Τον υψηλό βαθμό ευαισθησίας τους στις μεταβολές του μακροοικονομικού περιβάλλοντος πληρώνουν για μία ακόμη φορά οι τράπεζες. Στα αποτελέσματα του α’ τριμήνου του 2015, της χρήσης για την οποία μέχρι πρότινος υπήρχε η αισιοδοξία ότι θα άνοιγε τον δρόμο για την πρώτη μετά το 2007 επιστροφή κεφαλαίου στους μετόχους, διαφαίνεται το πλήγμα που υπέστησαν από το «γύρισμα» της οικονομίας σε ύφεση και από την αύξηση της αβεβαιότητας.
Οι περισσότεροι από τους δείκτες που έπεισαν την άνοιξη του 2014 θεσμικούς επενδυτές να ποντάρουν 8,3 δισ. ευρώ, στον δεύτερο μετά το ξέσπασμα της κρίσης γύρο ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος, επιδεινώθηκαν σημαντικά. Σε ενοποιημένη βάση, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι εμφάνισαν ζημιές 438 εκατ. ευρώ, ως αποτέλεσμα κυρίως της πολιτικής αυξημένων προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις, ύψους 1,5 δισ. ευρώ που αναγκάστηκαν να συνεχίσουν οι τραπεζίτες, για να αντιμετωπιστεί η επιτάχυνση του ρυθμού ανόδου των επισφαλειών.
Χαμένη χρονιά


Οι τραπεζικές διοικήσεις στις τηλεδιασκέψεις που είχαν με αναλυτές την περασμένη εβδομάδα εξέφρασαν την πεποίθηση ότι έρχεται σύντομα συμφωνία με την Ευρώπη, η οποία θα επιτρέψει την ταχεία επούλωση των πληγών που άνοιξαν οι πολιτικές εξελίξεις και η συνακόλουθη επιδείνωση του οικονομικού κλίματος. Υπογράμμισαν δε το γεγονός ότι η οργανική κερδοφορία συνέχισε την ανοδική της πορεία, παρά τις δυσκολίες, καταδεικνύοντας την «υγεία» των ισολογισμών.
Ωστόσο, για την πλειονότητα των επενδυτών η εφετινή χρήση θεωρείται χαμένη. Το στοίχημα είναι πλέον να τεθούν οι βάσεις το επόμενο διάστημα ώστε το 2016 να αποτελέσει το πρώτο έτος ανάκαμψης της οικονομίας και κατ’ επέκταση του κλάδου. «Οσο δεν κλείνει το deal με τους δανειστές, το πρόβλημα θα επιτείνεται, καθιστώντας ακόμη πιο δύσκολη και χρονοβόρα την επαναφορά των μεγεθών σε θετική τροχιά» επισημαίνουν τραπεζικές πηγές.
Τα προβλήματα


Οι ίδιοι κύκλοι υπογραμμίζουν πως δύο είναι τα βασικά προβλήματα που ανησυχούν τους ξένους σε αυτή τη φάση: Η ρευστότητα και τα δάνεια σε καθυστέρηση. Μέσα στο α’ τρίμηνο του 2015 η εγχώρια καταθετική βάση μειώθηκε κατά 24 δισ. ευρώ, ποσό που αναπληρώθηκε εξ ολοκλήρου από τον έκτακτο μηχανισμό στήριξης της Τράπεζας της Ελλάδος (Emergency Liquidity Assistance –ELA), δεδομένου του αποκλεισμού των ελληνικών ομίλων από τις διεθνείς αγορές repo.
Την ίδια περίοδο επιδεινώθηκε μετά από μακρά περίοδο αποκλιμάκωσης ο ρυθμός σχηματισμού δανείων σε καθυστέρηση. Οι νέες επισφάλειες έφτασαν τα 1,69 δισ. ευρώ έναντι μόλις 772 εκατ. ευρώ ένα τρίμηνο νωρίτερα. Κι ενώ με βάση τις περυσινές εκτιμήσεις αναμενόταν η κορύφωση του ποσοστού των προβληματικών χορηγήσεων το αργότερο ως και τα μέσα της φετινής χρονιάς, πλέον ο στόχος έχει μετατεθεί για του χρόνου.
Στην έξοδο οι ξένοι


Η επιδείνωση του κλίματος και των μεγεθών των τραπεζών έχει οδηγήσει στην έξοδο πολλά funds που πέρυσι είχαν στοιχηματίσει στην ανάκαμψή τους. Το σήμα για τις πρώτες ρευστοποιήσεις δόθηκε μετά την προκήρυξη των εκλογών τον περασμένο Δεκέμβριο. Το πιο επιθετικά επενδυτικά σχήματα με μικρές θέσεις πρόλαβαν και αποχώρησαν από το ελληνικό χρηματιστήριο, διαβλέποντας τον αυξημένο κίνδυνο εκτροχιασμού. Μεγαλύτερα funds δεν τα κατάφεραν λόγω μεγέθους να περιορίσουν όσο επιθυμούσαν τις θέσεις τους και εγκλωβίστηκαν.
Ο τραπεζικός δείκτης στο ΧΑ από τα υψηλά του στις αρχές Δεκεμβρίου καταγράφει απώλειες που προσεγγίζουν το 50%, με τη μεταβλητότητά του να θυμίζει μετοχές της μικρής κεφαλαιοποίησης. Η αγορά χαρακτηρίζεται από έντονα ανοδικά ξεσπάσματα όταν διαφαίνεται ότι υπάρχει προσέγγιση μεταξύ κυβέρνησης και πιστωτών, τα οποία διαδέχονται πτωτικές συνεδριάσεις, όταν διαπιστώνεται απόσταση στις θέσεις των δύο πλευρών.
Υπό τις σημερινές συνθήκες, οι τραπεζικές μετοχές απευθύνονται σε τολμηρούς που βλέπουν ότι η οικονομία θα «γυρίσει» τα επόμενα τρίμηνα. Στο θετικό σενάριο, η κυβέρνηση θα κλείσει μια συμφωνία με τους εταίρους, την οποία θα αρχίσει άμεσα να εφαρμόζει, γεγονός που θα βελτιώσει το κλίμα, θα άρει τις αβεβαιότητες και θα δώσει ώθηση στα αποτελέσματα του τραπεζικού κλάδου.


ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ
Εκτιμήσεις για νέα ανακεφαλαιοποίηση του συστήματος

Αναπόφευκτη θεωρεί πλέον ένα μεγάλο τμήμα της αγοράς την τρίτη μετά το ξέσπασμα της κρίσης ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος. Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, οι διοικήσεις των συστημικών ομίλων αναμένουν το πρώτο παράθυρο ευκαιρίας που θα παρουσιαστεί τους επόμενους μήνες για να προχωρήσουν σε νέες αυξήσεις κεφαλαίου. Η αναγκαιότητα νέων κεφαλαιακών «ενέσεων» προκύπτει από τις ακόλουθες τρεις μεταβλητές:
1) Την υπό συζήτηση αναθεώρηση των κανόνων για τον αναβαλλόμενο φόρο, που σήμερα στηρίζει σε μεγάλο βαθμό την κεφαλαιακή βάση των τραπεζών.
2) Την ανατροπή της πορείας βελτίωσης των δανείων σε καθυστέρηση, που επιβαρύνει τα αποτελέσματα μέσω των προβλέψεων.
3) Τις αντικειμενικές δυσκολίες εκτέλεσης των πλάνων αναδιάρθρωσης λόγω των δυσμενών συνθηκών στην αγορά που δεν επιτρέπουν την πώληση assets σε ικανοποιητικές τιμές.
Στα αποτελέσματα α’ τριμήνου, η ανακοίνωση των οποίων ολοκληρώθηκε την περασμένη εβδομάδα, φάνηκε ότι έχει γίνει πολλή δουλειά από τις τραπεζικές διοικήσεις τα τελευταία χρόνια για την εξυγίανση των ισολογισμών. Τα οργανικά κέρδη σημείωσαν άνοδο τόσο σε τριμηνιαία όσο και σε ετήσια βάση, κυρίως μέσω του εξορθολογισμού των δαπανών και της προσαρμογής των ομίλων στα νέα δεδομένα που δημιούργησε για την εγχώρια αγορά η κρίση.
Παράλληλα άρχισαν να διαφαίνονται τα πρώτα οφέλη από τις οικονομίες κλίμακος που συνεπάγεται η συγκέντρωση του τραπεζικού συστήματος. Η μείωση των εξόδων λειτουργίας συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, κατά κύριο λόγο μέσω της αναδιοργάνωσης του δικτύου, της ενοποίησης των συστημάτων και της αποτελεσματικότερης διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού.
Αυτό όμως δεν φτάνει. Για την ουσιαστική βελτίωση των αποτελεσμάτων απαιτείται τόσο η μείωση των επισφαλειών όσο και η αύξηση των εσόδων. Αναγκαία συνθήκη για όλα αυτά αποτελεί η βελτίωση της εμπιστοσύνης στην οικονομία, η οποία θα επιτρέψει τη διεύρυνση των πηγών χρηματοδότησης του συστήματος, την επιστροφή των καταθέσεων, την αύξηση της εισπραξιμότητας των δανείων και την ενίσχυση των νέων χορηγήσεων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ