Ο πανδαμάτωρ χρόνος έχει την ικανότητα να σβήνει από τη μνήμη μας τα γεγονότα και τις λεπτομέρειές τους. Υπάρχουν όμως ορισμένα γεγονότα που έχουν σημαδέψει τόσο βαθιά τη συλλογική μνήμη ώστε να παραμένουν ανεξίτηλα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τον 20ό αιώνα είναι η ρίψη των δύο ατομικών βομβών: ακόμη και πολύ νέα παιδιά αναγνωρίζουν το «μανιτάρι» που σχημάτισε το ωστικό κύμα επάνω από τη Χιροσίμα, στις 6 Αυγούστου 1945. Μπορεί λοιπόν κανείς να φανταστεί πόσο επέδρασε αυτό στην ψυχή του Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, του «πατέρα της ατομικής βόμβας». «Κύριε Πρόεδρε, αισθάνομαι ότι έχω βάψει τα χέρια μου με αίμα» ξεστόμισε σε συνάντησή του με τον Τρούμαν, ο οποίος αργότερα δήλωσε ότι δεν ήθελε να ξαναδεί «εκείνον τον μπάσταρδο» στο γραφείο του και τον περιέγραψε σαν «κλαψιάρικο μωρό-επιστήμονα».

Ποιος ήταν λοιπόν ο άνθρωπος που από τη μια μεριά οργάνωσε και συντόνισε επιτυχώς τη δημιουργία ατομικής βόμβας και από την άλλη κλαίγεται στον πρόεδρο που διέταξε τη ρίψη της; Ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ ήταν μια σύνθετη προσωπικότητα: γεννημένος το 1903 στη Νέα Υόρκη από γερμανοεβραίους ιδιαίτερα ευκατάστατους γονείς, ο Ρόμπερτ φάνηκε από νωρίς να είναι προικισμένος με σπάνια ευφυία και ευαισθησία. Διάβαζε Ντοστογέφσκι και Προυστ, φοίτησε στο Χάρβαρντ και κανένας δεν εξεπλάγη όταν αποφάσισε να ασχοληθεί με το καυτό θέμα της εποχής, την κβαντική φυσική. Μαθήτευσε δίπλα σε μεγάλους ευρωπαίους επιστήμονες, όπως ο Νιλς Μπορ, προτού επιστρέψει στις ΗΠΑ. Σε ηλικία μόλις 23 ετών εκλήθη να δημιουργήσει τις πρώτες σχολές Θεωρητικής Φυσικής στο Πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ και στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας. Προτού ασχοληθεί με το πρόγραμμα Μανχάταν που θα τον έκανε διάσημο, ο Οπενχάιμερ προέβλεψε την ύπαρξη της αντιύλης και υπήρξε αναμφίβολα το λαμπρότερο αστέρι της αμερικανικής θεωρητικής φυσικής. Καθόλου περίεργη λοιπόν η επιλογή του από τις Αρχές να διευθύνει το Πρόγραμμα Μανχάταν.

Αν και οι λέξεις «θρίαμβος» και «τραγωδία» ακούγονται πάντοτε κάπως υπερβολικές όταν συνοδεύουν μια βιογραφία, στην περίπτωση του Οπενχάιμερ αποδεικνύονται απολύτως δι

Ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ κατά την επίσκεψή του στον Παρθενώνα τον Μάιο του 1958. Αισθανόταν άραγε ότι μπορούσε να ταυτίζει τον εαυτό του με κεντρικό πρόσωπο της μυθολογίας μας;

καιολογημένες. Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να περιγραφεί η επιτυχία του, να δημιουργήσει από το μηδέν ένα εργαστήριο στο οποίο εργάζονταν αρκετές εκατοντάδες επιστήμονες (Αμερικανοί και Ευρωπαίοι), χιλιάδες τεχνικοί και άλλου τύπου βοηθητικό προσωπικό, και να μπορέσει σε διάστημα 28 μόλις μηνών να πετύχει τον στόχο του, δύο διαφορετικού σχεδιασμού ατομικές βόμβες! Ολοι όσοι γνώρισαν τον Οπενχάιμερ αυτή την περίοδο (από το 1942 ως το 1945) αναγνωρίζουν την ικανότητά του να εμπνέει και να οργανώνει. Περιττό δε να πούμε ότι όλη η θεωρία για την κατασκευή της ατομικής βόμβας ήταν στο κεφάλι του.

Οσο για την τραγωδία, πέραν του αυταπόδεικτου του θέματος, αυτή είχε και άλλες συνιστώσες. Υπηρετώντας στην Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας, η οποία συστήθηκε αμέσως μετά τη ρίψη των βομβών στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, ο Οπενχάιμερ έκανε εχθρούς ορκισμένους να τον εξοντώσουν. Η φιλοκομμουνιστική στάση του και η αντίθεσή του στα σχέδια της αμερικανικής κυβέρνησης για κατασκευή βόμβας υδρογόνου έδωσαν τις αφορμές που οι αντίπαλοί του χρειάζονταν. Σπανίως ο Οπενχάιμερ δεν βρισκόταν υπό παρακολούθηση. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο φάκελός του στη CΙΑ περιέχει 10.000 σελίδες! Τις εν λόγω σελίδες μαζί με πλήθος άλλων ντοκουμέντων μελέτησαν οι συγγραφείς της βιογραφίας του «αμερικανού προμηθέα» (όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου στην αγγλική). Ο Μartin Sherwin, καθηγητής Αγγλικής και Αμερικανικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Τufts, πέρασε 25 χρόνια από τη ζωή του μελετώντας τον Οπενχάιμερ. Για τη συγγραφή του βιβλίου ζήτησε τη συνδρομή του συγγραφέα και δημοσιογράφου Κai Βird. Το αποτέλεσμα είναι ένα βιβλίο όντως για έναν σύγχρονο Προμηθέα που δεν λύνει αλλά αναδεικνύει το πρόβλημα της ευθύνης των επιστημόνων για την αξιοποίηση, χρήση και κατάχρηση των ανακαλύψεών τους. Με μόνο μειονέκτημα τον όγκο του (μην επιτρέψετε να σας αποθαρρύνει γιατί το βιβλίο ρέει, φροντίστε μόνο να το κρατάτε με τρόπο που να μην κουράζει τα χέρια σας…), το πόνημα των Βird & Sherwin διαβάζεται ακόμη και σαν μυθιστόρημα!