του Θουκυδίδη (και το τίμημα που πλήρωσε για αυτήν –τίμημα που πλήρωσαν πολλοί αντιφρονούντες ποιητές στην Ανατολική Ευρώπη, όπως ο φίλος του Χέρμπερτ, Τσέσλαβ Μίλος), σε εκείνη των ευθυνόφοβων, άτολμων και υποκριτών στρατηγών. Ενα βασικό γνώρισμα του σαθρού, βαθιά ανήθικου πολιτικού μας συστήματος είναι ως γνωστόν η συνεχής μετάθεση των ευθυνών στις πλάτες άλλων. Είναι σχεδόν αδύνατον να απαριθμήσει κανείς τα σκάνδαλα στα οποία από τη μεταπολίτευση και μετά έχουν εμπλακεί πολιτικοί όλων των παρατάξεων, αφού η μνήμη δεν μπορεί να συγκρατήσει ούτε τις λεπτομέρειες, ούτε καν τα ονόματα των εμπλεκομένων, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων πολιτικών που έχουν οδηγηθεί στη φυλακή (στάχτη στα μάτια του πλήθους). Ολοι τους ωστόσο, ακόμη και όταν η ενοχή τους είναι αποδεδειγμένη, επιμένουν να επικαλούνται την «ανδρεία» και την «αθωότητά τους», τα ψεύδη και τις μηχανορραφίες «ζηλόφθονων συνεργατών ή αντιπάλων», τους «ενάντιους ανέμους» που έρχονται από τις Βρυξέλλες ή την Αμερική και σήμερα πλέον –κάτι που δεν υπήρχε την εποχή του Θουκυδίδη –τα «έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα» που διαδίδουν, με τα λόγια υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ, «φακ news». Κανείς, ούτε υπουργός, ούτε βέβαια πρωθυπουργός, έχει αναλάβει ποτέ την ευθύνη για τη χρεοκοπία της χώρας –πολιτική, οικονομική, κυρίως ηθική. Η παραίτηση είναι λέξη άγνωστη στο λεξιλόγιό τους. Οταν το ΠαΣοΚ ήταν κυβέρνηση, για το χάλι της Ελλάδας έφταιγε η ΝΔ. Για τη ΝΔ, όταν ήρθε στην εξουσία, έφταιγε φυσικά το ΠαΣοΚ. Σήμερα για τον ΣΥΡΙΖΑ φταίει το «διεφθαρμένο παρελθόν» των δύο πρώην μονομάχων. Ετσι συνεχίζουμε όλοι να ζούμε στη «χυδαιότητα του παρόντος», να κολυμπάμε μέσα στον βούρκο της δημαγωγίας και του ψεύδους, που δεν έχει φυσικά «κοντά ποδάρια», όπως ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας.

Τελικά, οι μόνοι που επιλέγουν την εξορία είναι οι νέοι –αηδιασμένοι από τη σήψη του συστήματος, ελπίζουν να βρουν σε μια καινούργια χώρα το μέλλον που ονειρεύονται και αξίζουν.

«Η συνείδηση», έλεγε ο μέγας ιταλός κωμικός Αλμπέρτο Σόρντι, «είναι εκείνη η φωνή που την ώρα που διαπράττεις το έγκλημά σου ψιθυρίζει να μην αφήνεις πίσω σου δακτυλικά αποτυπώματα». Επομένως, όταν οι πολιτικοί λένε πως «έχουν τη συνείδησή τους ήσυχη» ξέρουμε ακριβώς τι εννοούν.
Ο Χάρης Βλαβιανός είναι ποιητής και διευθυντής του περιοδικού «Ποιητική». Διδάσκει Ιστορία και Πολιτική θεωρία στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος. Στις αρχές Απριλίου θα κυκλοφορήσει από τις Εκδόσεις Πατάκη συλλογή 75 ποιημάτων του Ζμπίγκνιεφ Χέρμπερτ, σε δική του μετάφραση.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ