Μετά τις αλλαγές που καταγράφηκαν από τις αρχές του μήνα ως και σήμερα ο στόχος των διοικήσεων των τραπεζών για μέση απόδοση γύρω ή λίγο κάτω από το 2%, στα επίπεδα δηλαδή του υπόλοιπου ευρωπαϊκού Νότου, απέχει ελάχιστα. Πλέον, το «ταβάνι» στην ετησιοποιημένη ανταμοιβή των αποταμιευτών διαμορφώνεται μεταξύ 2,2% – 2,3%, ανάλογα με την τράπεζα, με τον μέσο όρο των αποδόσεων να ανέρχεται πέριξ του 2% – 2,2%. Τραπεζικά στελέχη αναφέρουν ότι με ακόμη μία ή δύο κινήσεις προς τα κάτω αναπροσαρμογής, το κόστος χρήματος στη χώρα μας θα επανέλθει σε βιώσιμα επίπεδα, αντίστοιχα των υπολοίπων χωρών της περιφέρειας της ευρωζώνης, που επίσης πλήττεται από την κρίση.

Οι ευελιξίες
Διάρκεια κατάθεσης: Η διάρκεια μιας προθεσμιακής κυμαίνεται από μία εβδομάδα και μπορεί να φτάσει, βάσει των τυποποιημένων προϊόντων που προσφέρουν οι τράπεζες, ως και τους 18 μήνες. Οι καλύτερες αποδόσεις προσφέρονται για διάρκεια 3 και 6 μηνών, και ακολουθεί ο μήνας, το 12μηνο, το 15μηνο και το 18μηνο. Πάντως, η σχετική ψαλίδα μεταξύ των πιο βραχυπρόθεσμων και των μεγαλύτερης διάρκειας καταθέσεων έχει κλείσει σημαντικά τους τελευταίους μήνες, καθώς έχει καλυφθεί το μεγαλύτερο μέρος της πτωτικής διαδρομής των επιτοκίων.
Είδος επιτοκίου: Το επιτόκιο μιας προθεσμιακής μπορεί να είναι είτε σταθερό ή μεταβαλλόμενο κατά τη διάρκειά της. Επειτα από μια περίοδο όπου πολλά προγράμματα διετίθεντο με μειούμενα επιτόκια, λόγω της αναμενόμενης γενικότερης υποχώρησής τους, πλέον η πλειονότητα των προϊόντων μεταβαλλόμενης απόδοσης κατά τη διάρκεια ζωής τους προσφέρει αυξανόμενες αποδόσεις. Στην προκειμένη περίπτωση το επιτόκιο ξεκινά από χαμηλά και αυξάνεται σταδιακά, δίνοντας κίνητρο στον καταθέτη να μην προχωρήσει σε πρόωρη ανάληψη των χρημάτων του. Σε σχέση με τα προγράμματα σταθερού επιτοκίου, η μέση απόδοσή τους είναι σε γενικές γραμμές υψηλότερη, αλλά προϋποθέτει τη διατήρηση της κατάθεσης ως τη λήξη της.
Χρόνος καταβολής των τόκων: Οι καταθέτες μέσα από την ευρεία γκάμα προϊόντων των τραπεζών μπορούν να επιλέξουν και τον χρόνο που θα εισπράξουν τους τόκους: Προκαταβολικά, στη λήξη της κατάθεσης ή ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ο γενικός κανόνας είναι ότι τα προϊόντα με καταβολή των τόκων στη λήξη προσφέρουν τις καλύτερες αποδόσεις.
Δυνατότητα πρόωρης ανάληψης: Η ευχέρεια αυτή παρέχεται κατά κύριο λόγο στα προγράμματα με μηνιαία, διμηνιαία ή τριμηνιαία καταβολή των τόκων. Ειδικότερα την ημέρα της απόδοσης των τόκων, ο καταθέτης έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει είτε σε ολική ανάληψη των χρημάτων του ή σε μερική, υπό την προϋπόθεση ότι το υπόλοιπο δεν θα πέσει κάτω από το ελάχιστο όριο αρχικής κατάθεσης του εκάστοτε προγράμματος. Η διευκόλυνση αυτή πάντως έχει στην πλειονότητα των περιπτώσεων κόστος ως προς την απόδοση.
Δυνατότητα αυξομείωσης υπολοίπου: Ορισμένα προγράμματα δίνουν στον πελάτη το δικαίωμα να μεταβάλλει υπό συγκεκριμένους όρους το κεφάλαιο της κατάθεσης, είτε προς τα πάνω ή προς τα κάτω. Η δυνατότητα αυτή παρέχεται συνήθως σε συγκεκριμένη ημέρα κάθε μήνα. Ετσι, π.χ. ο καταθέτης μπορεί να αυξήσει το υπόλοιπο της κατάθεσης, εξασφαλίζοντας ίδιο επιτόκιο και για τα νέα κεφάλαια ή να προχωρήσει σε μερική ανάληψη χρημάτων. Τα προϊόντα με αυτά τα χαρακτηριστικά προσφέρονται είτε με χαμηλότερα επιτόκια ή αποκλειστικά για υψηλά ποσά κατάθεσης, ανάλογα με την πολιτική της κάθε τράπεζας.
ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΚΑΙ ΡΙΣΚΟ
Τα σύνθετα προγράμματα
Πλέον για να διεκδικήσει ένας καταθέτης μια απόδοση της τάξης του 3% και άνω μέσω προθεσμιακού λογαριασμού, θα πρέπει να τον συνδυάσει με ένα ή περισσότερα αμοιβαία κεφάλαια. Πρόκειται για προγράμματα προκαθορισμένης διάρκειας και διαμορφούμενου κινδύνου. Τα χρήματα κατανέμονται μεταξύ μιας προθεσμιακής κατάθεσης διάρκειας ως 12 μηνών με υψηλό επιτόκιο και αμοιβαίων κεφαλαίων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



