Η βιομηχανία χρωμάτων στην Ελλάδα είναι παλιά ιστορία, τόσο παλιά που οι απαρχές της προσδιορίζονται στα μέσα του 19ου αιώνα, αν και η συγκρότηση του κλάδου γίνεται πολύ αργότερα, από τη δεκαετία του 1920, που είναι η αφετηρία της σύγχρονης οικονομικής συγκρότησης του ελλαδικού χώρου. Η Βιβεχρώμ –η βιομηχανία χρωμάτων που εφέτος κλείνει 82 χρόνια συνεχούς λειτουργίας –είναι μία από τις λίγες δεκάδες εταιρείες που ανήκουν στον ιστορικό πυρήνα της ελληνικής βιομηχανικής δραστηριότητας.

Ο ανταγωνισμός
H Βιβεχρώμ είναι η μεγαλύτερη εταιρεία του κλάδου, ενός κλάδου που καθ’ όλη την περίοδο της ανάπτυξης, τις δύο δεκαετίες που προηγήθηκαν της ύφεσης, παρέμεινε πολυδιασπασμένος. Συνολικά λειτουργούσαν περισσότερες από 300 επιχειρήσεις, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν μικρές βιοτεχνικές μονάδες. Η κρίση που ακολούθησε μετά το 2008 και η κατάρρευση κατέστρεψαν τουλάχιστον 150 από αυτές. Η Βιβεχρώμ διατηρεί την ηγεμονία στον κλάδο, με τις ετήσιες πωλήσεις της να είναι διπλάσιες της αμέσως επόμενης εταιρείας, αν και από το 2008, την περίοδο της κρίσης, έχασε περισσότερο από το 40% των πωλήσεών της, χωρίς να απολέσει την κερδοφορία της.
Οπως εξηγεί μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Ιωακείμ Προβατάς, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, «ο ανταγωνισμός στον κλάδο γίνεται κυρίως με κριτήριο την ποιότητα και οριακά την τιμή». Και προσθέτει: «Οι τιμοκατάλογοι των εταιρειών είναι περίπου ίδιοι, η διαφοροποίηση γίνεται στις παροχές που έχει τη δυνατότητα να δώσει μια εταιρεία στα χρωματοπωλεία, ένα μέρος των οποίων τις μετακυλίουν στη λιανική τιμή. Ως εκ τούτου η ποιότητα του προϊόντος, και δεδομένου ότι η αγορά κατά κύριο λόγο βασίζεται στις ανακαινίσεις, παίζει αποφασιστικό ρόλο». Γι’ αυτόν τον λόγο το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας, τα οποία έχουν εξαιρετικά χαμηλή τιμή, κυμαίνεται μεταξύ 10% και 15%.
Η τάση
Μάλιστα το πρώτο τρίμηνο του 2014 (το 2013 η αγορά κατέγραψε διψήφιο ποσοστό συρρίκνωσης, περίπου 20%) τα αφεντικά και στελέχη των εταιρειών άρχισαν να χαμογελούν και η ανάπτυξη κινούνταν με ρυθμό διψήφιων ποσοστών. Τα χαμόγελα πάγωσαν τον Απρίλιο και οι ελπίδες της ανάκαμψης κατέρρευσαν τον Μάιο, ο οποίος έκλεισε όχι μόνο με αρνητικό πρόσημο αλλά και με μεγάλη πτώση. Οπως εξηγεί ο κ. Προβατάς, η αιφνίδια πτώση του Απριλίου ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι το Πάσχα ήταν νωρίς και το προεκλογικό κλίμα του Μαΐου αποσταθεροποίησε την αγορά. Στο πεντάμηνο τελικώς η πτώση είναι 3%-4%. Ωστόσο οι θερινοί μήνες ως και τον Σεπτέμβριο είναι κρίσιμοι για τις πωλήσεις του κλάδου, δεδομένου ότι σε αυτό το διάστημα παρουσιάζουν άνοδο.

Βέβαια αυτή είναι η τάση της αγοράς και δεν αφορά τη Βιβεχρώμ, αφού, όπως είπε ο κ. Προβατάς, στο πεντάμηνο Ιανουαρίου – Μαΐου 2014 οι πωλήσεις της ως προς τον όγκο παρουσιάζουν αύξηση κατά 12,1% και ως προς την αξία κατά 5,1%.

Αύξηση κερδών
Το 2013 όμως ήταν μια πολύ καλή χρονιά για τη μεγαλύτερη εταιρεία χρωμάτων της ελληνικής αγοράς. Οι πωλήσεις της αυξήθηκαν 4,1% και διαμορφώθηκαν σε 44,759 εκατ. ευρώ έναντι 42,990 εκατ. ευρώ το 2012. Εντυπωσιακή όμως ήταν και η αύξηση της κερδοφορίας της, η οποία από 3,040 εκατ. ευρώ ανήλθε σε 6,728 εκατ. ευρώ σημειώνοντας αύξηση κατά 120%. Πέρυσι αύξησε κατά 165 τον αριθμό των πελατών της διαθέτοντας ευρύτατη γκάμα χρωμάτων και το μερίδιό της πλέον ανέρχεται σε 34,5%, αποφεύγοντας ωστόσο τον κίνδυνο των επισφαλειών –οι επισφάλειές της δεν υπερβαίνουν τις 82.000 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι ετησίως το 7% της κερδοφορίας της εταιρείας διανέμεται στους εργαζομένους της. Η εταιρεία συνεχίζει να έχει μηδενικό τραπεζικό δανεισμό, ενώ η εξαγωγική δραστηριότητά της παραμένει ισχνή: αν και εμφανίζει υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, της τάξεως του 68%, δεν υπερβαίνει τα 2,5 εκατ. ευρώ και αφορά κυρίως τις αγορές της Κύπρου, των Βαλκανίων και ορισμένες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης.

Διανομή κερδών στους εργαζομένους
Αν και η εταιρεία τα τελευταία 24 χρόνια ανήκει σε πολυεθνικό όμιλο, στον AkzoNobel, ο τρόπος λειτουργίας της που αφορά κατά κύριο το πλέγμα των εργασιακών σχέσεων διατηρήθηκε σχεδόν αλώβητος στη διαδρομή του χρόνου.

Ενα ποσοστό των κερδών επιστρέφει στους εργαζομένους στο τέλος του οικονομικού έτους, οι παλαιοί εργαζόμενοι έχουν αύξηση των αποδοχών τους κάθε χρόνο για να βελτιώσουν τις συνταξιοδοτικές απολαβές τους, ενώ ως πρόσφατα προτεραιότητα στις προσλήψεις είχαν οι συγγενείς των εργαζομένων. Φυσικά οι αμοιβές είναι κατά πολύ υψηλότερες από αυτές που επικρατούν στην αγορά και στην περίοδο της κρίσης δεν έγιναν μειώσεις αμοιβών ούτε απολύσεις εργαζομένων. Στη Βιβεχρώμ απασχολούνται 211 εργαζόμενοι –αυξήθηκαν κατά 8 έναντι του 2012 -, οι οποίοι εκτός της διανομής κερδών υπογράφουν συλλογική σύμβαση εργασίας, έχουν αύξηση των αποδοχών τους στην τριετία, καθώς και αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων τα τελευταία πέντε έτη πριν από τη συνταξιοδότηση 1% ετησίως.

Από τον Στέφανο Πατέρα στην AkzoNobel

Το πρώτο εργοστάσιο της εταιρείας δημιουργήθηκε στη Νίκαια από έναν «αποστάτη» του εφοπλισμού


Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, κ. Ιωακείμ Προβατάς

Η ιστορία της Βιβεχρώµ ΑΕ αρχίζει από το 1932, χρονιά κατά την οποία φαίνεται να κλείνει η µεγάλη οικονοµική ύφεση. Είναι η τελευταία χρονιά της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου. Η δραχµή έχει αποσυνδεθεί από τον λεγόµενο «χρυσούν κανόνα», τα δασµολογικά τείχη έχουν ενισχυθεί, αλλά τα πολιτικά και κοινωνικά πράγµατα παραµένουν ταραγµένα. Το πρώτο εργοστάσιο της Βιβεχρώµ δηµιουργήθηκε στη Νίκαια από έναν «αποστάτη» του εφοπλισµού, τον Στέφανο Πατέρα, ο οποίος γύρισε σπουδαγµένος από το Πανεπιστήµιο της Βόννης και δεν ακολούθησε την εφοπλιστική παράδοση της οικογένειας. Αν και η επιχείρηση ήταν µικρή και νέα, γρήγορα εντάχθηκε στον ανταγωνισµό της εποχής.


«Ως τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η επιχείρηση, αν και νέα, αποτέλεσε τη μόνη σοβαρή απειλή για το ΙΡΙΣ, παρά την ίδρυση και άλλων μονάδων αλλά και την ύπαρξη ήδη μικρότερων βιομηχανιών»
αναφέρει η κυρία Μαργαρίτα Δρίτσα στη μελέτη της «Το χρώμα της επιτυχίας. Η ελληνική βιομηχανία χρωμάτων 1830-1990» (εκδόσεις Τροχαλία, Αθήνα, 1995). Στην περίοδο της Κατοχής το εργοστάσιο συνέχισε να λειτουργεί χωρίς τον ιδιοκτήτη του επικεφαλής και η ενδυνάμωση και ανάπτυξή της αρχίζει μετά το 1945. Στη μεταπολεμική εποχή «η νέα βιομηχανία χρωμάτων συνδέθηκε / εξαρτήθηκε στενά από την οικοδομική δραστηριότητα, όπως και πολλοί άλλοι κλάδοι που αναπτύχθηκαν ως συμπληρωματικοί των κατασκευών. Η συμπληρωματικότητα προς τις κατασκευές επέτρεψε στη βιομηχανία βερνικιών και χρωμάτων να πραγματοποιήσει σχεδόν αλματώδη πρόοδο έτσι ώστε από το 1945 ως και το 1979 να περάσει στη συνείδηση των συντελεστών της ως η χρυσή εποχή του κλάδου, έστω και αν η περίοδος έκλεισε με σημαντική κάμψη» (όπ.π.).
Τον Σεπτέμβριο του 1990 ο Διαμαντής Πατέρας, γιος του ιδρυτή, είναι ήδη άρρωστος και η Nobel, πολυεθνικός όμιλος της διεθνούς αγοράς χρωμάτων, του προτείνει την εξαγορά της επιχείρησης (πέθανε 15 ημέρες μετά την πώλησή της). Αποδέχεται την πρόταση και το 51% της εταιρείας μεταβιβάζεται στη Nobel και το 49% στους ομίλους Chemagra και Megacolor. To 1994 η Nobel συγχωνεύεται με την Akzo, δημιουργείται η AkzoNobel και οι δύο μειοψηφούντες όμιλοι αρχίζουν σιγά-σιγά να πουλάνε μέρος της συμμετοχής τους. Σήμερα τους έχει απομείνει το 20,8% των μετοχών της Βιβεχρώμ ΑΕ πλέον.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ