Προτού αρχίσω την κριτική παρουσίαση του βιβλίου «Τι θα έβλεπε η Αλίκη στη χώρα των φυτών», πόνημα του κ. Γιάννη Μανέτα, καθηγητή Φυσιολογίας Φυτών στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας, πρέπει για λόγους δεοντολογίας να σας πληροφορήσω για μια προσωπική προτίμηση. Ανήκω στη μάλλον μικρή μερίδα των βιολόγων που προτιμούν τα φυτά από τα ζώα και μάλιστα σε όλα τα επίπεδα, τόσο σαν αντικείμενα μελέτης (η ειδίκευσή μου αφορούσε φυτά) όσο και στην καθημερινή ζωή (γρήγορα διαπιστώνω ότι αρχίζει να διψάει ο βασιλικός, ενώ μπορεί για ώρες να μην πέσει στην αντίληψή μου ότι το πιατάκι νερού του σκύλου μας είναι άδειο).

Μετά την παραπάνω εξομολόγηση, θα μπορούσατε να θεωρήσετε ότι είμαι θετικά προδιατεθειμένη ως προς ένα βιβλίο για φυτά και ως εκ τούτου μη κατάλληλη για κριτική παρουσίασή του. Αλλά, σας διαβεβαιώ, ότι θα κάνατε λάθος! Εχοντας πλήρη συναίσθηση των προτιμήσεών μου, διάβασα το βιβλίο του κ. Μανέτα με πολύ μεγαλύτερη αυστηρότητα απ΄ ό,τι κάνω συνήθως. Οχι μόνο δεν ανακάλυψα λόγους για παράπονα, αλλά συνέβη αυτό που συμβαίνει με τα καλά βιβλία: έχασα την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, βυθίστηκα στις σελίδες του και ταξίδεψα με τις λέξεις του.

Αντιλαμβάνομαι ότι όσοι δεν έχετε ποτέ ρίξει δεύτερη ματιά σε φυτό (γνωρίζω πολύ κόσμο που κυριολεκτικά δεν βλέπει τα φυτά που έχει δίπλα του και έχω δει σε γραφεία κάκτους, που απαιτούν ελάχιστον νερό, να πεθαίνουν από τη δίψα μπροστά στα μάτια των ιδιοκτητών τους) θα δυσκολευτείτε να πιστέψετε αυτά που διαβάζετε. Στο κάτω-κάτω, πόσο ενδιαφέρον μπορεί να έχουν αυτά τα πλάσματα που δεν μιλούν, δεν έχουν μάτια, μύτη, στόμα και περνούν όλη τους τη ζωή ριζωμένα στο ίδιο μέρος;

Ε, λοιπόν εδώ βρίσκεται το ζουμί της υπόθεσης, αλλά και η μαεστρία του συγγραφέα! Η υπεροψία μας έναντι των φυτών (τα οποία, σας θυμίζω, προϋπήρξαν των ανθρώπων και χωρίς τα οποία δεν θα ήταν ποτέ δυνατή η δική μας παρουσία πάνω στον πλανήτη Γη) έχει να κάνει με το ότι δεν μας μοιάζουν. Ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας των δυτικών κοινωνιών μάς έχει καταστήσει τυφλούς απέναντι στα φυτά αλλά ο κ. Μανέτας επιτυγχάνει να μας κάνει να ενδιαφερθούμε για αυτούς τους οργανισμούς. Και μάλιστα, όχι επειδή μας είναι χρήσιμοι καθώς τα καλλιεργήσιμα φυτά δεν έχουν θέση στο πόνημά του. Παρεμπιπτόντως, ξέρετε γιατί δεν έχουν θέση; Επειδή είναι πολύ βαρετά: χωρίς τον άνθρωπο και την προστασία που τους παρέχει, θα ήταν καταδικασμένα σε εξαφάνιση.

Τα άλλα όμως είναι τόσο, μα τόσο γοητευτικά! Και έχουν σκαρφιστεί τόσα τεχνάσματα για να αντεπεξέρχονται στις δυσκολίες του περιβάλλοντος και να επιτυγχάνουν τον τελικό στόχο που δεν είναι άλλος από τη δημιουργία απογόνων. Περιττό να πούμε ότι ο εν λόγω στόχος εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η

Οι τρόποι αναπαραγωγής των φυτών είναι πολύ πιο ευρηματικοί από εκείνους των θηλαστικών – όσο και αν μας φαίνεται περίεργο!

σεξουαλική ζωή των φυτών είναι πολύ πιο ενδιαφέρουσα από τη δικιά μας! (Διαβάστε στο εξαιρετικό κεφάλαιο 5 τις λεπτομέρειες της σεξουαλικής ζωής των φυτών και θα δείτε τι εννοώ…). Και δεν είναι μόνο η σεξουαλική ζωή τους που είναι αξιοθαύμαστη: από το αμυντικό σύστημά τους (κεφάλαιο 7) και την αισθητηριακή αντίληψή τους (ναι, τα φυτά βλέπουν, μετρούν τον χρόνο, τα επίπεδα υγρασίας και CΟ2, προσανατολίζονται προς το φως, όπως μας πληροφορεί το κεφάλαιο 6), ως τις σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους (συμβιωτικές, παρασιτικές) και με τους υπόλοιπους οργανισμούς του περιβάλλοντός τους (κεφάλαιο 8) τα φυτά επιδεικνύουν μια ευφυΐα (κεφάλαιο 10) η οποία εκπλήσσει. Εκτός από την πλειάδα των λόγων για να θαυμάζει κανείς τα φυτά, ο αναγνώστης ανακαλύπτει στο πόνημα του κ. Μανέτα και εναύσματα για σκέψη ως προς τη δική μας θέση πάνω στη Γη. Πράγματι, το βιβλίο έχει και μια φιλοσοφική διάσταση την οποία ίσως και να μάντευε κανείς από τον τίτλο, αλλά σίγουρα δεν θα την περίμενε σε τέτοια έκταση. Χαρακτηριστικά είναι τα κεφάλαιο 3 και 4 («πώς τα δένδρα προσεγγίζουν την αθανασία» και «σύντομη εξελικτική ιστορία των φυτών» αντίστοιχα), αλλά η διάσταση αυτή ενυπάρχει σε κάθε κεφάλαιο του βιβλίου. Ενα άλλο αναπάντεχο χαρακτηριστικό του βιβλίου είναι τα μεγάλα περιθώρια στα οποία αναγράφεται η περίληψη, ή μάλλον η κεντρική ιδέα κάθε ενότητας. Τα «περιθωριακά» αυτά κείμενα δεν είναι απλώς τίτλοι, έχουν ροή, διαβάζονται κανονικά το ένα μετά το άλλο και βγάζουν νόημα. Ετσι, ο βιαστικός αναγνώστης μπορεί αν θέλει να εισπράξει το μήνυμα ενός κεφαλαίου και να επανέλθει κάποια άλλη στιγμή για τις λεπτομέρειες. Αυτό το «βιβλίο εντός βιβλίου» σε συνδυασμό με την εκτενή βιβλιογραφία στο τέλος καθιστούν το πόνημα του κ. Μανέτα εργαλείο δουλειάς για όλους όσοι έχουν λόγους να γνωρίζουν τις ιδιαιτερότητες των φυτών: γεωπόνοι, βιολόγοι, φαρμακολόγοι αλλά και εκπαιδευτικοί που θα ήθελαν να εμπλουτίσουν το μάθημά τους, σίγουρα θα βρουν το βιβλίο περισσότερο από χρήσιμο. Αλλά η χρησιμότητα του εν λόγω βιβλίου δεν περιορίζεται σε όσους το έχουν ανάγκη. Πολύ περισσότερο θα πρέπει να διαβαστεί από όσους ποτέ δεν ασχολήθηκαν με τα φυτά: όχι τόσο για να μάθουν λεπτομέρειες γι΄ αυτά, αλλά γιατί θα μάθουν πράγματα και για τον εαυτό τους!

Μια που αυτό το άρθρο ξεκίνησε με προσωπικές εκμυστηρεύσεις, παρακαλώ να μου επιτραπεί μια τελευταία: κάθε φορά που σε βιβλία ή άρθρα διαπίστωνα τις σοβαρές αδικίες έναντι των φυτών και με έπιανε η μανία να τα υπερασπιστώ, υποσχόμουν στον εαυτό μου πως θα έγραφα ένα βιβλίο που να καταδεικνύει την αξία τους. Μετά το «Τι θα έβλεπε η Αλίκη στη χώρα των φυτών» οι λόγοι για τη συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου από μέρους μου έχουν εκλείψει παντελώς και με τον καλύτερο τρόπο. ΑΝΘΟΣ ΣΥΚΗΣ

Σας αρέσουν τα άνθη της συκιάς; Τι,δεν τα έχετε δει ποτέ; Χμ! Και βέβαια τα έχετε δει,αλλά δεν τα αναγνωρίσατε ως τέτοια.Πρόκειτ αι για τα σύκα που τρώμε και τα οποία λανθασμένα θεωρούμε καρπό της συκιάς. Στην πράξη πρόκειται για μια κλειστή ταξιανθία,«ένα άθροισμα δηλαδή δεκάδων μικρών ανθιδίων στερεωμένων στην εσωτερική επιφάνεια του σύκου,μέσα στο κοκκινωπό,γευστικό πήκτωμα» διαβάζουμε στη σελίδα 196 του βιβλίου «Τι θα έβλεπε η Αλίκη στη χώρα των φυτών».Ο λόγος για τον οποίο οι συκιές δεν χρειάζεται να έχουν εμφανή άνθη είναι επειδή έχουν συνεξελιχθεί στη διάρκεια πολλών γεωλογικώ ν αιώνων με τους επικονιαστές τους,τις σφήκε ς.Η σχέση αποκλειστικότητας που έχουν αναπτ ύξει καθιστά εντελώς άχρηστο για τη συκιά να επιδεικνύει τα άνθη της.Ετσι, τα φυλάει καλά κρυμμένα.«Οπως ο ζηλότυπος σύζυγος επιβάλλει να μένουν κρυμμένα τα επικίνδυνα σαγηνευτικά θέλγητρα της συζύγου του,έτσι και η συκιά κρύβει τα άνθη της ώστε να τα βρίσκει μόνο το μυημένο έντομο»σημειώνει ο κ.Μανέτας.

soufleri@tovima.gr