Σημαντική υποβάθμιση στην ποιότητα των σκληρών σιτηρών παρατηρείται σε ολόκληρη τη χώρα μετά το αλώνισμα, με αποτέλεσμα για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια, οι εγχώριοι μύλοι να εξετάζουν το ενδεχόμενο εισαγωγών από Γαλλία και Καναδά για να καλύψουν τις ανάγκες. Υπενθυμίζουμε ότι στον τομέα των σκληρών σιτηρών η χώρα είναι κυρίως εξαγωγική αφού από τους 1 εκατ, τόνους περίπου που παράγονται ετησίως πάνω από το 60% της ποσότητας εξάγεται κυρίως προς τις βιομηχανίες ζυμαρικών της Ιταλίας. Αντίθετα η χώρα είναι έντονα εισαγωγική σε μαλακά σιτηρά (πάνω από 300.000 τόνους εισάγει ετησίως).
Αιτία για τη σημαντική αυτή υποβάθμιση της ποιότητας ήταν αφενός μεν οι βροχοπτώσεις πριν από το αλώνισμα, αφετέρου η ανομβρία του διμήνου Ιανουαρίου –Φεβρουαρίου. Οι δυσμενείς για την καλλιέργεια καιρικές συνθήκες προκάλεσαν το «άσπρισμα» των σιτηρών (δεν «ψώμωσαν») και έτσι έχασαν ειδικό βάρος, δηλαδή απόδοση σε σιμιγδάλι (από 80 ειδικό βάρος έπεσαν στα 65 έως 72 σύμφωνα με τις πρώτες δειγματοληψίες). Σε όλα αυτά τα προβλήματα θα πρέπει να προστεθούν και οι προσβολές κατά τόπους, όπως στον άξονα των παρακαρλίων στη Θεσσαλία , από σκωρίαση, με αποτέλεσμα να έχουμε σημαντική μείωση και στην ποσότητα. Χωράφια που απέδιδαν 500 με 600 κιλά το στρέμμα, φέτος βρέθηκαν στα 300…
Όλα αυτά είχαν ως συνέπεια να έχουμε με το αλώνισμα σχετική υποχώρηση των τιμών, αφού από τα 22 έως 25 λεπτά πέρυσι, πέσαμε στα 18 λεπτά στα υποβαθμισμένα, έως τα 22 λεπτά στα πρώτης ποιότητας, ωστόσο επικρατεί αισιοδοξία στις τάξεις των παραγωγών για άνοδο των τιμών, αφού θεωρούν ότι η ζήτηση θα επικρατήσει της προσφοράς, λόγω της μειωμένης παραγωγής…
Φυσικά για να συμβεί αυτό θα πρέπει να έχουμε και ανάλογες παγκόσμιες τάσεις αφού και αυτό το προϊόν είναι χρηματιστηριακό και επηρεάζεται από την τιμή bussel στο χρηματιστήριο του Σικάγο…