Η επιλογή του Ζαππείου Μεγάρου ως χώρου κατάλληλου να φιλοξενήσει τις εορταστικές εκδηλώσεις για την ανάθεση της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα αποτελεί ένα είδος φόρου τιμής στον άνθρωπο ο οποίος έβαλε ως σκοπό της ζωής του την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στον τόπο που τους γέννησε. Είχε μάλιστα την ιδέα το ολυμπιακό πρόγραμμα εκτός από τους αθλητικούς αγώνες να περιλαμβάνει και εκθέσεις προϊόντων που θα έδειχναν τη γεωργική και βιομηχανική πρόοδο της χώρας. Ετσι το 1856 ο Ευάγγελος Ζάππας αναγγέλλει στον τότε υπουργό Εξωτερικών Αλ. Ραγκαβή την πρόθεσή του να καλύψει τα έξοδα που απαιτούνται για τη διοργάνωση αυτών των εκδηλώσεων συστήνοντας και αρμόδια επιτροπή, την οποία ονόμασε «επιτροπήν των Ολυμπίων». Ακόμη αποστέλλει σχέδια ενός σταδίου και ενός κτιρίου που σκόπευε να κατασκευάσει προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι λειτουργικές ανάγκες των σύγχρονων Ολυμπίων.


Ωστόσο το 1865 πεθαίνει χωρίς να αρχίσει η κατασκευή των έργων αυτών. Η ιδέα όμως της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν βαθιά ριζωμένη μέσα του. Στη διαθήκη του ορίζει ότι μετά τον θάνατο του εξαδέλφου του Κωνσταντίνου Ζάππα η τεράστια περιουσία του, αποτελούμενη κυρίως από μεγάλες αγροτικές εκτάσεις στη Ρουμανία, περνά στην κατοχή της «επιτροπής των Ολυμπίων». Η τελευταία είχε την υποχρέωση να καλύπτει από τα έσοδα του κληροδοτήματός του τα έξοδα όλων αυτών των εκδηλώσεών, διαθέτοντας και σημαντικά ποσά για τη βράβευση των διαφόρων νικητών. Στον ίδιο τον εξάδελφό του, που ήταν και ο εκτελεστής της διαθήκης του, προστάζει «να κτίση το κατάστημα των Ολυμπίων μετά του σταδίου αυτού αξιοπρεπές και ευρύχωρον».


Πράγματι ο εξάδελφός του διέθεσε αμέσως τα απαραίτητα χρήματα για το κτίσιμο του καταστήματος, απαραίτητου για την έκθεση των διαφόρων προϊόντων, ενώ το κράτος παραχωρεί την αναγκαία έκταση, γύρω στα 80.000 τ.μ. Ωστόσο, εξαιτίας της… αείποτε ανθούσης ελληνικής γραφειοκρατίας, οι σχετικές εργασίες αρχίζουν μόλις το 1874 και τελειώνουν μετά από 14 ολόκληρα χρόνια. Το 1887 ο τότε πρωθυπουργός Χαρ. Τρικούπης αποφασίζει να μεταφερθούν από τον γύρω χώρο του καταστήματος διάφορες κατασκευές που υπήρχαν, όπως ένα γυμναστήριο, οι σταύλοι της Λυκόβρυσης και το νεκροταφείο των Διαμαρτυρομένων. Ετσι το Ζάππειο Μέγαρο αποκτά έναν θαυμάσιο κήπο σχεδιασμένο από τον γάλλο μηχανικό Ε. Ματόν, ενώ ο Στέφανος Δραγούμης, ως πρόεδρος της «επιτροπής των Ολυμπίων», παρακολούθησε την εκτέλεση του όλου έργου.


Για την ιστορία του θέματος σημειώνω ότι η τεράστια περιουσία που άφησε ο Ευ. Ζάππας στην «επιτροπή των Ολυμπίων» χάθηκε. Και αυτό επειδή η ρουμανική κυβέρνηση αρνήθηκε, με διάφορα προσχήματα, την ισχύ της διαθήκης του. Ανάμεσα στα άλλα υποστήριξε, π.χ., ότι η «επιτροπή των Ολυμπίων», ο αποδέκτης της διαθήκης του Ζάππα, ήταν «ηθικόν πρόσωπον, μη ανεγνωρισμένον υπό του ρουμανικού κράτους». Τα ζάππεια κτήματα προκάλεσαν τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων Βουκουρεστίου – Αθηνών, αλλά αργότερα η Ελλάδα αναγκάστηκε να δεχθεί τα τελελεσμένα.


Τα πρώτα Ολύμπια έγιναν το 1859, ενώ ζούσε ακόμη ο Ευ. Ζάππας, ο οποίος και κάλυψε τα έξοδά τους. Το κύριο βάρος δόθηκε όμως στην έκθεση προϊόντων, ενώ το αθλητικό μέρος του προγράμματος, με συμμετοχή ελλήνων μόνο αθλητών, μάλλον υποβαθμίστηκε. Οι αθλητικοί αγώνες διεξήχθησαν όχι στο ακατάλληλο ακόμη για τέτοιες εκδηλώσεις Στάδιο, αλλά στη σημερινή Πλατεία Κοτζιά με την παρουσία του Οθωνα και της Αμαλίας. Το πρόγραμμα περιελάμβανε αγώνες δρόμου, άλματος, ρίψης δίσκου και ακοντίου, αναρρίχησης σε ιστό, καθώς και ιππικά αγωνίσματα. Για τους νικητές των αγώνων, εκτός από το στεφάνι ελιάς, θεσμοθετήθηκαν και σημαντικά για την εποχή χρηματικά έπαθλα. Στους αγώνες έγινε… πανζουρλισμός, ενώ δεν έλειψαν και ορισμένα ευτράπελα. Επειδή η συμμετοχή στα διάφορα αγωνίσματα ήταν ελεύθερη και οι νικητές είχαν σημαντικά χρηματικά έπαθλα, ορισμένοι φύλακες, επιφορτισμένοι με την τήρηση της τάξης, παρατούσαν το πόστο τους και δοκίμαζαν την τύχη τους στους αγώνες. Ακόμη ανάμεσα στους διαγωνιζομένους παρεισέφρησαν και πολλοί αναξιοπαθούντες, όπως π.χ. ένας τυφλός! Μέσα στο κομφούζιο η έφιππη αστυνομία χτυπούσε για την επιβολή της τάξης ατακτούντες και μη, ανάμεσα στους τελευταίους και διαγωνιζόμενους αθλητές.


Τα επόμενα όμως Ολύμπια, που έγιναν με υποδειγματική τάξη το 1870, στέφθηκαν με απόλυτη επιτυχία. Τα παρακολούθησαν γύρω στους 30.000 θεατές, αριθμός εξαιρετικά μεγάλος για την εποχή. Στο πρόγραμμα μπήκαν και αρκετά καινούργια αγωνίσματα, ενώ συμπεριλήφθηκαν και κολυμβητικοί αγώνες. Για τους αγώνες στίβου χρησιμοποιήθηκε το Στάδιο, ενώ τα αγωνίσματα της κολύμβησης έγιναν στο Φάληρο. Ακολούθησαν τα τρίτα Ολύμπια το 1875, ενώ τα τέταρτα, με συμμετοχή, όπως και στα προηγούμενα, ελλήνων μόνον αθλητών, διεξήχθησαν το 1887/88. Τα τελευταία γιορτάστηκαν με ιδιαίτερη λαμπρότητα όχι μόνον επειδή το Ζάππειο Μέγαρο ήταν επιτέλους έτοιμο, αλλά και επειδή συνέπεσαν με τον εορτασμό των 25 χρόνων από την ανάρρηση στον θρόνο του βασιλέα Γεωργίου Α’.


Επομένως όταν το 1894 ανατέθηκε στην Ελλάδα, από το Α’ Διεθνές Συνέδριο αντιπροσώπων των αθλητικών οργανώσεων που συνήλθε στο Παρίσι, η οργάνωση των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η χώρα μας, χάρη στον Ζάππα, είχε μια σχετική εμπειρία. Το ίδιο Συνέδριο όρισε και την πρώτη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή (ΔΟΕ), που είχε ως πρόεδρό της τον εκπρόσωπο της Ελλάδας Δημ. Βικέλα. Με πρόταση μάλιστα του τελευταίου πάρθηκε η απόφαση να γίνουν το 1896 στην Αθήνα οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες. Ολοι οι σύνεδροι συμφώνησαν οι νέοι Ολυμπιακοί Αγώνες να ξεκινήσουν από τη χώρα που τους γέννησε. Η απόφαση της ΔΟΕ χαροποίησε πολλούς στην Ελλάδα, όχι όμως και τον τότε πρωθυπουργό Χαρ. Τρικούπη.


Το βάρος της ευθύνης για την ανάληψη ενός τέτοιου εγχειρήματος και κυρίως η άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας έκαναν τον διορατικό και ακέραιο πολιτικό να αρνηθεί την πρόταση. Ο Ρ. de Coubertin φτάνει εσπευσμένα στην Αθήνα και γνωρίζοντας ότι στην Ελλάδα υπάρχει και άλλο κέντρο εξουσίας, τα Ανάκτορα, συναντάται με τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο, τον οποίο και πείθει να γίνουν τελικά οι Αγώνες στη χώρα. Συστήνεται Οργανωτική Επιτροπή για την προετοιμασία και την τέλεση των αγώνων με πρόεδρο τον ίδιο τον Διάδοχο. Ερανοι τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, δωρεές ­ η σημαντικότερη ήταν αυτή του Γ. Α. Αβέρωφ, που προσέφερε 920.000 χρυσές δραχμές (!) για την αναμαρμάρωση του αρχαίου σταδίου ­, έκδοση ειδικών σειρών γραμματοσήμων και αναμνηστικών μεταλλίων, εξασφαλίζουν τους πόρους για την κατασκευή του ποδηλατοδρομίου στο Νέο Φάληρο, του σκοπευτηρίου στην Καλλιθέα και των άλλων αναγκαίων εγκαταστάσεων για την τέλεση των 43 αγωνισμάτων του προγράμματος. Ετσι στις 5 Απριλίου 1896, Κυριακή του Πάσχα, μαζί με την Ανάσταση του Χριστού έχουμε και την ανάσταση των Ολυμπιακών Αγώνων: την αναβίωση του ολυμπιακού ιδεώδους που αποβλέπει στη διαπαιδαγώγηση του ατόμου, με την αρμονική καλλιέργεια των πνευματικών, σωματικών και ηθικών του δυνάμεων, για να γίνει «καλόν καγαθόν». Σε αυτή λοιπόν την αναβίωση του ολυμπιακού ιδεώδους, τουλάχιστον στον ελληνικό χώρο, η προσφορά του Ευ. Ζάππα, όπως και του εξαδέλφου του Κ. Ζάππα, δεν πρέπει να λησμονείται.


Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι καθηγητής της Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.