Ξεπεράστηκε ο νεοφιλελευθερισμός; Ελαβε τέλος το «δόγμα του σοκ»; Ηρθε η ώρα το διεθνές ιερατείο της οικονομικής ορθοδοξίας να αποσχηματισθεί απολογούμενο για την ατυχή πίστη του σε έναν θεό που απέτυχε; Ο διάλογος αυτή τη φορά δεν ήταν ακαδημαϊκός: εδώ και δέκα ημέρες «Financial Times», «Guardian», «Le Monde» και πλήθος άλλων εκδόσεων συζητούν σε οξείς τόνους ένα τετρασέλιδο άρθρο μιας τριμηνιαίας επιθεώρησης με τίτλο «Είναι υπερεκτιμημένος ο νεοφιλελευθερισμός;». Οι ιδιαιτερότητές του; Υπογράφεται από τους Τζόναθαν Οστρι, Πρακάς Λουνγκάνι και Ντάβιντε Φουρσέρι, όλοι υψηλόβαθμα στελέχη του ερευνητικού τμήματος του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, και δημοσιεύθηκε στο «Finance and Development», περιοδικό που εκδίδει το ίδιο το Ταμείο.
Αν και προσεκτικό στις διατυπώσεις, το άρθρο δεν αποδεικνύεται διόλου συγκρατημένο στη γλώσσα του. Χρησιμοποιώντας ως case study δύο συγκεκριμένες πολιτικές του ΔΝΤ, την κατάργηση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και τα μέτρα περιορισμού των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και μείωσης των επιπέδων του χρέους («αποκαλούμενα ενίοτε και «λιτότητα»»), συμπεραίνει ότι «τα οφέλη με όρους αύξησης της ανάπτυξης μοιάζει ιδιαίτερα δύσκολο να τεκμηριωθούν (…), τα κόστη με όρους αύξησης της ανισότητας είναι προφανή, (…) η αυξημένη ανισότητα πλήττει, με τη σειρά της, το επίπεδο και τη βιωσιμότητα της ανάπτυξης». Εν κατακλείδι, τόσο αυτοί που διαμορφώνουν πολιτικές όσο και «οι θεσμοί που τους συμβουλεύουν, όπως το ΔΝΤ, θα πρέπει να μην καθοδηγούνται από την πίστη, αλλά από τα τεκμήρια τού τι αποδείχθηκε λειτουργικό».
Στροφή στον ρεαλισμό;
Αυτοκριτική για δεκαετίες δοξολογίας της Σχολής του Σικάγου και του Μίλτον Φρίντμαν ή προάγγελος στροφής στον ρεαλισμό; «Ουδέν καινόν υπό τον ήλιον», σχολιάζει ο Ζαν-Μαρκ Βιτορί στο «Les Echos». Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο παρομοιάζεται εδώ με μια εκκλησία όπου μπορεί κανείς να βρει τους φανατικούς της, τους ορθόδοξους διάφορων δογμάτων, τους εκσυγχρονιστές, τους μεταρρυθμιστές, τους διαμαρτυρόμενους και τους αιρετικούς της. Επομένως, το ενδιαφέρον στρέφεται μάλλον στη χρήση του όρου «νεοφιλελευθερισμός» στον τίτλο, ιδιαίτερα από τη στιγμή που, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι συγγραφείς μερικές γραμμές πιο κάτω, η ετικέτα αυτή «χρησιμοποιείται περισσότερο από τους επικριτές παρά από τους αρχιτέκτονες της πολιτικής του».
Αντί να ερμηνεύσουμε τη γλωσσική παρασπονδία με όρους διχοστασίας ή πολιτικής στροφής στο εσωτερικό του οργανισμού, θα πρέπει μάλλον να την αποδώσουμε στη σύνθεσή του. Ο Βιτορί υπογραμμίζει ότι χονδρικά το ΔΝΤ απαρτίζεται από δύο κατηγορίες υπαλλήλων: τους θεωρητικούς ερευνητές και τους πρακτικούς τεχνοκράτες που εφαρμόζουν επιτόπου τις οικονομικές συνταγές. Οι μεν διαβλέπουν τον κίνδυνο η αυστηρή λιτότητα να πλήξει μια χώρα σε τέτοιο βαθμό ώστε να μην μπορεί να αποπληρώσει το χρέος της. Οι δε επιβάλλουν αυστηρή λιτότητα για να υποχρεωθεί η χώρα να πληρώσει –«όπως έκανε, για παράδειγμα, στην Αθήνα, ο Πόουλ Τόμσεν, ο δανός διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος».
«Το ΔΝΤ έχει κάτι κοινό με την «Πράβντα», πρέπει να γνωρίζει κανείς να διαβάζει πίσω από τις γραμμές του» παρατηρεί ειρωνικά η Σιλβί Κοφμάν στον «Monde» της 4ης Ιουνίου. Κάτι που δεν κάνει ούτε ο Αντίτια Τσακραμπόρτι του «Guardian», ο οποίος επαινεί τους Οστρι, Λουνγκάνι και Φουρσέρι γιατί «υποβοηθούν τον θάνατο του νεοφιλελευθερισμού εκ των έσω» ούτε το κίνημα «Occupy London» (ναι, υπάρχει ακόμη) που θριαμβολογεί ότι «είναι σαν ο Πάπας να ασπάζεται τον αθεϊσμό». Η Κοφμάν συσχετίζει το άρθρο των τριών αναλυτών με ένα άλλο κείμενο της επιθεώρησης όπου ο Πρακάς Λουνγκανί φιλοτεχνεί το πορτρέτο του καθηγητή του Χάρβαρντ Ντάνι Ρόντρικ, σφοδρού επικριτή της παγκοσμιοποίησης, καθώς και με τη δημόσια επίκληση του Ντέιβιντ Λίπτον, υπ’ αριθμόν 2 του ΔΝΤ, λίγες ημέρες πριν, σε μια «καλύτερη παιδαγωγική της παγκοσμιοποίησης».
Εξέλιξη, όχι επανάσταση
Οι πραγματικές διαστάσεις του γεγονότος είναι προφανώς εκείνες που έδωσε ο Μορίς Ομπστφελντ, ο επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ στο «IMF Survey Magazine» στις 2 Ιουνίου –κάτι μεταξύ τρικυμίας σε ποτήρι και business as usual. «Θα περιέγραφα τη διαδικασία μάλλον ως εξέλιξη (evolution) παρά ως επανάσταση (revolution)», δήλωσε απαντώντας στην ερώτηση για τη σημασία της αναπροσαρμογής της σκέψης του Ταμείου τα τελευταία χρόνια. «Αυτή η διαδικασία δεν άλλαξε θεμελιωδώς τον πυρήνα της προσέγγισής μας». Οσο για το περιβόητο κείμενο, «το άρθρο αυτό παρερμηνεύθηκε ευρέως –δεν συνιστά μείζονα μεταβολή της προσέγγισης του Ταμείου». Επιπλέον, «κανείς δεν επιθυμεί αχρείαστη λιτότητα». Αν κάποιος διερωτάται για τον ελέφαντα στο δωμάτιο, η πληρωμένη απάντηση έπεται: «Υπάρχει ένα όριο στον πόνο που μπορεί να αντέξει μια οικονομία, γι’ αυτό και σε εξαιρετικά δύσκολες περιπτώσεις προτείνουμε την αναπροσαρμογή του προφίλ ή τη μείωση του χρέους που απαιτεί από τους πιστωτές να αναλάβουν μέρος του κόστους της προσαρμογής. Αυτήν ακριβώς την προσέγγιση συνιστούμε τώρα για την Ελλάδα».
ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ
Το ΔΝΤ απαρτίζεται από δύο κατηγορίες υπαλλήλων: τους θεωρητικούς ερευνητές και τους πρακτικούς τεχνοκράτες που εφαρμόζουν επιτόπου τις οικονομικές συνταγές. Οι μεν διαβλέπουν τον κίνδυνο η αυστηρή λιτότητα να πλήξει μια χώρα σε τέτοιον βαθμό ώστε να μην μπορεί να αποπληρώσει το χρέος της. Οι δε επιβάλλουν αυστηρή λιτότητα για να υποχρεωθεί η χώρα να πληρώσει – «όπως έκανε, για παράδειγμα, στην Αθήνα, ο Πόουλ Τόμσεν, ο δανός διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος».
Υπάρχει μια περαιτέρω ενδιαφέρουσα διάσταση σε αυτή τη μίνι διένεξη –μια άλλη απαγορευμένη λέξη: η «ανισότητα». Οι Οστρι, Λουνγκάνι και Φουρσέρι αντιπαραθέτουν ακριβώς την «αύξηση της ανάπτυξης» στην «αύξηση των ανισοτήτων» που παράγονται από τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Δεν είναι τυχαίο ότι στη συγκεκριμένη συγκυρία αναπαράγεται κι αυτός ο όρος στα ιερά κιτάπια του παγκόσμιου φύλακα της οικονομίας της αγοράς. Οχι γιατί ο επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ Μορίς Ομπστφελντ ανήκει τυπικά στους «νεοκεϋνσιανούς» οικονομολόγους. Οχι γιατί σύμφωνα με την Εκθεση Παγκόσμιου Πλούτου του Boston Consulting Group που δημοσιεύθηκε στις 8 Ιουνίου ο παγκόσμιος ιδιωτικός πλούτος των 167,8 τρισ. δολαρίων αυξήθηκε μόλις κατά 5,2% πέρυσι αντί κατά 7,5% το 2014. Ούτε γιατί τα παραλληλόγραμμα των γραφικών παραστάσεων ανέβηκαν κατά 4,3% στην Ευρώπη και μόλις κατά 1,8% στις ΗΠΑ. Το ξεχωριστό στοιχείο της έκθεσης που συνδέει την ορολογία των ειδικών του ΔΝΤ με τα πρόσφατα βιβλία κορυφαίων οικονομολόγων όπως οι Τομά Πικετί και Ρόμπερτ Γκόρντον είναι ότι το 47% του πλούτου στη Δύση ανήκει σε κατόχους περιουσίας άνω του 1 εκατ. δολαρίων. Αν η ανισότητα και οι κίνδυνοί της, έστω και ελλειπτικά, έστω και ως δαιμόνιο που πρέπει να εξορκιστεί, συναντάται πια στον επίσημο λόγο των εκπροσώπων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αυτό συμβαίνει επειδή δεν αποτελεί απλώς άλλο ένα φάντασμα που πλανάται πάνω από την Ευρώπη και τον κόσμο, αλλά απτή πραγματικότητα.
Το ΔΝΤ απαρτίζεται από δύο κατηγορίες υπαλλήλων: τους θεωρητικούς ερευνητές και τους πρακτικούς τεχνοκράτες που εφαρμόζουν επιτόπου τις οικονομικές συνταγές. Οι μεν διαβλέπουν τον κίνδυνο η αυστηρή λιτότητα να πλήξει μια χώρα σε τέτοιον βαθμό ώστε να μην μπορεί να αποπληρώσει το χρέος της. Οι δε επιβάλλουν αυστηρή λιτότητα για να υποχρεωθεί η χώρα να πληρώσει – «όπως έκανε, για παράδειγμα, στην Αθήνα, ο Πόουλ Τόμσεν, ο δανός διευθυντής του ευρωπαϊκού τμήματος».
ΣΚΛΗΡΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Η αύξηση της ανισότητας
Υπάρχει μια περαιτέρω ενδιαφέρουσα διάσταση σε αυτή τη μίνι διένεξη –μια άλλη απαγορευμένη λέξη: η «ανισότητα». Οι Οστρι, Λουνγκάνι και Φουρσέρι αντιπαραθέτουν ακριβώς την «αύξηση της ανάπτυξης» στην «αύξηση των ανισοτήτων» που παράγονται από τη νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Δεν είναι τυχαίο ότι στη συγκεκριμένη συγκυρία αναπαράγεται κι αυτός ο όρος στα ιερά κιτάπια του παγκόσμιου φύλακα της οικονομίας της αγοράς. Οχι γιατί ο επικεφαλής των οικονομολόγων του ΔΝΤ Μορίς Ομπστφελντ ανήκει τυπικά στους «νεοκεϋνσιανούς» οικονομολόγους. Οχι γιατί σύμφωνα με την Εκθεση Παγκόσμιου Πλούτου του Boston Consulting Group που δημοσιεύθηκε στις 8 Ιουνίου ο παγκόσμιος ιδιωτικός πλούτος των 167,8 τρισ. δολαρίων αυξήθηκε μόλις κατά 5,2% πέρυσι αντί κατά 7,5% το 2014. Ούτε γιατί τα παραλληλόγραμμα των γραφικών παραστάσεων ανέβηκαν κατά 4,3% στην Ευρώπη και μόλις κατά 1,8% στις ΗΠΑ. Το ξεχωριστό στοιχείο της έκθεσης που συνδέει την ορολογία των ειδικών του ΔΝΤ με τα πρόσφατα βιβλία κορυφαίων οικονομολόγων όπως οι Τομά Πικετί και Ρόμπερτ Γκόρντον είναι ότι το 47% του πλούτου στη Δύση ανήκει σε κατόχους περιουσίας άνω του 1 εκατ. δολαρίων. Αν η ανισότητα και οι κίνδυνοί της, έστω και ελλειπτικά, έστω και ως δαιμόνιο που πρέπει να εξορκιστεί, συναντάται πια στον επίσημο λόγο των εκπροσώπων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αυτό συμβαίνει επειδή δεν αποτελεί απλώς άλλο ένα φάντασμα που πλανάται πάνω από την Ευρώπη και τον κόσμο, αλλά απτή πραγματικότητα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ