Ο Τζόναθαν Κόουλ είναι γιατρός νευροφυσιολόγος, καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον στη Βρετανία και το βιβλίο του Πρόσωπο απρόσωπο είναι εμπνευσμένο από τη δουλειά του. Στην ουσία πρόκειται για μια πραγματεία που αφορά το πρόσωπο, όπως καλύτερα προδίδει ο αγγλικός τίτλος Αbout face ( Περί προσώπου ). Ωστόσο η πραγματεία αυτή, η οποία είναι γεμάτη αληθινές ιστορίες ασθενών, δεν απευθύνεται μόνο στους ειδικούς αλλά και στο ευρύ κοινό.

Ο συγγραφέας κινείται στα χνάρια του Ολιβερ Σακς, στον οποίο μάλιστα αφιερώνει μερικώς το βιβλίο του. (Ο Ολιβερ Σακς είναι νευρολόγος με μεγάλη συγγραφική δραστηριότητα.) Ετσι, ακολουθώντας το παράδειγμα Σακς, ο Κόουλ αρχίζει με διηγήσεις περιστατικών προτού μας εισαγάγει στην ιατρική αιτιολογία. Εν αντιθέσει όμως προς τον μέντορά του, ο Κόουλ αφενός δίνει ζωντανότερες περιγραφές (ολόκληρες συνεντεύξεις και όχι αποσπάσματα συνομιλιών), αφετέρου είναι λιγότερο διεξοδικός σε ό,τι αφορά το ιστορικό των ασθενειών τις οποίες πραγματεύεται. Αυτό κάνει το βιβλίο του ευκολότερο σε σχέση με εκείνα του Σακς, αλλά πιθανόν να ικανοποιήσει λιγότερο τους αναγνώστες που έχουν «γαλουχηθεί» με Σακς και ίσως νιώσουν μια νοσταλγία για τη διεισδυτική ματιά του. Θα παρηγορηθούν όμως από το γε γονός ότι ο Κόουλ βλέπει το θέμα και από εξελικτική σκοπιά.

Αν διερωτάσθε ποιος μη ειδικός μπορεί να ενδιαφέρεται για ιστορίες ασθενών που έχουν χάσει την ικανότητα να χρησιμοποιούν το πρόσωπό τους (π.χ. ασθενείς με νόσο του Πάρκινσον) ή δεν είχαν ποτέ τέτοια δυνατότητα (παιδιά που γεννιούνται με το σύνδρομο Μobius, όπου η ατελής ανάπτυξη συγκεκριμένων νεύρων του προσώπου οδηγεί σε αδυναμία έκφρασης) ή ακόμη ασθενών που δεν μπορούν να αξιοποιήσουν την έκφραση ως επικοινωνιακό μέσο (τυφλοί που δεν γνωρίζουν ούτε την έκφραση των άλλων ούτε είναι σε θέση να εκτιμήσουν την επίδραση της δικής τους έκφρασης σε άλλους), θα εκπλαγείτε όταν μάθετε ότι η απάντηση στο ερώτημα είναι «όλοι μας». Αν όχι για κανέναν άλλον λόγο, μόνο για να εκτιμήσουμε την τύχη μας και να επαναπροσδιορίσουμε την αξία όσων θεωρούμε δεδομένα στη ζωή μας. Επίσης όμως για να πάρουμε μαθήματα ζωής από ανθρώπους με τεράστια ψυχικά αποθέματα. Για τον λόγο αυτόν αξίζει να μην υποκύψει ο αναγνώστης στη λύπη που μπορεί να του προκαλέσει το βιβλίο αρχικά. Αυτό που μένει στο τέλος της ανάγνωσης είναι μια αισιοδοξία η οποία προκύπτει από τους τρόπους που άνθρωποι, λιγότερο ευνοημένοι από την τύχη, αντεπεξέρχονται και γεύονται τη ζωή στο ακέραιο.