Στις 30 Απριλίου 2014,οι Times Higher Education δημοσιοποίησαν την παγκόσμια κατάταξη των 100 καλύτερων πανεπιστημίων με «ηλικία» μικρότερη των 50 ετών. Το Πανεπιστήμιο Κρήτης είναι στην 48η θέση (το προηγούμενο έτος ήταν στην 53η). Τα μέλη του ιδρύματος αντιμετώπισαν τα «καλά» νέα μάλλον με πικρία παρά με την αναμενόμενη ικανοποίηση. Ο λόγος; Η ισοπεδωτική μεταχείριση που βιώνει το Πανεπιστήμιο Κρήτης από το κράτος.
Ακόμη και αν δεν διανύαμε αυτούς τους «πενιχρούς καιρούς» που έχει επιβάλει η «νέα» πολιτικο-οικονομική κατάσταση διεθνώς, η απαίτηση αλλαγής του προηγούμενου μοντέλου της ανώτατης εκπαίδευσης στην Ελλάδα ήταν επιβεβλημένη. Το διαχρονικό πλαίσιο στο οποίο λειτουργούν τα ελληνικά ΑΕΙ χαρακτηρίζεται από συνεχή αλλαγή νόμων με δαιδαλώδεις διαδικασίες, ισοπεδωτική κατανομή κονδυλίων, ανυπαρξία αξιολόγησης των αναγκών τους, ακύρωση της έννοιας της αυτοδιοίκησης, αυταρχική εποπτεία της κρατικής αρχής. Μαζί με αυτά, και η συναλλαγή (με στόχο τη διοίκηση) διδασκόντων – διδασκομένων, της οποίας την ευθύνη φέρουν κυρίως οι καθηγητές.
Οι επιβεβλημένες αλλαγές (διαφωνώντας ή συμφωνώντας με την ουσία τους) στο πλαίσιο λειτουργίας των ΑΕΙ που επιχειρήθηκαν, με τους Ν. 4009 και 4076, δεν έχουν δώσει το υπεσχημένο αποτέλεσμα. Δεν έχουν εκδοθεί τα ελάχιστα αναγκαία Προεδρικά Διατάγματα για τη λειτουργία του νέου θεσμικού πλαισίου. Κάποια από τα θέσφατα των προαναφερόμενων νόμων, όπως η θεσμοθέτηση του «Συμβουλίου του Ιδρύματος», παραπαίουν. Η θεσμοθέτησή τους δεν συνδέθηκε με την αναγκαία χρηματοδότηση για την αξιοπρεπή λειτουργία τους.
Η ανάπτυξη της ανώτατης εκπαίδευσης δεν μπορεί να αγνοεί το διεθνές περιβάλλον. Θαυμάζουμε συχνά τα γνωστά αμερικανικά και ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, για τα συνολικά επιτεύγματά τους. Ομως η εικόνα δεν είναι πάντα τόσο ειδυλλιακή για τους φοιτητές και τους ερευνητές. Στις ΗΠΑ η κρατική επιχορήγηση προς τους φοιτητές μειώθηκε την τελευταία δεκαετία κατά 24%, ενώ τα δίδακτρα στα πολιτειακά πανεπιστήμια αυξήθηκαν κατά 72% και στα ακριβά «μη κερδοσκοπικά» κατά 29%. Σε προηγμένες επιστημονικά χώρες (ΗΠΑ και Ελβετία) η δυσκολία νέων ταλαντούχων επιστημόνων να ενταχθούν σε θέσεις καθηγητών-ερευνητών στα πανεπιστήμια είναι πλέον δεδομένη. Η κατάσταση που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά ΑΕΙ είναι μάλλον διεθνής και πρέπει να την λάβουμε υπ’ όψιν μας αν θέλουμε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες επιβίωσής τους.
Τα δημόσια πανεπιστήμια δεν πρέπει να εξαιρούνται από την απαίτηση εξορθολογισμού και αποτελεσματικής χρήσης των δημοσίων δαπανών. Η πανεπιστημιακή διδασκαλία και η έρευνα είναι δραστηριότητες που απαιτούν αφοσίωση και ενέργεια και δεν αναπτύσσονται σε ένα κακώς νοούμενο δημοσιοϋπαλληλικό καθεστώς. Η πανεπιστημιακή κοινότητα πρέπει να επιζητεί την αξιολόγηση. Ομως η αξιολόγηση δεν είναι μια μηχανιστική διαδικασία που συντελείται μόνο στη βάση ποσοτικών δεικτών.
Τα πανεπιστήμια πρέπει να απαιτούν και να στηρίζουν την αριστεία στην έρευνα, αλλά και να την επιβραβεύουν, να απαιτούν από τους ερευνητές και τους καθηγητές τη δημιουργική συνεργασία και διεπιστημονικότητα για το «κοινό καλό» του ιδρύματος. Στην έρευνα δεν πρέπει χάνεται η ουσία του ερευνητικού έργου. Απαίτηση του δημόσιου πανεπιστημίου πρέπει να είναι η αφοσίωση στη διδασκαλία και υποχρέωσή του η επιβράβευσή της. Πρέπει να παρέχουμε στους φοιτητές μας τις βασικές γνώσεις και τη διανοητική διαδικασία που είναι αναγκαίες για την επιστημονική και επαγγελματική τους εξέλιξη. Μια σύγχρονη οικονομία έχει ανάγκη από επιστήμονες με στέρεες βάσεις, ευρείες και ποικίλες γνώσεις, ώστε να μπορούν να ανταποκρίνονται στις απρόβλεπτες μελλοντικές οικονομικές εξελίξεις.
Οι προκλήσεις για το δημόσιο ερευνητικό πανεπιστήμιο είναι πολλές και δύσκολες. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να τις αντιμετωπίσουμε.
Ο κ. Ευριπίδης Στεφάνου είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Κρήτης

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ