Την ίδια περίοδο που οι λατινοαμερικάνοι ειδήμονες συγκέντρωναν τεκμήρια, το περιοδικό «Θέσεις» του Γιάννη Μηλιού (τεύχος 123, περίοδος Απριλίου – Ιουνίου 2013) φιλοξενούσε άρθρο του Γιώργου Νικολαϊδη – Κρασσά το οποίο ανέλυε τι σημαίνει επαχθές χρέος με βάση τη διεθνή βιβλιογραφία. «Το δόγμα του επαχθούς χρέους», γράφει, «όπως έχει διαμορφωθεί σήμερα, θέτει αυστηρές προϋποθέσεις για την επίκλησή του, οι οποίες στην περίπτωση της Ελλάδος είτε δεν πληρούνται (έλλειψη λαϊκής συναινέσεως, απουσία οφέλους κατά την ανάληψη του χρέους) είτε είναι σχεδόν αδύνατο να αποδειχτούν (απουσία οφέλους κατά την δαπάνη των πόρων, γνώση των δανειστών)».

«Επιπλέον
», προσθέτει, «οι (από νομικής πλευράς) περιορισμένης εκτάσεως μεταβολές που πιθανολογείται ότι θα προκληθούν στο πλαίσιο των επερχομένων εκλογών καθιστούν εξαιρετικά αμφίβολο τον χαρακτηρισμό των μεταβολών αυτών ως αλλαγής καθεστώτος, ώστε να ανοίξει ο δρόμος για την επίκληση του δόγματος του επαχθούς χρέους. Εξάλλου, ο όποιος επαχθής χαρακτήρας του χρέους έχει αλλοιωθεί ανεπανόρθωτα μετά την αναδιάρθρωσή του, ενώ τα δάνεια του μηχανισμού στηρίξεως αποσκοπούσαν στην αποτροπή του κινδύνου στάσεως πληρωμών και ως εκ τούτου, κατά κοινή παραδοχή, είναι αδύνατον να χαρακτηριστούν τα ίδια επαχθή. Τέλος, τα από νομικής πλευράς σαθρά θεμέλια του χαρακτηρισμού του ελληνικού χρέους ως επαχθούς αποδυναμώνουν συνακολούθως και την χρήση ενός τέτοιου ισχυρισμού ως διαπραγματευτικού όπλου, ενώ ενδεχόμενη επίκλησή του είναι πιθανόν να έχει μακροπροθέσμως δυσμενείς επιπτώσεις για το διεθνές κύρος και την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, επιπτώσεις δυσανάλογες προς τα άμεσα οικονομικά οφέλη (όπως φαίνεται ότι έκριναν Νότιος Αφρική και Ιράκ, που είχαν πολύ ισχυρότερα νομικά ερείσματα για τα δικά τους χρέη). Εν κατακλείδι, στην ελληνική περίπτωση το δόγμα του επαχθούς χρέους ούτε ως νομικό επιχείρημα ευσταθεί ούτε ως διαπραγματευτικό εργαλείο προσφέρεται».
Κι όμως ο Σέφας Λούμινα, δικηγόρος από τη Ζάμπια, ανεξάρτητος εμπειρογνώμονας του ΟΗΕ, αυτά ακριβώς τα ιστορικά προηγούμενα επικαλέστηκε: Τη Ρουάντα, το Ιράκ και τον Αμερικανοισπανικό πόλεμο του 1898. Η κυρία Φατορέλι κατήγγειλε ότι ο EFSF ιδρύθηκε ως ιδιωτική εταιρεία για να μην υπάγεται στο διεθνές δίκαιο. Στην πραγματικότητα ο EFSF συστάθηκε ως ανώνυμη εταρεία επειδή δεν υπήρχε πρόβλεψη για τη δημιουργία διεθνούς οργανισμού όπως έγινε αργότερα με τον ESM, και υπάχθηκε στο δίκαιο του Λουξεμβούργου έχοντας μετόχους τις, τότε, 17 χώρες της Ευρωζώνης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ