Λένε πως η πείρα δεν μεταδίδεται, ωστόσο οι ζωές άλλων ανθρώπων μπορούν να λειτουργήσουν ως παραδείγματα για τους νεότερους. Οταν μάλιστα οι «άλλοι άνθρωποι» έχουν διαγράψει μια λαμπρή πορεία στον χώρο της επιστήμης, το να πληροφορηθεί κανείς από πρώτο χέρι τα της ζωής τους μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης και διάθεσης για περπάτημα σε επιστημονικά μονοπάτια. Οι ζωές των δύο επιστημόνων των οποίων οι αυτοβιογραφίες κυκλοφόρησαν πρόσφατα υπήρξαν πολύ διαφορετικές. Διαθέτουν όμως όλα όσο απαιτούνται για να λειτουργήσουν ως φωτεινά παραδείγματα.

Ο Χαράλαμπος Μουτσόπουλος, γιος αστικής οικογένειας των Ιωαννίνων, με πάθος υπηρέτησε την κλινική ιατρική και την έρευνα που στόχο είχε να διαλευκάνει την αιτιολογία των αυτοάνοσων νοσημάτων. Το πάθος αυτό τον οδήγησε να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, από όπου επέστρεψε μόνο όταν θεώρησε πως είχε έλθει η ώρα να προσφέρει στην πατρίδα του δημιουργώντας την Ιατρική Σχολή των Ιωαννίνων.

Ο Sydney Βrenner, γιος λιθουανού εμιγκρέ στη Νότιο Αφρική σπούδασε επίσης Ιατρική. Απέφευγε όμως συνεχώς τα κλινικά καθήκοντά του προκειμένου να αφοσιωθεί στην έρευνα και μόνο. Η ερευνητική του ζωή συμπίπτει με τη γέννηση της μοριακής βιολογίας στην οποία συνέβαλε προσωπικά. Μετανάστευσε και αυτός: αρχικά στην Αγγλία, έπειτα στις ΗΠΑ και ξανά στην Αγγλία. Αντίθετα με τον Μουτσόπουλο δεν ένιωσε ποτέ την ανάγκη της παλιννόστησης.

Ανεξάρτητα από το αντικείμενο (αυτοάνοσα νοσήματα για τον Μουτσόπουλο και DΝΑ για τον Βrenner) και τις όποιες διαφορές που προκύπτουν από την ανατροφή και την κουλτούρα της χώρας στην οποία ανδρώθηκαν, οι δύο επιστήμονες έχουν ένα κοινό: χαρακτηρίζονται από τέτοιο πάθος για την επιστήμη ώστε όλη τους η ζωή να έχει σμιλευτεί από αυτό. Παραδείγματος χάριν, ο Μουτσόπουλος αρνείται την ασφάλεια ενός τρίτου χρόνου ειδικότητας σε μια αμερικανική ιατρική σχολή η οποία θεωρεί ότι δεν έχει τίποτε άλλο να του προσφέρει και αναζητεί την τύχη του στα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ. Αντίστοιχα ο Βrenner σε μια εποχή που δεν είχε και πολλές επιλογές, απέρριψε πρόταση του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης να εργαστεί στο Τμήμα Παλαιοντολογίας καθώς αυτό τον έβγαζε από τον δρόμο «των γονιδίων και του DΝΑ».

Η παθιασμένη ενασχόληση με το αντικείμενο που τους ενδιαφέρει, κάνει και τους δύο άνδρες εφευρετικούς: ελλείψει φυγοκέντρου για τριχοειδή, ο Μουτσόπουλος κάνει μια ολόκληρη «πατέντα» προκειμένου να κλασματώσει αίμα κουνελιού και να παραλάβει τα επιθυμητά κύτταρα. Ομοίως, ο Βrenner κατέληξε να φεύγει από το εργαστήριό του στην Οξφόρδη και να εργάζεται στο γειτονικό Τμήμα Οργανικής Χημείας όπου υπήρχε αρκετός χώρος και εργαλεία απαραίτητα για αυτόν. Περιττό να πούμε ότι και οι δύο αψηφούν τις νόρμες: όταν ο διευθυντής του Εργαστηρίου Οργανικής Χημείας, ο οποίος αγνοεί την ύπαρξη του Βrenner στο εργαστήριό του, εμφανίζεται ξαφνικά, ο ερευνητής ευφυώς τον παραπλανά σχετικά με το αντικείμενο της εργασίας του. Τόσο ο Μουτσόπουλος όσο και ο Βrenner δεν διστάζουν να τα «πουν έξω από τα δόντια» όταν νιώθουν ότι πρέπει.

Η συνέπεια προς το πάθος που τους έκαιγε, οδήγησε τους δύο άνδρες σε επιτεύγματα που έχουν γίνει σημεία αναφοράς για τους μεταγενέστερους συναδέλφους τους. Ο Βrenner, ο οποίος επί χρόνια μοιράστηκε το γραφείο του με τον Francis Crick, είναι ένας από τους πατέρες της Μοριακής Βιολογίας. Ο Μουτσόπουλος συνέβαλε στην ανάπτυξη του πεδίου της ανοσολογίας που ασχολείται με τα αυτοάνοσα νοσήματα, τόσο σε διαγνωστικό όσο και σε θεραπευτικό επίπεδο. Πηγαίνοντας μάλιστα κόντρα στο επιστημονικό ρεύμα, κατέδειξε την συμβολή των ιών στην εμφάνιση των αυτοάνοσων νοσημάτων.

Και τα δύο βιβλία είναι γραμμένα για να διαβάζονται από όλους. Επειτα από λίγο σχεδόν ξεχνά κανείς ότι οι πρωταγωνιστές τους είναι υπαρκτα πρόσωπα. Θα μπορούσαν να είναι και ήρωες επιστημονικών μυθιστορημάτων. Αξίζει όμως πραγματικά να διαβαστούν από νέους επιστήμονες.

Σύστημα κουνέλι.Η ανεύρεση κατάλληλου συστήματος για τη διερεύνηση ενός επιστημονικού προβλήματος είναι καθοριστικής σημασίας. Αν και ο Βrenner έλαβε το Βραβείο Νομπέλ για τα πειράματά του στον γαιοσκώληκα C. elegans, υπήρξε ο άνθρωπος που καθιέρωσε το κουνέλι ως το καταλληλότερο σύστημα για την παραγωγή αντισωμάτων. Το σύστημα κουνέλι (και ειδικότερα τα βασεόφιλα κύτταρα του αίματός του) χρησιμοποίησε και ο Μουτσόπουλος όταν ήταν αγροτικός γιατρός προκειμένου να μελετήσει την αλλεργία στην πενικιλίνη.

Σημείωση 1Η μετάφραση του βιβλίου του Βrenner από τον Αθανάσιο Κατσικερό και η επιστημονική επιμέλεια από τον καθηγητή Νίκο Μοσχονά είναι υποδειγματικές.

Σημείωση 2Ενα χρόνο μετά την αγγλική έκδοση του βιβλίου του, ο Βrenner τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ. Από τον Μουτσόπουλο (που έχει λάβει πολλές διακρίσεις) λείπει μόνο το Νομπέλ. Λέτε;