Μια πρώτη συνάντηση του αναπληρωτή υπουργού Ναυτιλίας και Αιγαίου κ. Θεόδωρου Δρίτσα υπό τη νέα του ιδιότητα είχε την Τρίτη με συνδικαλιστικούς εκπροσώπους των λιμενικών, των ναυτικών και των λιμενεργατών.
Η αρχή έγινε με τους εκπροσώπους των αξιωματικών του Λιμενικού και συνεχίστηκε με το προεδρείο της Πανελλήνιας Ναυτικής Ομοσπονδίας (ΠΝΟ), της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Προσωπικού Λιμενικού Σώματος (ΠΟΕΠΛΣ) και της Ομοσπονδίας Υπαλλήλων Λιμένων Ελλάδας (ΟΜΥΛΕ).
Σύμφωνα με συνεργάτες του κ. Δρίτσα στόχος είναι να ενημερωθεί για τα ζητήματα που απασχολούν τους εργαζομένους και να βρεθούν τρόποι επίλυσης τους. Επίσης, πρόσθεσαν ότι το στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθηθεί θα αποκαλυφθεί στις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης και παράλληλα θα καθοριστούν οι άμεσοι, μεσοπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι στόχοι για το υπουργείο. Σχετικά με τις συναντήσεις εντός των προσεχών ημερών αναμένεται ο αναπληρωτής υπουργός να έχει επαφές με εκπροσώπους των εφοπλιστών, ενώ την Τετάρτη θα έχει επαφές με αντιπροσωπία των ακτοπλόων και των εκπροσώπων των πολιτικών υπαλλήλων του υπουργείου.
Συναντήσεις και αιτήματα
Υπόμνημα με τα προβλήματα που απασχολούν τους ναυτικούς επέδωσε η αντιπροσωπεία της ΠΝΟ στον κ. Δρίτσα. Δυο από αυτά είναι η μη καταβολή δεδουλευμένων στα πληρώματα και η ανεργία.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσαν τα ναυτεργατικά σωματεία Πανελλήνια Ένωση Μηχανικών Εμπορικού Ναυτικού (ΠΕΜΕΝ), Πανελλήνια Ένωση Κατωτέρων Πληρωμάτων Μηχανής ΕΝ «Ο Στέφενσων» και Πανελλήνια Επαγγελματική Ένωση Μαγείρων ΕΝ σημειώνεται ότι του κατέθεσαν διεκδικητικό πλαίσιο αιτημάτων μεταξύ των οποίων είναι: «Η κατάργηση του νόμου 2687/53, των εγκριτικών πράξεων νηολόγησης των πλοίων και του συνόλου της αντεργατικής – αντιδημοκρατικής νομοθεσίας. Κατάργηση κάθε μέτρου που απαλλάσσει τους εφοπλιστές να μην εφαρμόζουν την κλαδική σύμβαση Εργασίας για το σύνολο των ναυτεργατών στα πλοία, η κατάργηση του αφορολόγητου των εφοπλιστών, αύξηση της φορολογίας του μεγάλου κεφαλαίου με 45%, η κατάργηση του κανονισμού 3577/92 της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Νόμου 2932/2001 για την απελευθέρωση της ακτοπλοΐας και γενικότερα των εσωτερικών θαλάσσιων μεταφοράς της χώρας και η κατάργηση των νόμων που ιδιωτικοποιούν τα λιμάνια, τα ναυπηγεία, τα αεροδρόμια».
Επίσης του ζήτησαν «κατοχύρωση του ναυτικού επαγγέλματος ως βαρύ – ανθυγιεινό και επικίνδυνο. Ουσιαστικά μέτρα για την προστασία της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα, αποκλειστικά δημόσιο – δωρεάν ενιαίο εκπαιδευτικό σύστημα. Αποκλειστικά δημόσια – δωρεάν ναυτική εκπαίδευση και μετεκπαίδευση για όλους της ναυτεργάτες. Κατάργηση του ΠΔ 141/2014 για την ίδρυση ιδιωτικών ναυτικών σχολών και κέντρων μετεκπαίδευσης (ΝΕΚΕ) και σύγχρονες – ασφαλείς – φτηνές ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες. Απρόσκοπτη, τακτική σύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα και δια-νησιωτική σύνδεση για όλη τη διάρκεια του χρόνου. Μείωση των εισιτηρίων και των ναύλων των οχημάτων κατά 50%. Αποκλειστικά δημόσια ασφαλή λιμάνια και ναυπηγεία στην υπηρεσία του λαού»

Στη συνέχεια ο κ. Δρίτσας συναντήθηκε με αντιπροσωπεία της ΠΟΕΠΛΣ. Σύμφωνα με πληροφορίες ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας κ. Γιώργος Δριβάκος επρόκειτο να του θέσει μια σειρά από ζητήματα όπως για το Ταμείο Αρωγής Λιμενικού Σώματος (ΤΑΛΣ) αλλά και να του ζητήσει την επανεξέταση του «Λιμενικού Καλλικράτη» καθώς όπως λέει δημιούργησε αρκετά προβλήματα στο προσωπικό. Ο αναπληρωτής υπουργός έχει αναφέρει πως στους στόχους του είναι η αναβάθμιση των υπηρεσιών του Σώματος χωρίς να έχει εισέλθει σε λεπτομέρειες ενώ υπενθυμίζεται πως η τελευταία αναβάθμιση των υπηρεσιών φέρει την υπογραφή του νυν αρχηγού του ΛΣ κ. Αθανάσιου Αθανασόπουλου.
Ακολούθως ο αναπληρωτής υπουργός Ναυτιλίας και Αιγαίου συναντήθηκε με εκπροσώπους των λιμενεργατών και ένα από τα θέματα που αναμένονταν να συζητηθεί ήταν το θέμα του «παγώματος» της διαδικασίας της ιδιωτικοποίησης των λιμανιών Πειραιά και Θεσσαλονίκης και τα εργασιακά ζητήματα στις εγκαταστάσεις της Cosco. Για το θέμα των συλλογικών συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων του ΟΛΠ και ΟΛΘ, οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των δύο ενώσεων ζήτησαν την κατάργηση του αναγκαστικού μνημονιακού νόμου 4024, που σύμφωνα με τους ίδιους περικόπτει μισθολογικά κάθε μήνα περίπου το 35% της μισθοδοσίας από τους εργαζόμενους στα δύο μεγάλα λιμάνια, του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης.