H Ελλάδα παραμένει σε κατάσταση «limbo» (στο προαύλιο της Κόλασης), ευρισκόμενη δηλαδή σε μια γκρίζα ζώνη, στο κενό, στη λήθη, σε μια παρατεταμένη περίοδο αναμονής, έχοντας πολλά ανοιχτά μέτωπα, εκτιμά μεταξύ άλλων σε έκθεσή της για την ελληνική οικονομία και τη χώρα η αμερικανική τράπεζα Citigroup.
Σε πολιτικό επίπεδο, όπως αναφέρει, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η έναρξη των συνομιλιών για την ελάφρυνση του χρέους καθυστερούν. Από οικονομικής άποψης πάλι, μπορεί το ΑΕΠ να μην κατέρρευσε το 2015, ωστόσο η οικονομία δεν δείχνει σημάδια ανάκαμψης.
Την ίδια στιγμή η προσφυγική κρίση, με περισσότερους από 50.000 πρόσφυγες να βρίσκονται ήδη εγκλωβισμένοι στην Ελλάδα, η οποία έχει μετατραπεί σε χώρα προορισμού, και οι δυσκολίες εφαρμογής της σχετικής συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας αυξάνουν τις προκλήσεις για την κυβέρνηση, η δημοτικότητα της οποίας δείχνει σημάδια διάβρωσης.
Τα παραπάνω αυξάνουν τους κινδύνους ενός νέου πολιτικού αδιεξόδου ή ακόμη και πρόωρων εκλογών, εν όψει μάλιστα κρίσιμων υποχρεώσεων όσον αφορά την εξυπηρέτηση του χρέους τον ερχόμενο Ιούλιο, 300 εκατ. ευρώ προς το ΔΝΤ και 2,3 δισ. ευρώ προς την ΕΚΤ και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες. Ετσι το στοίχημα των πρόωρων εκλογών έχει αυξηθεί, αν και κάτι τέτοιο δεν δείχνει προς το συμφέρον του ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα μάλιστα που η αξιωματική αντιπολίτευση υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη δείχνει να προηγείται στις δημοσκοπήσεις.

Πιο επιεικής στάση


Καθώς πάντως το χάσμα μεταξύ δανειστών και κυβέρνησης στο Ασφαλιστικό δεν είναι αγεφύρωτο και καθώς η χώρα διαδραματίζει καίριο ρόλο στην προσφυγική κρίση, η Citigroup θεωρεί πιθανόν ότι οι ευρωπαίοι πιστωτές θα επιλέξουν μια ελαφρώς πιο επιεική στάση ώστε να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης θεωρείται εξάλλου ζωτικής σημασίας, δεδομένου ότι αποτελεί προϋπόθεση για την έναρξη των συνομιλιών ελάφρυνσης του χρέους –ένα θέμα που κατέστη σημαία για τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης θα ανοίξει τον δρόμο για την έναρξη των συνομιλιών για την ελάφρυνση του χρέους, ενώ η επαναφορά του waiver –της ελάφρυνσης του haircut (κουρέματος) στα collaterals (εγγυήσεις) των τραπεζών από την ΕΚΤ –θα βελτιώσει τη ρευστότητα των τραπεζών μειώνοντας το κόστος χρηματοδότησής τους.
Παράλληλα η χώρα ίσως συμμετάσχει συνολικά στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ευρωζώνης. Σήμερα ωστόσο η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες κατέχουν ελληνικά ομόλογα αξίας 20 δισ. ευρώ, ενώ αν η Ευρωτράπεζα εντάξει και την Ελλάδα στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, με βάση τα κριτήρια, θα μπορεί να αγοράσει ελληνικά κρατικά ομόλογα αξίας 4 δισ. ευρώ, κάτι που σημαίνει ότι η δυνατότητα αγορών θα εξαντληθεί σε μόλις τρεις μήνες.
Η ισορροπία


Ωστόσο το σήμα στις αγορές αν η ΕΚΤ εντάξει τα ελληνικά περιουσιακά στοιχεία στο πρόγραμμά της θα είναι αρκετά ισχυρό και ο αντίκτυπος όσον αφορά την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης πολύ θετικός. Κορυφαίοι εγχώριοι τραπεζίτες μάλιστα εκφράζουν την άποψη πως αν κλείσει η συμφωνία άμεσα, ως το τέλος του χρόνου, τα capital controls θα έχουν αποσυρθεί, η οικονομία θα ισορροπήσει και ορισμένα επιχειρηματικά σχέδια θα απελευθερωθούν. Στο θέμα της ελάφρυνσης του χρέους, το οποίο στο τέλος του 2015 έφθανε τα 331 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 16 δισ. ευρώ αφορούσαν οφειλές προς το ΔΝΤ και τα 205 δισ. ευρώ προς τις χώρες της ΕΕ, υπάρχουν αμφιβολίες στο κατά πόσον οι εταίροι είναι έτοιμοι για ουσιαστικές παραχωρήσεις.
Οι χώρες του πυρήνα εξέφρασαν π.χ. την άποψη ότι η αναδιάρθρωση του χρέους δεν είναι επείγον ζήτημα (με δεδομένο το ευνοϊκό προφίλ εξαγοράς τα επόμενα χρόνια) καθώς θα περιόριζε τα κίνητρα της Ελλάδας για συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.
Για τη Citigroup, πάντως, τους τελευταίους μήνες έχει επιτευχθεί συναίνεση μεταξύ των διαφόρων εμπλεκομένων μερών σχετικά με τη μορφή που θα λάβει η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Κυρίαρχο ρόλο στον τρόπο που θα αξιολογείται η βιωσιμότητα του χρέους θα παίξει πλέον όχι η σχέση του ως προς το ΑΕΠ αλλά οι ετήσιες δαπάνες εξυπηρέτησής του.
Επιστροφή στην ανάπτυξη


Το ΔΝΤ κινείται στη βάση της παραδοχής ότι οι ετήσιες δαπάνες δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ, ένας δείκτης που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας χρέους αναδυομένων αγορών, ενώ, όπως εκτιμάται, η παράταση της περιόδου χάριτος για τους τόκους παράλληλα με την επέκταση της διάρκειας παλαιών δανείων θα αποτελέσουν μέρος της λύσης. Ωστόσο το μεγάλο πρόβλημα για τη χώρα παραμένει η επιστροφή στην ανάπτυξη.
Το οικονομικό κλίμα έχει ανακτήσει μόνο τις μισές απώλειες που σημειώθηκαν από τον Δεκέμβριο του 2014 ως τον Ιούλιο του 2015, υποστηρίζει η Citi.
Αυτό υποδηλώνει ότι ο υψηλός βαθμός αβεβαιότητας παραμένει, κάτι που αποτελεί τροχοπέδη για τις επενδύσεις και την κατανάλωση. Την ίδια στιγμή η εγχώρια ρευστότητα παραμένει ασθενική καθώς μόλις 1,7 δισ. καταθέσεις έχουν επιστρέψει από τα 42 δισ. ευρώ που αποσύρθηκαν, ενώ η απομόχλευση (μείωση των δανικών) στις τράπεζες συνεχίζεται με ρυθμό 5 δισ. ευρώ ή 2,7% του ΑΕΠ ετησίως, την ώρα που το ναυτιλιακό συνάλλαγμα και τα τουριστικά έσοδα προβληματίζουν. Η αμερικανική τράπεζα εκφράζει πάντως την άποψη ότι ακόμη και το τρίτο πακέτο διάσωσης μπορεί τελικά να αποτύχει να αποκαταστήσει τη δημοσιονομική σταθερότητα και να διασφαλίσει το μέλλον της Ελλάδας στο πλαίσιο της Νομισματικής Ενωσης, μη αποκλείοντας έτσι την επανεμφάνιση των φόβων περί Grexit τα επόμενα ένα-τρία χρόνια.

ΟΟΣΑ
Τα μέτωπα της οικονομίας

Η ύφεση, η έλλειψη τραπεζικής χρηματοδότησης και τα εναπομείναντα διαρθρωτικά εμπόδια καθυστερούν τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας, εκτιμά ο ΟΟΣΑ. Η ενσωμάτωση της Ελλάδας στις παγκόσμιες αλυσίδες αξίας είναι χαμηλή εξαιτίας των ανεπαρκών επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο και σε κεφάλαιο που να βασίζεται στη γνώση, στον περιορισμό των ολιγοπωλίων, των αδυναμιών στη δημόσια διοίκηση, του χαμηλού επιπέδου των ΞΑΕ, του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων, ενώ το πλαίσιο στην ενέργεια και στις μεταφορές περιορίζει τις συναλλαγές στα αγαθά και στις υπηρεσίες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ