Οταν σε μια χαρακτηριστική σκηνή των «Ψηλών τακουνιών» του Πέδρο Αλμοδόβαρ η Βικτόρια Αμπρίλ φωνάζει προς τη μητέρα της, Μαρίζα Παρέδες (χρησιμοποιώντας μάλιστα τα λόγια της Λιβ Ούλμαν προς την Ινγκριντ Μπέργκμαν σε μια ανάλογη σκηνή της «Φθινοπωρινή σονάτας»), το κάνει γιατί θέλει να εξηγήσει την αγάπη και το μίσος που ταυτοχρόνως νιώθει για τη μητέρα της. Αυτή ακριβώς η σχέση μάνας – κόρης που ανέκαθεν απασχολούσε τον Πέδρο Αλμοδόβαρ επανέρχεται στην «Julieta», τελευταία ταινία του ισπανού σκηνοθέτη, τρία χρόνια μετά το ανεκδιήγητο «Δεν κρατιέμαι» (2013), μια κωμωδία που άγγιξε τα όρια της σάχλας (και που ο Αλμοδόβαρ γύρισε μάλλον για το κέφι του)
Πάνω από όλα όμως, με την «Julieta» ο Πέδρο Αλμοδόβαρ επιστρέφει σε ένα τερέν που γνωρίζει πολύ καλά: τη γυναίκα. Η ταινία που προβάλλεται την ερχόμενη Τρίτη 17 Μαΐου στο Φεστιβάλ των Καννών, είναι η 21η κατά σειρά μεγάλου μήκους κινηματογραφική δημιουργία του και οι δύο βασικές ηρωίδες της έρχονται να προστεθούν στην αλησμόνητη «στρατιά» γυναικών που έχουν μέχρι σήμερα περάσει από τις ταινίες του Αλμοδόβαρ.
Η Χουλιέτα (που υποδύονται οι Αντριάνα Ουγκάρτε και Εμα Σουάρεζ σε διαφορετικές ηλικίες) και η κόρη της Αντία ζουν στη Μαδρίτη όπου θρηνούν τον θάνατο του Ξόαν, συζύγου της πρώτης και πατέρα της δεύτερης. «Λένε ότι ο θρήνος φέρνει τους ανθρώπους κοντά, όμως αυτό δεν ισχύει πάντα» δηλώνει ο Αλμοδόβαρ. «Ορισμένες φορές τους απομακρύνει». Οπως ακριβώς συμβαίνει στην ταινία. Χωρίς να δώσει καμία εξήγηση η Αντία φεύγει από το σπίτι, με αποτέλεσμα η μητέρα της αναστατωμένη να κάνει τα αδύνατα δυνατά για να τη βρει. Αυτό όμως που τελικά θα ανακαλύψει είναι πόσο λίγο γνώριζε το παιδί της. «Η «Julieta» μιλά για τον αγώνα της μητέρας να τα βγάλει πέρα μπροστά στην αβεβαιότητα» είπε ο Αλμοδόβαρ. «Είναι όμως και μια ταινία που επίσης μιλά για τη μοίρα, τα συμπλέγματα της ενοχής αλλά και για αυτό το άλυτο μυστήριο που μας ωθεί στο να εγκαταλείπουμε τους ανθρώπους που αγαπάμε, να τους σβήνουμε από τη ζωή μας. Σαν να μη σήμαναν ποτέ τίποτε. Σαν να μην υπήρξαν».
Κινηματογραφικό σύμπαν


«Ακούγοντας γυναίκες να μιλάνε μεταξύ τους ανακάλυψα τη σχέση ζωής και φαντασίας» δήλωνε ο Πέδρο Αλμοδόβαρ την εποχή που παρουσίαζε το «Ολα για τη μητέρα μου» στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Και είναι αλήθεια. Την ώρα που η ίδια η μητέρα του ήταν ένας από τους ανθρώπους που τον επηρέασαν τρομερά, από πολύ νωρίς η καριέρα του Αλμοδόβαρ συνδέθηκε στενά με την κινηματογραφική απεικόνιση της γυναίκας.
Από τη νοσηρή ατμόσφαιρα των «Αμαρτωλών καλογριών» μέχρι τον σαδομαζοχισμό τού «Δέσε με» και των «Ψηλών τακουνιών». Από την υστερία των «Γυναικών στα πρόθυρα νευρικής κρίσης» μέχρι τη χυδαία πλάκα της «Κίκα». Από την αλλαγή κεφαλαίου και τη στροφή στο σοβαρό μελόδραμα με το «Μυστικό μου λουλούδι» ως το «Ολα για τη μητέρα μου» που παραμένει το απόλυτο αλμοδοβαρικό αριστούργημα. Ολες αυτές τις ταινίες, ο κινηματογραφικός κόσμος του Πέδρο Αλμδόβαρ, είναι νοτισμένες από γυναικείους χυμούς και ποικιλία συναισθημάτων. Με έναν πολύ απλό, ευθύ τρόπο, ακούραστα και χωρίς συμπλέγματα ο Αλμοδόβαρ κοιτάζει τη γυναίκα με διάθεση κατανόησης, με χιούμορ και αρκετές φορές με ειρωνεία. Το νεύρο και η ενεργητικότητα του Αλμοδόβαρ είναι στοιχεία εμφανέστατα πάνω στην οθόνη, κάτι σαν προέκταση της προσωπικότητάς του. Συγκεντρωτικός ίσως –τον έχουν άλλωστε «κατηγορήσει» για αυτό -, αλλά από την άλλη πλευρά ίσως να μην μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Αν ο Αλμοδόβαρ δεν ήταν αυτός που είναι, το κινηματογραφικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο. «Για να μεταφέρεις συναισθήματα στον κινηματογράφο δεν χρειάζονται σπέσιαλ εφέ» έχει πει ο ίδιος. «Πρέπει απλώς να έχεις και εσύ συναισθήματα. Και πρέπει, επίσης, να έχεις ανοιχτή καρδιά απέναντι στον κόσμο». Με αυτά περίπου τα λόγια ο Πέδρο Αλμοδόβαρ πριν από μερικά χρόνια στις Κάννες έκανε γνωστή δημοσίως τη μοναδική αλλά και πόσο απλή αλήθεια-«συνταγή» του για το κινηματογραφικό μελόδραμα, μέσω του οποίου έχει καταφέρει να προκαλέσει μια ποικιλία έντονων συναισθημάτων σε εκατομμύρια θεατές.
Υμνώντας τον Πέδρο
Αν είναι δε να μιλήσουμε για τις ηθοποιούς που έχουν συνεργαστεί μαζί του, θα δούμε ότι καριέρες ολόκληρες έχουν κτιστεί μέσα από την αλμοδοβαρική ματιά. Κάρμεν Μάουρα, Βικτόρια Αμπρίλ, Πενέλοπε Κρους μερικά παραδείγματα. Μα και η σπουδαία Μαρίζα Παρέδες, που έγινε για πρώτη φορά διεθνής σταρ στα 45 της χάρη στα «Ψηλά τακούνια» και αργότερα απογειώθηκε στο «Μυστικό μου λουλούδι». Ολες αυτές οι γυναίκες χρωστούν πολλά στον ισπανό σκηνοθέτη. Τις βοήθησε περισσότερο από κάθε άλλον. Πίνουν νερό στ’ όνομά του, παρότι ο Αλμοδόβαρ δεν είναι ο ευκολότερος άνθρωπος του κόσμου. Πριν από μερικά χρόνια η Κάρμεν Μάουρα, η πρώτη «μούσα» των ταινιών του, επανεμφανίστηκε στην ταινία του «Γύρνα πίσω». Η ταινία γεφύρωσε ξανά τις σχέσεις τους διότι για πολλά χρόνια οι δύο καλλιτέχνες δεν μιλιόντουσαν. Και όμως, στις Κάννες όταν μίλησα με τη Μάουρα τίποτε δεν φαινόταν να έχει επισκιάσει τη σχέση τους.

«Είναι ο ίδιος ο εαυτός του ό,τι το καλύτερο έχει και πάλι αυτός ο ίδιος ο εαυτός του το μεγαλύτερο ελάττωμά του
» μου είχε η Βικτόρια Αμπρίλ όταν πριν από μερικά χρόνια είχε επισκεφτεί την Αθήνα για να τραγουδήσει με το συγκρότημα Pucheros Do Brasil. «Και τι εννοώ ελάττωμα; Επειδή ο Πέδρο είναι κάποιος που έχει τις ταινίες του ήδη τελειωμένες στο μυαλό του, αυτές οι ταινίες πρέπει οπωσδήποτε να του μοιάσουν. Είναι λοιπόν περίεργο, αλλά πλεονέκτημα + μειονέκτημα = Αλμοδόβαρ».
Ανατρέχοντας σε μια παλιά συνέντευξη που είχα πάρει στο Λονδίνο από την Πενέλοπε Κρους για το «Μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» διαβάζω: «Υπήρξα τυχερή, πολύ τυχερή, διότι κάποιοι άνθρωποι στην Αμερική έδειξαν ενδιαφέρον για εμένα και αυτό νομίζω ότι το οφείλω κυρίως στον Πέδρο Αλμοδόβαρ. Το Χόλιγουντ είναι η μεγαλύτερη κινηματογραφική βιομηχανία στον κόσμο και με ενδιαφέρει, αλλά ό,τι και να κάνω επιθυμώ να ξαναβρεθώ κοντά στον Πέδρο, διότι πάνω απ’ όλα θέλω να παίζω ρόλους που δεν έχω παίξει στο παρελθόν».
Γουόρχολ της Λα Μάντσα


Γνωστός και με τα παρατσούκλια «Ο Γουόρχολ της Λα Μάντσα» και «Ο Φασμπίντερ της Μεσογείου», ο Πέδρο Αλμοδόβαρ γεννήθηκε πριν από 67 χρόνια στο Καλζάδα ντε Καλατρίδα της Λα Μάντσα (25 Σεπτεμβρίου 1949). Σε ηλικία 16 ετών έφυγε για τη Μαδρίτη. Ξεκινώντας από το μηδέν εργάστηκε αρχικώς στον αντίστοιχο… ΟΤΕ(!) και δέκα χρόνια αργότερα άρχισε να σκηνοθετεί μικρού μήκους ταινίες με μια Super 8 κάμερα. Συνεργάτης καλλιτεχνικών περιοδικών όπως το «16», έχει επίσης γράψει ένα φωτο-πορνο-ρομάντζο, έχει υπάρξει μέλος της θεατρικής ομάδας Λος Γκολιάδος και έχει ιδρύσει πανκ συγκρότημα, τους «Αλμοδόβαρ και Μακ Ναμάρα».
Ο Αλμοδόβαρ ανήκει στο επαναστατικό κίνημα της Movida Madrilena που γεννήθηκε στην Ισπανία μετά το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο. Παρότι το κίνημα ήταν της Αριστεράς, ο ίδιος ο Αλμοδόβαρ πολύ έξυπνα δεν θέλησε ποτέ να γίνει «παπαγαλάκι» της πολιτικής. Ομως ο θάνατος του ισπανού δικτάτορα το 1975 δεν απελευθέρωσε μόνον τους ισπανούς κινηματογραφιστές που είδαν επιτέλους τις ταινίες τους να μην πέφτουν στην αγχόνη της λογοκρισίας. Το τέλος της δικτατορίας λύτρωσε την Ισπανία σε όλους τους τομείς και απελευθέρωσε κυρίως τη γυναίκα, που στα χρόνια του Φράνκο έπρεπε να μην είναι τίποτε παραπάνω από μια καλή νοικοκυρά, πιστή σύζυγος και αφοσιωμένη μητέρα.
Ο Αλμοδόβαρ καλύτερα ίσως από κάθε άλλον σκηνοθέτη της Ισπανίας έδωσε στη γυναίκα σεξουαλικότητα προκαλώντας από ύμνους και θαυμασμό έως κατηγορίες για μισογυνισμό. Δόση αλήθειας πολύ πιθανόν να υπάρχει και στα δύο γιατί ο ισπανός σκηνοθέτης βρέθηκε πολλάκις στο στόχαστρο φεμινιστικών οργανώσεων. Ο,τι όμως και να του προσάψεις, με τίποτε δεν μπορείς να αμφισβητήσεις ότι οι γυναίκες υπήρξαν ανέκαθεν πηγή και «εργαλεία» της έμπνευσής του και ότι τις έχει τιμήσει δεόντως.
Τα πρότυπα αλμοδοβαρικής ματιάς

  • «Γυναίκες στα πρόθυρα νευρικής κρίσης»
Η Κάρμεν Μάουρα αποφασίζει να εκδικηθεί με τον χειρότερο τρόπο τον πλεϊμπόι εραστή της που την παράτησε και το πρόβλημα είναι ότι και άλλες γυναίκες που είχαν σχέση μαζί του θέλουν να κάνουν το ίδιο… Η ερωτική τρέλα στο αποκορύφωμά της μέσα από καταστάσεις κωμικοτραγικές και χαρακτήρες υπερβολικούς. Ο Αλμοδόβαρ σε μια από τις πιο δημοφιλείς ταινίες του τσαλαβουτά στον ψυχισμό της γυναίκας των eighties, βγάζει στην επιφάνεια όλα τα ερωτικά της απωθημένα και προτείνεται για πρώτη φορά στα Οσκαρ.
  • «Ψηλά τακούνια»
Το σχόλιο του Αλμοδόβαρ για την έντονη σχέση μιας διάσημης, εγωκεντρικής ηθοποιού με την κόρη της –παρουσιάστριας της τηλεόρασης. Ασπλαχνες μανάδες, αδύναμες κόρες, σκληρά αντράκια αλλά και τραβεστί σε ένα πανέξυπνο πάντρεμα κωμωδίας και μελοδράματος με κυρίαρχες μορφές τη Βικτόρια Αμπρίλ και τη Μαρίζα Παρέδες στους ρόλους κόρης – μάνας αντιστοίχως.
  • «Το μυστικό μου λουλούδι»
Η Μαρίζα Παρέδες υποδύεται τη συγγραφέα γλυκανάλατων μπεστ σέλερ, η οποία εν μέσω συζυγικής κρίσης επιστρέφει στο χωριό καταγωγής της και μαθαίνει από τη μητέρα της ένα τρομερό μυστικό που την αφορά. Η σημαδιακή στροφή του Αλμοδόβαρ στο μελόδραμα, ένα ερωτικό-ψυχολογικό παιχνίδι, αλλά ο παλμός του αφορά προσωπικά τον Αλμοδόβαρ, κάτι που έχει σχέση με τις ρίζες του, κάτι που περικλείει μέσα του ανθρωπιά και ευαισθησία.
  • «Ολα για τη μητέρα μου»
Ο σκελετός της ιστορίας δεν απέχει πολύ από το κλασικό μελόδραμα που ο ισπανός σκηνοθέτης αγαπά τόσο πολύ και υπηρετεί τόσο ευλαβικά: μια μητέρα αναζητεί τα ίχνη του πατέρα του γιου της, ύστερα από τον θάνατο του τελευταίου σε τροχαίο. Η αναζήτηση όμως επιφυλάσσει εκπλήξεις και είναι οι καλύτερες από όσες έχουμε ως τώρα δει σε ταινία του Αλμοδόβαρ… Μούσες του εδώ, οι Σεσίλια Ροθ, Πενέλοπε Κρους, Μαρίζα Παρέδες.
  • «Γύρνα πίσω»
Μυστικά και ψέματα, αμαρτίες και εγκλήματα στη ζωή μιας ταλαιπωρημένης, όμορφης γυναίκας (Πενέλοπε Κρους), χήρας, μητέρας, αδελφής και κόρης, η οποία επιστρέφει στον τόπο της, τη Λα Μάντσα, για να ξεδιαλύνει το παρελθόν της. Το μοναδικό «αλμοδοβαρικό» σύμπαν για το οποίο τα λόγια περιττεύουν είναι το απόλυτο πλεονέκτημα μιας θαυμάσιας γυναικείας ταινίας, μέσω της οποίας πονηρά αλλά ευέλικτα ο Αλμοδόβαρ εισχωρεί ακόμη και στον χώρο της μεταφυσικής. Πλεονέκτημα επίσης η Πενέλοπε Κρους, την οποία βλέπουμε επιτέλους σε μια καλή ερμηνεία, η οποία την οδήγησε στην κούρσα των Οσκαρ.

πότε & πού:

Η ταινία «Julieta» θα διανεμηθεί στην Ελλάδα την ερχόμενη χειμερινή σεζόν από την Odeon.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ