Είναι σχεδόν αδύνατον να παρακολουθήσει κανείς το πλήθος των εκδόσεων που αναφέρονται στη ναζιστική εποχή και στον Αδόλφο Χίτλερ. Και όσο περνούν τα χρόνια τόσο οι σχετικές μελέτες πολλαπλασιάζονται σε όλον τον κόσμο –και στη Γερμανία φυσικά, όπου απαγορεύεται η χρήση ναζιστικών συμβόλων. Το τελευταίο δημιούργησε την εντύπωση πως η ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχε απαγορεύσει την επανέκδοση επί επτά δεκαετίες του Mein Kampf (Ο Αγών μου) του Χίτλερ.
Στην πραγματικότητα οι λόγοι είναι πιο «πεζοί»: Το βιβλίο θα είχε κυκλοφορήσει πολύ νωρίτερα, όταν το copyright έληγε στα πενήντα χρόνια, αν η διάρκειά του δεν είχε επεκταθεί στα εβδομήντα. Το copyright ανήκει στην τοπική κυβέρνηση της Βαυαρίας που ως σήμερα για πολιτικούς λόγους αρνήθηκε να το παραχωρήσει σε οποιονδήποτε εκδότη, ούτε καν σε κάποιο από τα ιδρύματα της χώρας ώστε να υπάρξει μια αξιόπιστη έκδοση του έργου, το οποίο ούτως ή άλλως κυκλοφορεί σε όλον τον κόσμο (και στη χώρα μας).
Κριτική έκδοση


Τώρα, σε αντίθεση με τα όσα υποστήριξε ο συντηρητικός ιστορικός Ερνστ Νόλτε ότι οι Γερμανοί πρέπει να αφήσουν το παρελθόν στο παρελθόν και να ξαναγίνουν ένας πολιτισμένος και σώφρων λαός, το Ιδρυμα Ιστορίας του Μονάχου αποφάσισε τον επόμενο χρόνο με τη συμπλήρωση 70 ετών από τον θάνατο του Χίτλερ –οπότε λήγει το copyright –να επανεκδώσει το Mein Kampf σε κριτική έκδοση την οποία επιμελούνται τέσσερις επιστήμονες. Στο μεταξύ την παλιά έκδοση μπορεί να τη βρει ο οιοσδήποτε, αφού υπάρχει αναρτημένη στο Διαδίκτυο.
Πρόσφατα, στις 7 Ιουλίου, ένα άρθρο του Πίτερ Ρος Ρέιντζ δημοσιευμένο στους New York Times φέρει τον ερωτηματικό τίτλο: «Πρέπει να διαβάσουν οι Γερμανοί το Mein Kampf;». Η απάντηση του Ρέιντζ είναι θετική, υπό την έννοια βεβαίως ότι τώρα θα έχουμε μια πλήρως σχολιασμένη έκδοση, διότι ακόμη κι αυτός που δεν θα ανατρέξει στο Διαδίκτυο μπορεί να βρει μια παλιά έκδοση σε κάποιες μικρές βιβλιοθήκες ή σε παλαιοπωλεία, τόσο εντός όσο και εκτός Γερμανίας.
Οι βαυαροί πολιτικοί επί 70 χρόνια είχαν αρνηθεί για πολιτικούς λόγους να επιτρέψουν την επανέκδοση του βιβλίου. Ο πραγματικός κίνδυνος ωστόσο όσο πλησίαζε η λήξη του copyright γινόταν πιο ορατός: Το βιβλίο θα επανεξεδιδόταν είτε από περιθωριακούς ακροδεξιούς οίκους είτε από οπορτουνιστές εκδότες. Η ανάγκη για μια κριτική έκδοση ήταν επιτακτική. Το βιβλίο θα υπάρχει ως βασικό ντοκουμέντο και ταυτοχρόνως θα είναι σχολιασμένο επαρκώς. H επιστημονική του πληρότητα και οι αναφορές στα πραγματικά περιστατικά θα προσφέρουν πλήρη εικόνα στις νεότερες γενιές οι οποίες δεν γνώρισαν το χιτλερικό άγος και ταυτοχρόνως θα διαλύσουν τη μυθολογία που συνοδεύει το Mein Kampf, βοηθώντας αφάνταστα και τους ιστορικούς του παρόντος και του μέλλοντος. Το πολιτικό νόημα όμως της πρωτοβουλίας είναι σημαντικότερο. Για να εκτιμήσει κανείς τη δημοκρατία, είναι αναγκαίο να γνωρίζει τις αιτίες που την κατέλυσαν. Διότι αν δεν υπάρχει πληρότητα, που τη διασφαλίζουν τα ντοκουμέντα, τα οποία στη δημόσια σφαίρα είναι τα αρχεία της μνήμης, η δημοκρατία παρουσιάζεται ευάλωτη. Τέτοιο θα πρέπει να είναι το μάθημα για τις νεότερες γενιές.
Διχογνωμίες και αντιδράσεις


Η απόφαση της επανέκδοσης του Mein Kampf προκάλεσε –αναπόφευκτα –διχογνωμίες, κυρίως ανάμεσα στους εβραϊκούς κύκλους και ειδικότερα στους ελάχιστους πλέον επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Αλλά οι πιο ψύχραιμοι τη θεωρούν αναγκαία. Το έργο δεν πρέπει να μείνει «στο περιθώριο» και να διογκώνεται από τη μυθολογία των ακροδεξιών. Από το περιθώριο άλλωστε βγήκαν ο Χίτλερ, το κόμμα και τα στελέχη του.
Τη χρονιά που εκδόθηκε το Mein Kampf (1924), αυτό το ανοικονόμητο, κακογραμμένο αλλά και ανατριχιαστικό μανιφέστο του ναζισμού, ο Χίτλερ ήταν άσημος. Μέσα σε 21 χρόνια, ως το 1945 που αυτοκτόνησε, όχι μόνο είχε τοποθετηθεί στην Αγία Τράπεζα των γερμανικών εκκλησιών δίπλα στο Ευαγγέλιο αλλά και είχε πουλήσει στη Γερμανία 10.000.000 αντίτυπα.
Μια κριτική έκδοση θα προσφέρει σε ένα ολοκληρωμένο έργο όσα περιλαμβάνονται μόνο σε εξειδικευμένες κατά το πλείστον μελέτες. Θα είναι τρίτομη και ο όγκος των σχολίων περίπου όσος και του κυρίως κειμένου. Για να αποδείξει όχι γενικόλογα αλλά με στοιχεία πως όσα είχε προαναγγείλει ο Χίτλερ τα εφάρμοσε σχεδόν κατά γράμμα. Δεν χρειάζεται λ.χ. κανείς να προβεί σε βαθυστόχαστες αναλύσεις σχετικά με τα εγκλήματα της Βέρμαχτ στην Ουκρανία, αν διαβάσει τα όσα λέει ο Χίτλερ για τους σιτοβολώνες της χώρας στο Mein Kampf.
Θα φωτίσει τις ως πρόσφατα σχεδόν αθέατες όψεις του βίου του. Το πώς γεννήθηκε το ναζιστικό κόμμα από την ομάδα ακροδεξιών που αποτελούσε τον πυρήνα της ρατσιστικής και αποκρυφιστικής Εταιρείας της Θούλης.
Θα εξηγήσει το πώς ο αυστριακός παγγερμανισμός πήρε πολιτική μορφή και κατέστη πανίσχυρος στη Γερμανία. Πώς ο άσημος και μέτριος ζωγράφος Αδόλφος Χίτλερ έγινε το ισχυρότερο πρόσωπο στην πολιτική ιστορία της Γερμανίας. Και γιατί όταν από τότε με το βιβλίο αυτό χτυπούσε τα τύμπανα του πολέμου δεν τον άκουγε κανείς στον υπόλοιπο κόσμο και ελάχιστοι του έδιναν σημασία στην ίδια του τη χώρα.

Συμβολική και πραγματική σημασία
Η έκδοση έχει συμβολική και πραγματική σημασία, ιδιαίτερα σήμερα που σε πανευρωπαϊκό επίπεδο παρατηρείται ανησυχητική άνοδος της Ακροδεξιάς. Ελπίζει κανείς ότι θα μας διαφωτίσει και για το πιο σημαντικό: πώς ο Χίτλερ μέσα στη φυλακή όπου έγραψε το «Mein Kampf», μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του οποίου ηγήθηκε, αντελήφθη πως μια δικτατορία όταν την επιβάλεις με τη θέληση του λαού μπορεί να καταστεί πανίσχυρη και εξαιρετικά επικίνδυνη για όλον τον κόσμο. Επέβαλε λοιπόν τη δική του κατά τον ιδεωδέστερο τρόπο, χρησιμοποιώντας το πολιτικό σύστημα και τις εκλογικές διαδικασίες. Η δικτατορία του ήταν πάνω σε έναν ολόκληρο λαό αλλά διά του λαού.
Ισως γι’ αυτό η νέα έκδοση του «Mein Kampf» να έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού θα είναι πλέον κριτικά σχολιασμένη από τους ίδιους τους γερμανούς επιστήμονες. Η αλήθεια δεν βλάπτει ποτέ. Και βρίσκεται πάντοτε στην πηγή όπου μπορεί να τη δει κανείς έστω κι αν ο συγγραφέας προσπαθεί να την καλύψει με μύθους και ψέματα.