Αιφνιδιασμένη από τη σφοδρότητα των πιέσεων που δέχεται στα πεδία της προσφυγικής κρίσης και της αξιολόγησης, η ηγεσία της κυβέρνησης αναζητεί και πάλι τους τρόπους διαχείρισης και τις μεθοδεύσεις για τη διατήρηση της κοινοβουλευτικής της ισχύος.

Ο συνδυασμός των γεγονότων στα δύο ανοιχτά μέτωπα, παρά το γεγονός ότι από πολλές πλευρές είχε θεωρηθεί αναμενόμενος, φάνηκε ότι βρήκε απροετοίμαστη την ομάδα του Μεγάρου Μαξίμου.

Δυσμενείς εξελίξεις
Οι δυσμενείς εξελίξεις στο πεδίο του Προσφυγικού, με την αναβάθμιση της Τουρκίας και την επισφράγιση της απόφασης για κλείσιμο των βορείων συνόρων της χώρας, συμπληρώθηκαν στα τέλη της προηγούμενης εβδομάδας από την ανοιχτή πλέον σύγκρουση του Αλ. Τσίπρα με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντ. Τουσκ. Αντικείμενο της αντιπαράθεσης ήταν διατυπώσεις των συμπερασμάτων της πρόσφατης Συνόδου των Βρυξελλών, αφότου πάντως ο έλληνας πρωθυπουργός τις είχε προσυπογράψει και είχε δηλώσει ικανοποιημένος.

Στο σκηνικό αυτό προστέθηκε η ψυχρολουσία του πρώτου ραντεβού με τους εκπροσώπους των δανειστών. Εκεί φάνηκε ότι οι ελπίδες της κυβέρνησης περί κάποιας ενδεχόμενης χαλάρωσης της πίεσης στο Ασφαλιστικό ήταν εντελώς αβάσιμες: με το «καλημέρα» οι εκπρόσωποι του κουαρτέτου κατέστησαν σαφές ότι δεν αφήνουν περιθώρια αποφυγής των περικοπών στις επικουρικές συντάξεις, ότι εξακολουθούν να απορρίπτουν την αύξηση των εργοδοτικών εισφορών και ότι επιμένουν στις μειώσεις των νέων, κύριων συντάξεων ως βασική προϋπόθεση για την επιτυχία της αξιολόγησης. Επιπλέον, απορρίφθηκαν και οι προτεινόμενες από την κυβέρνηση ελαφρύνσεις στις εισφορές αγροτών και αυτοαπασχολουμένων, μέσω των οποίων το Μέγαρο Μαξίμου επιχείρησε τις προηγούμενες εβδομάδες να εκτονώσει τις κοινωνικές αντιδράσεις.

Υπό τις συνθήκες αυτές, το χρονοδιάγραμμα που έχει περιγραφεί από τον Πρωθυπουργό, σύμφωνα με το οποίο περί τα τέλη Μαρτίου θα προχωρούσαν και θα ψηφίζονταν τα επίμαχα νομοσχέδια (Ασφαλιστικό και Φορολογικό), θεωρείται από τους περισσότερους βουλευτές μη ρεαλιστικό. Σύμφωνα δε με μια κυρίαρχη εκτίμηση, η πιθανότερη ημερομηνία ψήφισης των σκληρών μέτρων που επιβάλλει το κουαρτέτο θα πρέπει να τοποθετηθεί κάπου μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, το τελευταίο δηλαδή επταήμερο του Απριλίου.

Σε αυτές τις συνθήκες, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζεται μονίμως προβληματισμένη – τουλάχιστον μεγάλα τμήματά της.

Δεδομένου δε ότι η διαπραγμάτευση με το κουαρτέτο προμηνύεται μακρά, στις τάξεις της κυβερνητικής πλειοψηφίας αρχίζει να εμφανίζεται μια τάση αντίδρασης και δυσφορίας απέναντι στην ηγεσία της κυβέρνησης.

Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με πληροφορίες, εντός των προσεχών ημερών αναμένεται να υπάρξουν φωνές που θα ζητούν σύγκληση της ΚΟ, προκειμένου να ενημερωθούν οι βουλευτές για τις ακριβείς διαθέσεις και τους σχεδιασμούς του Μεγάρου Μαξίμου.

Βουλευτές-«όμηροι»
Το σκηνικό που διαμορφώνεται κάνει πολλούς βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να μην αποκλείουν καμία εξέλιξη στις προσεχείς εβδομάδες. Παρά τη γενικευμένη αντίληψη ότι η κυβέρνηση θα κατορθώσει να ψηφίσει τα σκληρά μέτρα – αν της δοθεί και ένα επικοινωνιακό περιθώριο κινήσεων σε περίπτωση που ανοίξει κάποια συζήτηση για το χρέος –, εντός της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν πολλοί που αισθάνονται ότι τελούν υπό ομηρεία.

Βλέποντας πως τα μέτρα που έρχονται θα είναι από πολιτικής απόψεως μη διαχειρίσιμα, καταλαβαίνουν ότι η πίεση που θα ασκηθεί από το Μέγαρο Μαξίμου προς τους βουλευτές θα είναι αφόρητη και πιθανολογούν ότι θα φθάσει στα όρια του εκβιασμού, υπό τη δαμόκλειο σπάθη της καταγγελίας για ανατροπή της κυβέρνησης, σε συνεργασία με τα «κέντρα της διαπλοκής».

Ετσι ερμηνεύεται άλλωστε από τους περισσότερους και η σπουδή με την οποία ο κ. Τσίπρας ζήτησε τη διεξαγωγή προ ημερησίας διατάξεως συζήτησης (για τις αποκαλύψεις του «Βήματος») σχετικά με τις καταγγελίες σε βάρος του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης, Δ. Παπαγγελόπουλου. Κατά τα όσα αναφέρουν ακόμη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, η επιδίωξη του Μεγάρου Μαξίμου είναι σαφής και αφορά την καλλιέργεια ενός κλίματος έντασης και την επίθεση κατά της αντιπολίτευσης (μείζονος και ελάσσονος) για ζητήματα διαφάνειας, διαφθοράς κ.λπ., όπου η ομάδα περί τον Πρωθυπουργό θεωρεί πως διαθέτει το αδιαμφισβήτητο και ακλόνητο ηθικό πλεονέκτημα. Παράλληλα, με αυτή την κίνηση ο Πρωθυπουργός εκτιμάται ότι θα επιδιώξει να δημιουργήσει ένα ρήγμα στις τάξεις της ΝΔ και ειδικότερα μεταξύ καραμανλικών και της νέας ηγεσίας του Κ. Μητσοτάκη – δεδομένου ότι ο κ. Παπαγγελόπουλος είχε υπάρξει πρόσωπο της απολύτου εμπιστοσύνης του Κ. Καραμανλή.

Τα σενάρια
Υπό τις συνθήκες αυτές, δύο σενάρια αρχίζουν να διακινούνται, κατά μείζονα λόγο από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ.
Το πρώτο συγκλίνει στην – έστω και περιπετειώδη – ολοκλήρωση της αξιολόγησης περί τα τέλη Απριλίου και στην εν συνεχεία ταχεία προσπάθεια του Πρωθυπουργού να κερδίσει λίγο χρόνο ακόμη. Στο πλαίσιο αυτό, στην περίοδο αμέσως μετά το Πάσχα τοποθετείται ένας ανασχηματισμός, ο οποίος, σύμφωνα με κάποιους, θα μπορούσε να έχει και χαρακτηριστικά πολιτικής διεύρυνσης, με την ανάθεση χαρτοφυλακίων σε πρόσωπα εκτός ΣΥΡΙΖΑ, όπως π.χ. κάποια που είχαν συμμετάσχει και στην υπηρεσιακή κυβέρνηση του προηγούμενου καλοκαιριού. Στο σενάριο αυτό συμβάλλει και η διάθεση του κ. Τσίπρα να συνομιλήσει με την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία, όπως φάνηκε και από την προγραμματισμένη για χθες, Σάββατο, παρουσία του στη συνάντηση των Ευρωπαίων Σοσιαλδημοκρατών ηγετών στο Παρίσι.

Το δεύτερο σενάριο εκκινεί από μια ενδεχόμενη εμπλοκή στις διαπραγματεύσεις και σε μια όξυνση της σύγκρουσης Αθήνας – Βρυξελλών λόγω του Προσφυγικού. Σε αυτή την περίπτωση, κάποιοι επιμένουν ότι ο κ. Τσίπρας αναμένει να εκτιμήσει και το κλίμα που θα διαμορφώνεται στη Βρετανία εν όψει του δημοψηφίσματος, με ενδεχόμενο να παίξει το «αντιευρωπαϊκό» χαρτί και να προσφύγει στους πολίτες με ένα νέο δημοψήφισμα.

Καταιγίδα εν όψει
Μουρμούρες βουλευτών, πυρά πρώην «φίλων»
Εν αναμονή των εξελίξεων στα δύο ανοιχτά μέτωπα, του Προσφυγικού και της αξιολόγησης, βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ έχουν αρχίσει να προειδοποιούν για τα μετέωρα βήματα του Μεγάρου Μαξίμου ελλείψει σχεδιασμού και απουσία ουσιαστικής κομματικής δομής και οργάνωσης.

Η μετάθεση του συνεδρίου έχει εκληφθεί (και) ως ένδειξη της αδυναμίας της κυβερνητικής ομάδας να απευθυνθεί στο κόμμα, το οποίο κατά κάποιες πληροφορίες φυλλορροεί σε περιφερειακό επίπεδο, καθώς παρατηρείται φυγή στελεχών προς τη ΛΑΕ και άλλα σχήματα της Αριστεράς. Βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ επισημαίνουν τον κίνδυνο της πολιτικής διάβρωσης του κόμματος καθώς η πολιτική που ασκεί πλήττει ολοένα και περισσότερες κοινωνικές ομάδες.

Δεδομένου πάντως ότι ο Αλ. Τσίπρας έχει αρχίσει να δέχεται ομοβροντία πυρών από πρώην συνεργάτες του και μέλη της πρώτης κυβέρνησης του Ιανουαρίου, κάποιοι εξ εκείνων που γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα επισημαίνουν το εξής: η ομάδα των «53+» μπορεί να εμφανίζεται δραστήρια και ενεργή, όμως πολύ δύσκολα θα μπορούσε να μετατραπεί σε απειλή για τη συνοχή του κόμματος. Προσθέτουν δε: «Μην ξεχνούμε όμως ότι πρόσωπα που στην προηγούμενη περίοδο βρέθηκαν πολύ κοντά στον Τσίπρα έχουν επιλέξει τη σιωπή. Μεταξύ αυτών, ο πρώην γραμματέας του κόμματος Τ. Κορωνάκης και ο πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος Γαβρ. Σακελλαρίδης, οι οποίοι δεν είναι βέβαιον ότι θα σιωπούν για πάντα».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ