«Σαράντα χρόνια παιχνίδι με τη χρεοκοπία» («Το Βήμα», 2.2.2014) και πέντε χρόνια παιχνίδι με τη σωτηρία, οι πολιτικοί συνεχίζουν να πολιτεύονται, να διαπληκτίζονται, να εθελοτυφλούν. Κυρίως να αυταπατώνται πως κόπτονται για το συμφέρον της χώρας που χρεοκόπησαν και σώζουν… Ενώ το ζήτημα είναι ότι δεν έχουν αντιληφθεί την ανθρωπολογική στροφή σε άλλες «σφαίρες» –πλην της πολιτικής –όπου η επιλογή έχει ήδη αναδείξει άλλες συμπεριφορές και διαφορετικά νοήματα.
Δεν υπάρχουν άνθρωποι με σπουδαίες ιδέες, ειδοποιεί ο Ζακ Ρανσιέρ, ο οποίος μίλησε (ερήμην όλων των πολιτικών) για την πολιτική τις προάλλες στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Υπάρχουν άνθρωποι με σπουδαίες διατυπώσεις τις οποίες δεν διαθέτουν ούτε ο Σαμαράς ούτε ο Τσίπρας. «Σειρά οικογενειακών πορτρέτων / φουσκωμένα στήθη / Ολοι τους δείχνουν εκπληκτικά Ρωμαίοι» θα γράψει ο Ελιοτ στο ποίημα «Δυσκολίες ενός πολιτευομένου». Χειραφετημένος, επέμενε ο Ζακ Ρανσιέρ, είναι ο πολίτης που καταφάσκει στη δική του ικανότητα να βλέπει αυτό που βλέπει και να γνωρίζει πώς να το σκεφθεί και πώς να το κάνει.
Επίσης, δάσκαλος είναι ο αδαής* που δεν εξηγεί, διότι η εξήγηση χειραγωγεί και αφαιρεί την ικανότητα του μαθητή να σκέπτεται εξαρτώντας τη νοημοσύνη του από τη νοημοσύνη του δασκάλου. Αυτόν τον μηχανισμό της διανοητικής εξάρτησης ο γάλλος πολιτικός φιλόσοφος τον ονομάζει εξηγητική αποβλάκωση: «Καμία εξήγηση δεν είναι αναγκαία για τη θεραπεία της ανικανότητας προς κατανόηση επειδή αυτή η ανικανότητα προς κατανόηση είναι η θεμελιώδης επινόηση της εξηγητικής σύλληψης του κόσμου».
Προσθέστε στο ζεύγος του δασκάλου με τον πολιτικό και τον «ειδικό» δημοσιογράφο και θα έχετε το τρίγωνο της χειραγώγησης αλλά και τον μηχανισμό της αποβλάκωσης όσων εξηγώντας νομίζουν πως διαφοροποιούν τους έξυπνους από τους βλάκες ενώ μετατρέπουν όλους σε ηλίθιους.
Αυτόν τον ολέθριο μηχανισμό μόνο η τέχνη μπορεί να εξαρθρώσει διότι ο καλλιτέχνης δεν είναι επαγγελματίας αλλά ερασιτέχνης, πράγμα που σημαίνει ότι μετατρέπει κάθε δουλειά σε μέσο έκφρασης. Γράφει ο Ρανσιέρ: «Ο καλλιτέχνης έχει ανάγκη την ισότητα, όπως ο εξηγητής έχει ανάγκη την ανισότητα». Αλλά ποιος τον ακούει…
Συμβαίνει να διαθέτω και εγώ τα «χαρακτηριστικά» που αποδίδω στον πολιτικό, στον δάσκαλο και στον δημοσιογράφο.
Συμβαίνει να εξηγώ και να δημοσιογραφώ.
Συμβαίνει επίσης με τον παραλογισμό της ρητορικής να νομίζω πως εκμηδενίζω τον αντίπαλο επιστρατεύοντας το ομοίωμά του. Αν όμως δεν υπάρχει γλώσσα της λογικής αλλά μόνο ο έλεγχος εκ μέρους της λογικής, τότε η μόνη γλώσσα που, χωρίς να παραλογίζομαι, μου υπενθυμίζει ότι κανένας μας δεν ομιλεί στοχεύοντας την αλήθεια είναι το ιδίωμα της τέχνης. Και αν πράγματι «δεν υπάρχουν παράφρονες εκτός από αυτούς που υποστηρίζουν την ανισότητα και την κυριαρχία», τότε γιατί να μην παραλογίζομαι και γιατί να μην υποστηρίζω ότι στην ταινία Nymphomaniac ο Λαρς φον Τρίερ αντιστρέφει τον διάλογο της Διοτίμας με τον Σωκράτη ή ο Μαρμαρινός στον Φάουστ επιβεβαιώνει τον πλατωνικό Σοφιστή;
* Ζακ Ρανσιέρ, Ο αδαής δάσκαλος, εκδόσεις Νήσος, 2008..
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ



