Νέα δεδομένα στην εγχώρια αγορά καταθέσεων δημιουργούν οι μειώσεις των επιτοκίων στους λογαριασμούς προθεσμίας τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι, Πειραιώς, Εθνική, Alpha Bank και Eurobank, αλλά και η Attica Bank προχώρησαν σε σημαντικές περικοπές στις αποδόσεις των προϊόντων «κλειστής διάρκειας», οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις έφτασαν ακόμη και τις 60 μονάδες βάσης. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει σχετικό δημοσίευμα στο «Βήμα της Κυριακής» την 1η Ιουνίου 2014, με τίτλο «Νέος κύκλος μείωσης επιτοκίων», στο οποίο γινόταν λόγος για επικείμενες νέες μειώσεις των επιτοκίων μέσα στο καλοκαίρι, μετά την αποφυγή ενός πολιτικού «ατυχήματος», με αφορμή το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Μετά τις αλλαγές που καταγράφηκαν από τις αρχές του μήνα ως και σήμερα ο στόχος των διοικήσεων των τραπεζών για μέση απόδοση γύρω ή λίγο κάτω από το 2%, στα επίπεδα δηλαδή του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου, απέχει ελάχιστα. Πλέον, το «ταβάνι» στην ετησιοποιημένη ανταμοιβή των αποταμιευτών διαμορφώνεται μεταξύ 2,2% – 2,3%, ανάλογα με την τράπεζα, με τον μέσο όρο των αποδόσεων να ανέρχεται πέριξ του 2% – 2,2%. Τραπεζικά στελέχη αναφέρουν ότι με ακόμη μία ή δύο κινήσεις προς τα κάτω αναπροσαρμογής, το κόστος χρήματος στη χώρα μας θα επανέλθει σε βιώσιμα επίπεδα, αντίστοιχα των υπολοίπων χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης, που επίσης πλήττεται από την κρίση.


Οι ευελιξίες


Σε σχέση με το τέλος του 2013 τα μέσα επιτόκια έχουν υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 60 μονάδες βάσης, ενώ σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα η πτώση ξεπερνά τις 150 μονάδες βάσης. Προς την κατεύθυνση αυτή έχει συμβάλει τόσο η βελτίωση του οικονομικού κλίματος όσο και το άνοιγμα των αγορών από Δημόσιο και τράπεζες έπειτα από πέντε χρόνια αποκλεισμού, το οποίο επέτρεψε τις πρώτες εκδόσεις ομολόγων, αλλά και την ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων μεγαλύτερων τραπεζικών ομίλων αποκλειστικά με ιδιωτικά κεφάλαια.
Η υποχώρηση των αποδόσεων πάντως δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες σταματούν το «κυνήγι» των καταθετών. Η ανάγκη για άντληση ρευστότητας από το αποταμιευτικό κοινό παραμένει. Στο πλαίσιο αυτό, εκτός από το επιτόκιο, τα τμήματα ανάπτυξης προϊόντων των πιστωτικών ιδρυμάτων έχουν επιστρατεύσει νέα και παλαιά «τεχνάσματα» για την προσέλκυση καταθέσεων. Οπως επισημαίνουν τραπεζικοί κύκλοι, με αντιστάθμισμα μια μείωση της απόδοσης, ο καταθέτης μετατρέπει μερικώς την προθεσμιακή του σε… λογαριασμό Ταμιευτηρίου. Ειδικότερα, οι καταθέτες καλούνται να επιλέξουν μέσα από μια μεγάλη γκάμα προϊόντων το πρόγραμμα που τους ταιριάζει περισσότερο, διαλέγοντας τους επιμέρους όρους του:

Διάρκεια κατάθεσης:
Η διάρκεια μιας προθεσμιακής κυμαίνεται από μία εβδομάδα και μπορεί να φτάσει, βάσει των τυποποιημένων προϊόντων που προσφέρουν οι τράπεζες, ως και τους 18 μήνες. Οι καλύτερες αποδόσεις προσφέρονται για διάρκεια 3 και 6 μηνών, και ακολουθεί ο μήνας, το 12μηνο, το 15μηνο και το 18μηνο. Πάντως, η σχετική ψαλίδα μεταξύ των πιο βραχυπρόθεσμων και των μεγαλύτερης διάρκειας καταθέσεων έχει κλείσει σημαντικά τους τελευταίους μήνες, καθώς έχει καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος της πτωτικής διαδρομής των επιτοκίων.

Είδος επιτοκίου:
Το επιτόκιο μιας προθεσμιακής μπορεί να είναι είτε σταθερό ή μεταβαλλόμενο κατά τη διάρκειά της. Επειτα από μια περίοδο όπου πολλά προγράμματα διετίθεντο με μειούμενα επιτόκια, λόγω της αναμενόμενης γενικότερης υποχώρησής τους, πλέον η πλειονότητα των προϊόντων μεταβαλλόμενης απόδοσης κατά τη διάρκεια ζωής τους προσφέρει αυξανόμενες αποδόσεις. Στην προκειμένη περίπτωση το επιτόκιο ξεκινά από χαμηλά και αυξάνεται σταδιακά, δίνοντας κίνητρο στον καταθέτη να μην προχωρήσει σε πρόωρη ανάληψη των χρημάτων του. Σε σχέση με τα προγράμματα σταθερού επιτοκίου, η μέση απόδοσή τους είναι σε γενικές γραμμές υψηλότερη, αλλά προϋποθέτει τη διατήρηση της κατάθεσης ως τη λήξη της.

Χρόνος καταβολής των τόκων:
Οι καταθέτες μέσα από την ευρεία γκάμα προϊόντων των τραπεζών μπορούν να επιλέξουν και τον χρόνο που θα εισπράξουν τους τόκους: Προκαταβολικά, στη λήξη της κατάθεσης ή ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα προϊόντα με καταβολή των τόκων στη λήξη προσφέρουν τις καλύτερες αποδόσεις.

Δυνατότητα πρόωρης ανάληψης:
Η ευχέρεια αυτή παρέχεται κατά κύριο λόγο στα προγράμματα με μηνιαία, διμηνιαία ή τριμηνιαία καταβολή των τόκων. Ειδικότερα την ημέρα της απόδοσης των τόκων, ο καταθέτης έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει είτε σε ολική ανάληψη των χρημάτων του ή σε μερική, υπό την προϋπόθεση ότι το υπόλοιπο δεν θα πέσει κάτω από το ελάχιστο όριο αρχικής κατάθεσης του εκάστοτε προγράμματος. Η διευκόλυνση αυτή πάντως έχει στην πλειονότητα των περιπτώσεων κόστος ως προς την απόδοση.

Δυνατότητα αυξομείωσης υπολοίπου:
Ορισμένα προγράμματα δίνουν στον πελάτη το δικαίωμα να μεταβάλλει υπό συγκεκριμένους όρους το κεφάλαιο της κατάθεσης, είτε προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται συνήθως σε συγκεκριμένη ημέρα κάθε μήνα. Ετσι, π.χ. ο καταθέτης μπορεί να αυξήσει το υπόλοιπο της κατάθεσης, εξασφαλίζοντας ίδιο επιτόκιο και για τα νέα κεφάλαια ή να προχωρήσει σε μερική ανάληψη χρημάτων. Τα προϊόντα με αυτά τα χαρακτηριστικά προσφέρονται είτε με χαμηλότερα επιτόκια ή αποκλειστικά για υψηλά ποσά κατάθεσης, ανάλογα με την πολιτική της κάθε τράπεζας.


ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΚΑΙ ΡΙΣΚΟ
Τα σύνθετα προγράμματα

Πλέον για να διεκδικήσει ένας καταθέτης μια απόδοση της τάξης του 3% και άνω μέσω προθεσμιακού λογαριασμού, θα πρέπει να τον συνδυάσει με ένα ή περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια. Πρόκειται για προγράμματα προκαθορισμένης διάρκειας και διαμορφούμενου κινδύνου. Τα χρήματα κατανέμονται μεταξύ μιας προθεσμιακής κατάθεσης διάρκειας ως 12 μηνών με υψηλό επιτόκιο και αμοιβαίων κεφαλαίων.
Ετσι ο επενδυτής έχει μηδενικό ρίσκο και εξασφαλισμένη απόδοση για ένα μέρος του κεφαλαίου του, αλλά το υπόλοιπο εκτίθεται στους κινδύνους των αγορών μέσω των αμοιβαίων κεφαλαίων που υποχρεωτικά αγοράζει.
Το ρίσκο που θα αναληφθεί μπορεί να διαμορφωθεί κατά το δοκούν, δεδομένου ότι με τα προγράμματα αυτά ο επενδυτής έχει τη δυνατότητα επιλογής του είδους του αμοιβαίου κεφαλαίου (ομολογιακό, μεικτό, μετοχικό) που θα συνοδεύσει την προθεσμιακή ως τη λήξη της.
Σε γενικές γραμμές, όσο μεγαλύτερο το ποσοστό που τοποθετείται στα αμοιβαία και όσο μεγαλύτερο το ρίσκο που αναλαμβάνεται τόσο πιο υψηλό το επιτόκιο του λογαριασμού προθεσμίας.
Μια δεύτερη εναλλακτική επιλογή για όσους δεν θέλουν να εκτεθούν στους κινδύνους των αγορών αποτελούν τα προγράμματα εγγυημένου κεφαλαίου που έχουν σταδιακά αρχίσει να κάνουν ξανά την εμφάνισή τους. Τα συγκεκριμένα προγράμματα αποτελούν ένα στοίχημα. Ο καταθέτης έχει εξασφαλισμένο τουλάχιστον το αρχικό του κεφάλαιο και σε κάποιες περιπτώσεις μια ελάχιστη εγγυημένη απόδοση, η οποία αυξάνεται ανάλογα με την πορεία των συνδεδεμένων με το προϊόν δεικτών. Η απόδοση είναι είτε προκαθορισμένη, εφόσον η πρόβλεψη επαληθευθεί, είτε ανάλογη της πορείας του δείκτη αναφοράς.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ