Η καλλιέργεια της πολιτικής ατμόσφαιρας που θα στρέψει τη συζήτηση μακριά από τη μνημονιακή συνθηκολόγηση του ΣΥΡΙΖΑ και θα αλλάξει την ατζέντα της αντιπαράθεσης με την αντιπολίτευση είναι η κεντρική επιδίωξη της κυβέρνησης για το προσεχές διάστημα.
Η ταυτόχρονη ανακίνηση της συζήτησης περί συνταγματικής αναθεώρησης και αλλαγής του εκλογικού συστήματος αποτελεί επιλογή του Μεγάρου Μαξίμου, η οποία πάντως δεν χαρακτηρίζεται τόσο από τη μεταρρυθμιστική διάθεση της κυβέρνησης όσο από την απόπειρα μεθοδεύσεων με μικροπολιτικά κίνητρα.
Αυτό αποκαλύφθηκε κατ’ αρχάς από την ατυχή δήλωση της κυβερνητικής εκπροσώπου Ολγας Γεροβασίλη περί ενδεχόμενης διεξαγωγής δημοψηφίσματος επί της συνταγματικής αναθεώρησης (η οποία «μαζεύτηκε» τις αμέσως επόμενες ημέρες, με παρέμβαση και του Προέδρου της Δημοκρατίας Πρ. Παυλόπουλου). Παράλληλα όμως η τακτική επιλογή ομολογείται από κάποια κυβερνητικά στελέχη, τα οποία συνδέουν τη συζήτηση για τα δύο ζητήματα με τη στάση την οποία θα τηρήσουν από τη μία πλευρά η ΝΔ και από την άλλη η ήσσων αντιπολίτευση (ΠαΣοΚ, Ποτάμι και Ενωση Κεντρώων).
Με βάση αυτά, αναμένεται ότι ο χρόνος εκδήλωσης των σχετικών πρωτοβουλιών της κυβέρνησης και το περιεχόμενο των προτάσεών της θα καταδείξουν την πραγματική της επιδίωξη: την απόπειρα πολιτικής απομόνωσης της ΝΔ και την προσπάθεια προσέγγισης με το ΠαΣοΚ και το Ποτάμι.
Το «θεσμικό προφίλ» της Προεδρίας


Σε συνδυασμό με τη συζήτηση για τον εκλογικό νόμο –και αναλόγως της έκβασής της, το Μέγαρο Μαξίμου θα μεθοδεύσει και τη συζήτηση για τη συνταγματική αναθεώρηση. Δεδομένου ότι αρκετές από τις αρχές για την αναθεώρηση που είχε παρουσιάσει ο κ. Τσίπρας το 2013 έχουν πλέον καταστεί ανεπίκαιρες, όπως π.χ. «η ίδρυση της Αρχής Εγγύησης της δημόσιας Περιουσίας –Υπηρεσιών και η συνταγματική απαγόρευση της ιδιωτικοποίησης του Νερού, του Ηλεκτρισμού και της ιδιωτικής εκμετάλλευσης των κοινόχρηστων, κοινόκτητων και κοινών αγαθών» ή «η εξαίρεση των δαπανών για την Υγεία, την Παιδεία και την κατοικία από τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων», κάποιες πληροφορίες συγκλίνουν στο ότι οι βασικές επιδιώξεις της κυβέρνησης θα εκδηλωθούν σε ένα άλλο πεδίο: την αλλαγή του «θεσμικού προφίλ» του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Οσοι έχουν παρατηρήσει εκδηλώσεις θέσεων και τοποθετήσεις σχετικά με τη συνταγματική αναθεώρηση κατά το πρόσφατο παρελθόν σημειώνουν κάποιες ιδιότυπες συμπτώσεις στις απόψεις της παρέας του Μεγάρου Μαξίμου και μιας μερίδας βουλευτών της ΝΔ, που είτε αυτοπροσδιορίζονται ως «καραμανλικοί» είτε έχουν ενταχθεί στον κύκλο συνομιλητών του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας Προκόπη Παυλόπουλου. Οι απόψεις αυτές συγκλίνουν στην αναγκαιότητα για αναβάθμιση είτε του ρόλου είτε της εικόνας του θεσμού του Προέδρου.
Επισημαίνουν μάλιστα κάποιες πηγές τις διαρροές από το καραμανλικό στρατόπεδο στο πρόσφατο παρελθόν, όταν την εποχή που η σεναριολογία έφερε τον Κώστα Καραμανλή υποψήφιο για την Προεδρία προτασσόταν η προϋπόθεση της ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων του Προέδρου.
Οι ίδιες πηγές επιμένουν: αυτό το χαρτί θα πέσει στο τραπέζι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Στόχος της κυβέρνησης θα είναι, κατά την ίδια γραμμή πληροφόρησης, είτε η πρόκληση προβλήματος στο εσωτερικό της ΝΔ, δεδομένου ότι ο κ. Μητσοτάκης δείχνει να απομακρύνεται από τη συζήτηση για ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του Προέδρου (αποκλείει σύμφωνα με πληροφορίες την άμεση εκλογή), είτε η άσκηση πίεσης προς την αντιπολίτευση με στόχο τη συναίνεση για τη συνταγματική αναθεώρηση –ενδεχόμενο που υπό αυτές τις συνθήκες συγκεντρώνει λίγες πιθανότητες.
Από την πρώτη στιγμή πάντως φάνηκε πως υπήρξαν περιπλοκές. Οταν την προηγούμενη Τρίτη η Ολγα Γεροβασίλη άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο δημοψηφίσματος για τη συνταγματική αναθεώρηση, η αντίδραση της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν σχεδόν χλιαρή ως και αμήχανη. Η κριτική ασκήθηκε κατά βάση από τον Ευ. Βενιζέλο, ο οποίος μίλησε για απόπειρα κατάλυσης του Συντάγματος, έθεσε ζήτημα δημοκρατικής λειτουργίας και σημείωσε ότι τέτοιου είδους δημοψηφίσματα είχε διενεργήσει μόνο η χούντα.
Η γέφυρα με τους καραμανλικούς


Αλλαγή του πολιτεύματος διά της ριζικής αναβάθμισης του θεσμού ούτως ή άλλως δεν προβλέπεται, όμως φαίνεται ότι η κυβέρνηση συζητεί και μελετά κάποιες αλλαγές είτε στη διάρκεια της θητείας είτε στον τρόπο εκλογής και στις αρμοδιότητες, προκειμένου να παρουσιάσει μια πρόταση που θα έχει σαφή πολιτική επιδίωξη. Και αυτή δεν είναι άλλη από την ενεργοποίηση αντανακλαστικών σε μια μερίδα βουλευτών της ΝΔ, οι οποίοι βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στον κύκλο εκείνων που διατηρούν ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας και συνεννόησης με τον ΣΥΡΙΖΑ και που σήμερα δεν συγκαταλέγονται στους υποστηρικτές του Κυρ. Μητσοτάκη. Εφόσον το σενάριο αυτό επιβεβαιωθεί, θα πρόκειται για μια δεύτερη φάση ενίσχυσης των σχέσεων της «νεοαριστερής» ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και της καραμανλικής πτέρυγας της ΝΔ, με προφανή στόχο να προκαλέσει εσωτερικό πρόβλημα στην αντιπολίτευση.

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ
Η ταυτόχρονη ανακίνηση της συζήτησης περί συνταγματικής αναθεώρησης και αλλαγής του εκλογικού συστήματος χαρακτηρίζεται από την απόπειρα μεθοδεύσεων με μικροπολιτικά κίνητρα.

Οι απόψεις της παρέας του Μαξίμου και μιας μερίδας βουλευτών της ΝΔ φαίνεται ότι συγκλίνουν στην αναγκαιότητα για αναβάθμιση είτε του ρόλου είτε της εικόνας του θεσμού του Προέδρου.

Στόχος της κυβέρνησης θα είναι είτε η πρόκληση προβλήματος στο εσωτερικό της ΝΔ είτε η άσκηση πίεσης προς την αντιπολίτευση με στόχο τη συναίνεση για την συνταγματική αναθεώρηση.


Υπολογισμοί
Ο «κόφτης», τα σχέδια και οι αντοχές

Εν αναμονή της έναρξης των συζητήσεων για την αναθεώρηση και της διαμόρφωσης νέου πεδίου πολιτικής συζήτησης ή αντιπαράθεσης, ένα στοιχείο που επισημάνθηκε από κάποιες πηγές ήταν ο χρόνος που προσδιόρισε η κυβέρνηση για την ολοκλήρωση των διαβουλεύσεων. Ετσι, από τη μία πλευρά, προαναγγέλθηκε ότι το θέμα του εκλογικού νόμου θα τεθεί προς το τέλος του καλοκαιριού ή στις αρχές του φθινοπώρου, ενώ, από άλλη, το κλείσιμο της συζήτησης για την αναθεώρηση προσδιορίστηκε σε έναν χρόνο από σήμερα, δηλαδή την άνοιξη του 2017.
Οπως σημειώνουν πολιτικά στελέχη της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης, ο χρονικός αυτός προσδιορισμός συμπίπτει με την περίοδο όπου θα έχει κριθεί το αν και κατά πόσον θα αποφευχθεί ή θα ενεργοποιηθεί ο δημοσιονομικός «κόφτης», στοιχείο που θα κρίνει τις πραγματικές αντοχές της κυβέρνησης. Τα στοιχεία θα προϋπάρχουν από τα τέλη του 2016, όμως οι αντοχές της κυβέρνησης θα κριθούν –κατά κάποιες εκτιμήσεις –την άνοιξη.
Ως προς αυτό, ο σχεδιασμός του επιτελείου του κ. Τσίπρα περιλαμβάνει διάφορα στάδια, προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις σχετικά με τη δυνατότητα παραμονής στην εξουσία και τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών.
Μία από τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στην κυβέρνηση είναι πως ο χρόνος παραμονής στην κυβέρνηση εξυπηρετεί τις επιδιώξεις του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς κάποιοι εξακολουθούν να ποντάρουν είτε σε κάποια στοιχεία οικονομικής ανάκαμψης είτε στη διαμόρφωση ενός διεθνούς περιβάλλοντος που θα ανατρέψει τους συσχετισμούς.
Υπάρχουν όμως και εκείνοι –κυρίως μεταξύ των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ –που βλέπουν ότι ο χρόνος θα είναι φθορά και ότι οι μεθοδεύσεις που δρομολογεί το Μέγαρο Μαξίμου αποσκοπούν στη διαμόρφωση του πεδίου ώστε να ληφθούν οι αποφάσεις για τον χρόνο και τις συνθήκες προσφυγής στις κάλπες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ