Ενας χρόνος έχει περάσει από τότε που ξέσπασε μία από τις πιο αιματηρές συγκρούσεις στον κόσμο. Το περασμένο Σάββατο συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τότε που αραβικές αεροπορικές δυνάμεις με επικεφαλής τη Σαουδική Αραβία ξεκίνησαν τους βομβαρδισμούς ενάντια στις δυνάμεις των ανταρτών της Υεμένης, η οποία ήταν ήδη το φτωχότερο κράτος στον αραβικό κόσμο. Σε αυτό το διάστημα περισσότεροι από 3.200 πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους και 5.700 έχουν τραυματιστεί. Το 60% των θυμάτων προκλήθηκε από τις αεροπορικές επιθέσεις. Παρ’ όλα αυτά, είναι μια σύγκρουση που λίγο αναφέρεται από τα μέσα ενημέρωσης.
Οι συζητήσεις για τον τερματισμό του πολέμου έχουν ξεκινήσει στο Ριάντ, αλλά η ειρηνευτική διαδικασία αναμένεται εξαιρετικά δύσκολη. Πόλεις όπως το Αντεν και η Ταΐζ έχουν ισοπεδωθεί, μαχητές της Αλ Κάιντα στην Αραβική Χερσόνησο ελέγχουν πλέον στρατηγικής σημασίας πόλεις και το Ισλαμικό Κράτος έχει εδραιωθεί για τα καλά στη χώρα. Πολλοί είναι οι νέοι που εξαιτίας της ανεργίας και της έλλειψης ευκαιριών εντάσσονται στους κόλπους των τζιχαντιστών. Το Αντεν βιώνει σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ αντίπαλων πολιτοφυλακών και το Ισλαμικό Κράτος διεξάγει επιθέσεις αυτοκτονίας και δολοφονίες. Η ανεργία και η φτώχεια μαστίζουν την πρωτεύουσα Σαναά. Τους τελευταίους δέκα μήνες η πόλη δεν έχει ηλεκτρισμό, οι τιμές των αγαθών έχουν εκτοξευθεί στα ύψη και χιλιάδες πολίτες έχουν χάσει τη ζωή τους. Παιδιά στρατολογούνται μαζικά για να πολεμήσουν, ενώ το 80% του πληθυσμού έχει ανάγκη την ανθρωπιστική βοήθεια.
Το φιάσκο της σαουδαραβικής επέμβασης

Η Υεμένη είναι πια μια χώρα διαλυμένη, με μακροχρόνια προβλήματα και έναν πληθυσμό που θα χρειάζεται βοήθεια για πολλά χρόνια. Στο μεταξύ κανείς από τους στρατηγικούς στόχους της Σαουδικής Αραβίας δεν έχει επιτευχθεί. Οι σιίτες αντάρτες Χούτι συνεχίζουν να βρίσκονται οχυρωμένοι στη Σαναά και στον Βορρά, παρά την καταστροφή μεγάλου μέρος του στρατιωτικού εξοπλισμού τους.
Οι συγκρούσεις στην Υεμένη είχαν ξεκινήσει έξι μήνες πριν από τους αεροπορικούς βομβαρδισμούς. Οι αντάρτες Χούτι, εξοργισμένοι με τη διεφθαρμένη κυβέρνηση, κατέλαβαν τη Σαναά υποχρεώνοντας τον αναγνωρισμένο από τα Ηνωμένα Εθνη πρόεδρο Αμπντ Ράμπο Μανσούρ Χάντι σε κατ’ οίκον περιορισμό. Ο ίδιος αργότερα κατάφερε να δραπετεύσει και να καταφύγει στη γειτονική Σαουδική Αραβία. Μέσα σε έξι μήνες οι Χούτι είχαν καταφέρει να αποκτήσουν τον έλεγχο ολόκληρης της Δυτικής Υεμένης, τη στιγμή που οι κυβερνητικές δυνάμεις εγκατέλειπαν το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Υεμένης στην Αλ Κάιντα.
Οι σιίτες Χούτι αντιπροσωπεύουν μια μειονότητα στον συνολικό πληθυσμό της Υεμένης, ωστόσο ενισχύθηκαν πολύ από τη συνεργασία με έναν πρώην εχθρό τους, τον πρώην πρόεδρο Αλί Αμπντουλάχ Σαλέχ, ο οποίος καθαιρέθηκε στη διάρκεια των διαμαρτυριών της Αραβικής Ανοιξης το 2011. Ο Σαλέχ παρέμεινε στην Υεμένη και διατήρησε την πίστη μεγάλου μέρους του στρατού και των δυνάμεων ασφαλείας.

Κατακραυγή από τη διεθνή κοινότητα

Η Σαουδική Αραβία, πεπεισμένη ότι οι εξελίξεις στην Υεμένη ήταν μέρος ενός σχεδίου του σιιτικού Ιράν για επιρροή στην περιοχή, μαζί με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και άλλα αραβικά κράτη αποφάσισαν να ξεκινήσουν βομβαρδισμούς ελπίζοντας ότι γρήγορα θα ξεμπέρδευαν με τους Χούτι.
Οι Χούτι όμως δεν επέστρεψαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων –έπειτα από 12 μήνες βομβαρδισμών η Σαουδική Αραβία έχει επιτύχει ελάχιστα. Μάλιστα πιστεύεται ότι σουνίτες τζιχαντιστές έχουν συμμαχήσει με τη Σαουδική Αραβία και τα υπόλοιπα κράτη που συμμετέχουν στους βομβαρδισμούς ενάντια στους Χούτι, κάτι που το Ριάντ αρνείται.
Υπάρχουν πληροφορίες ότι οι ειρηνευτικές συνομιλίες θα ξεκινήσουν στο Κουβέιτ στις 17 Απριλίου. Μια αντιπροσωπεία των Χούτι επισκέφθηκε το Ριάντ τον Μάρτιο. Παρότι η Σαουδική Αραβία έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει τους βομβαρδισμούς, διστάζει λόγω της κατακραυγής της διεθνούς κοινότητας. Και γνωρίζει ότι αν θέλει να διώξει τους αντάρτες Χούτι από τη Σαναά, θα πρέπει να γίνουν σκληρές μάχες στο έδαφος με πολλά θύματα από την πλευρά της.

HeliosPlus