Ακούγεται από στόμα σε στόμα ότι η Ελλάδα έχει καταστεί ένα οικονομικό πείραμα για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο. Καθώς κανείς από τους ευρωπαίους εταίρους δεν έχει αντιμετωπίσει μία παρόμοια κατάσταση τις τελευταίες δεκαετίες, δεν μπορεί να δώσει και μια ξεκάθαρη λύση για το μέλλον της Ελλάδας. Πίσω όμως από τα δις ευρώ που μνημονεύει το μνημόνιο, τη χρεοκοπία και το κούρεμα του χρέους, βρίσκεται ο ελληνικός λαός. Ένας λαός που βρέθηκε ξαφνικά να επωμίζεται όλες τις «αναγκαίες» διαρθρωτικές αλλαγές που συμβαίνουν στην χώρα, επιβαλλόμενες από τις «πολιτικές αυθεντίες» της Ευρώπης και της Ελλάδας. Ο Ελληνικός λαός «εξαναγκάζεται» να υπακούσει… ή τον αναγκάζουν μέσω ενός οργανωμένου ψυχολογικού πειράματος;

Πριν αναφερθώ στο πασίγνωστο πείραμα του Στάνλεϊ Μίλγκραμ για την υπακοή, αξίζει να ειπωθεί ότι η λέξη «υπακοή» αναφέρεται σε αλλαγή κάτω από άμεση πίεση. Η πίεση αυτή μπορεί να ασκείται με τιμωρία ή αμοιβή. Μπορεί να απορρέει από το κύρος αυτού που την ασκεί ή από τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει το άτομο.

Επηρεασμένος από τις φρικαλεότητες της ναζιστικής εποχής και τη συστηματική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων στους θαλάμους αερίων, ο Μίλγκραμ, γράφει για την υπακοή*: «H υπακοή είναι ένας ψυχολογικός μηχανισμός που συνδέει την ατομική πράξη με την πολιτική σκοπιμότητα. Είναι η συνδετική δύναμη που δεσμεύει τους ανθρώπους σε συστήματα εξουσίας. Τα γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας (σ.σ. Β Παγκόσμιος Πόλεμος) δείχνουν ότι για πολλούς ανθρώπους η υπακοή είναι μία βαθιά ριζωμένη μορφή συμπεριφοράς, ένα δυνατό ένστικτο που υπερβαίνει την ηθική αγωγή του ατόμου, τα αισθήματα συμπάθειας και γενικώς την ηθική του συμπεριφορά».

Ο Μίλγκραμ σχεδίασε το πείραμα για να δει πόσο θα υπάκουε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα ατόμων στις πιέσεις ενός επιστήμονα. Σαράντα άτομα δείγμα, τυπικοί Αμερικάνοι 20-50 ετών, δέχθηκαν να συμμετάσχουν στο πείραμα. Ο ρόλος τους, ήταν ρόλος «δασκάλου» που τιμωρεί τον μαθητευόμενο κάνοντάς του ηλεκτροσόκ όταν εκείνος έκανε λάθη. Το κάθε επιπλέον λάθος συνοδευόταν από την αύξηση της έντασης του ηλεκτροσόκ που γινόταν στον μαθητή.

Εκείνο που αναζητούσε ο Μίλγκραμ ήταν, σε ποια ένταση του ηλεκτροσόκ θα έπαυε να υπακούει ο «δάσκαλος» στις πιέσεις του επιστήμονα να συνεχίσει. Από τα 40 άτομα του δείγματος, τα 14 δεν υπάκουσαν στο πείραμα και σταμάτησαν νωρίς. Τα υπόλοιπα 26 υπάκουσαν και έφτασαν στο δυνατότερο ηλεκτροσόκ. Πολλά από τα υπάκουα άτομα αναστέναζαν με ανακούφιση όταν ο επιστήμονας τους σταμάτησε, άλλα ζάρωναν τα φρύδια τους, κάποια κουνούσαν το κεφάλι τους λυπημένα και μερικά παρέμεναν ήρεμα σε όλη τη διάρκεια του προγράμματος.

Το πείραμα έδωσε το πρωτοφανές εύρημα της απόλυτης δύναμης της υπακοής. Τα 26 άτομα εγκατέλειψαν την ηθική τους συμπεριφορά (δηλαδή, της μη βλάβης άλλου ατόμου) και ακολούθησαν τις οδηγίες ενός προσώπου κύρους που δεν είχε ειδική εξουσία να επιβάλλει τις διαταγές του. Ακόμα και αν δεν υπάκουαν στο πρόσωπο αυτό, δεν θα έχαναν τα χρήματά τους ούτε θα ακολουθούσε τιμωρία. Οι αντιδράσεις τους έδειχναν ότι χαρακτηρίζονταν από άγχος και απογοήτευση κατά τη διάρκεια του πειράματος. Όμως, η πλειονότητα συνέχισε το πείραμα μέχρι τέλους.

Η υπακοή μπορεί να διαπαιδαγωγεί και να οδηγήσει σε φιλανθρωπικές πράξεις ή μπορεί να οδηγήσει και σε καταστροφικές ενέργειες. Υψηλή υπακοή παρουσιάζεται όταν απαντώνται συγκεκριμένοι παράγοντες. Ας τολμήσουμε να κάνουμε μία σύνδεση των παραμέτρων του πειράματος του Μίλγκραμ, με την ελληνική πραγματικότητα:

– Το κύρος του επιστήμονα που «πιέζει» για υπακοή. Ειδικότερα αν έχει το κύρος ενός μεγάλου οικονομικού οργανισμού όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ή η Ευρωπαϊκή Ένωση ή η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

– Επίσης, αν το πείραμα έχει σχεδιαστεί για έναν πολύ σοβαρό λόγο, όπως η σωτηρία της Ελλάδας από το υπέρογκο δημόσιο χρέος και η επαναφορά της στις αγορές. Τότε η υπακοή έχει υψηλά αποτελέσματα.

– Ένας ακόμα λόγος είναι η εθελοντική υποταγή του θύματος στο σύστημα του ερευνητή, όπως για παράδειγμα το «βάζω πλάτη» ως σύνθημα υπακοής του Ελληνικού λαού για να πετύχει το σχέδιο σωτηρίας, καθώς μέχρι τώρα δεν έχει παρουσιαστεί κάποια συστηματική και οργανωμένη διαμαρτυρία.

– Η πληρωμή του «δασκάλου» είναι δεδομένη, ασχέτως αποτελέσματος υπακοής του αντικειμένου, όπως η βέβαιη παραμονή του ΠαΣοΚ ως κυβέρνηση χωρίς να χρειάζεται να γίνουν εκλογές, όπου η αποφυγή τους προβάλλεται ως ωφέλιμη για την χώρα, πέραν της προστασίας από τους ευρωπαϊκούς εταίρους.

– Ο επιστήμονας διαβεβαίωνε ότι τα ηλεκτροσόκ που υπέστησαν τα αντικείμενα είναι επώδυνα αλλά όχι μοιραία, όπως ακριβώς γίνεται με τα μέτρα που συνεχώς ανακοινώνονται. Επώδυνα αλλά αναγκαία για να ορθοποδήσει η Ελληνική οικονομία.

– Μέχρι το τελευταίο επίπεδο του ηλεκτροσόκ, το θύμα δεχόταν να απαντά, ερμηνευμένο ως θέληση του να συμμετάσχει. Κάτι παρόμοιο γίνεται και με την πλειονότητα του ελληνικού λαού, που δέχεται όλα αυτά τα μέτρα που του επιβάλλονται και συνεχίζει να πληρώνει, πέραν ελάχιστων εξαιρέσεων.

Είναι δύσκολο να πει κάποιος ότι το πείραμα του Μίλγκραμ εφαρμόζεται στη χώρα. Θα ήταν αρρωστημένο. Παρ’ όλα αυτά, κάνοντας μερικούς συνειρμούς, δεν μπορούν να παραγνωριστούν οι αιτίες που προκαλούν την υψηλή υπακοή με τις υπάρχουσες συνθήκες.

1. Το κύρος του επιστήμονα ή την θέση που βρίσκεται στην κοινωνική ιεραρχία στον οποίον πρέπει να υπακούσει το υποκείμενο.

2. Την αμοιβή που θα έχει υπακούοντας στον επιστήμονα

3. Τις αναγκαστικές συνθήκες μίας κατάστασης.

Αν κάποιος κοιτάξει πίσω από τα γεγονότα που συμβαίνουν στο εδώ και τώρα, ίσως διακρίνει μία διαφορετική κοινωνική πραγματικότητα από αυτήν που παρουσιάζεται.

«Το ελληνικό πείραμα»: Η πίεση με τον τρόπο που επιβάλλεται από τους φορείς κύρους όπως ΔΝΤ, ΕΚΤ, ΕΕ (επιστήμονας) αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση (δάσκαλος) με «αμοιβή» τη σωτηρία της Ελλάδας και του ελληνικού λαού, να φτάσει στο μέγιστο βαθμό ηλεκτροσόκ του ελληνικού λαού (θύμα), υπό το φάσμα των «λαθών» (μη καταβολή φόρων, κλπ.) του αλλά και των αναγκαστικών συνθηκών που έχουν επέλθει, λόγω μεγάλου δημόσιου χρέους. Μήπως τελικά η Ελλάδα έχει γίνει ψυχολογικό πειραματόζωο πριν γίνει οικονομικό;

* Milgram, S. Behavioral study of obedience, J. of Abnormal and Social Psychology, 61, 371-378, 1963