Η πρωτόγνωρη λέξη «φονταμενταλισμός» είναι ελληνική μεταγραφή του αγγλικού όρου fundamentalism (από το λατινικό fundamentum: θεμέλιο) που αποδίδεται ως «θεμελιωτισμός» ή «θεμελιοκρατία» σημαίνοντας την επιστροφή στα «θεμέλια» μιας παράδοσης του παρελθόντος, την εμμονή στα «θεμελιώδη» άρθρα πίστης και τη μαχητική προάσπιση των «θεμελιακών» στοιχείων κάποιας θρησκευτικής κληρονομιάς. Φονταμενταλισμός είναι ο μαχητικός θρησκευτικός συντηρητισμός. Τρία χαρακτηριστικά στοιχεία συνθέτουν τον φονταμενταλισμό: η συντηρητικότητα, η θρησκευτικότητα και η μαχητικότητα.


Πρώτιστο ιδίωμα παραμένει ο συντηρητισμός που διαφοροποιεί τον φονταμενταλισμό από τον εκσυγχρονισμό, τον αντιπαραθέτει στον φιλελευθερισμό ή τον σοσιαλισμό και τον αντιδιαστέλλει από τον διαφωτισμό με τον ορθολογισμό και τον ατομικισμό της νεωτερικότητας.


Η θρησκευτικότητα χρωματίζει τον φονταμενταλισμό αποφασιστικά και καθορίζει τον συντηρητισμό του. Χάρη στη βασική εμπειρία της ενότητας που διακρίνει κάθε θρησκεία τόσο στον χώρο όσο και μέσα στον χρόνο ιδρύοντας την κοινωνία (οριζόντια ενότητα των ομοδόξων μέσα στον χώρο) και γεννώντας την ιστορία (κατακόρυφη ενότητα των ομοφρόνων μέσα στον χρόνο) η συντήρηση των «θεμελίων» επικυρώνεται μεταφυσικά και επεκτείνεται από τον θολό πυθμένα κάποιου παρελθόντος «χρυσού αιώνα» στον απλησίαστο ορίζοντα ενός μελλοντικού «παραδείσου». Η θρησκεία λειτουργεί σαν το «τσιμέντο» της συντήρησης, ως το ανθεκτικότερο συνεκτικό υλικό των «θεμελίων» της παράδοσης που υποτάσσει το κοσμικό (κράτος, κοινωνία, οικονομία) στο θρησκευτικό και υποτάσσει το ιδιωτικό (προσωπική ζωή του ατόμου) στο δημόσιο (θρησκευτικός κώδικας ηθικών αξιών, «ιερός νόμος»).


Η μαχητικότητα είναι το τρίτο στη σειρά αλλά πρώτο σε εντυπωσιασμό στοιχείο του φονταμενταλισμού. Η βία στη διακονία του ιερού εν ονόματι της συντήρησης είναι που συνοψίζει το φονταμενταλιστικό κίνημα άριστα.


* Τα πλήγματα της θρησκείας


Κάθε θρησκευτική κληρονομιά έχει να παρουσιάσει κρούσματα φονταμενταλισμού. Δυστυχώς δεν υπήρξε αναίμακτη θρησκεία ως σήμερα, όπως επίσης δεν εμφανίστηκε ποτέ αναίμακτη επανάσταση, ειρηνική εξέγερση ή «βελούδινη» ανταρσία. Στον 20ό αιώνα ο φονταμενταλισμός ονοματοδοτείται για πρώτη φορά στον αμερικανικό προτεσταντισμό, σε κοινότητες που ερμήνευσαν σχολαστικά τη Βίβλο (βιβλικισμός) και κήρυτταν φανατικά την προσκόλληση στον «ευαγγελισμό» της καθημερινότητας (Evangelicas) από τον τηλεοπτικό ιεροκήρυκα Μπίλι Γκράχαμ ως τη διαβόητη «ηθική πλειοψηφία» της εποχής του 1980 με την αλήστου μνήμης «πολιτική ορθότητα» (political correctness) που άρχιζε με την απόρριψη του δαρβινισμού (θεωρία της εξέλιξης) και κατέληγε στον πουριτανισμό (ποινικοποίηση της αντισύλληψης, νομοθέτηση σεξιστικών διακρίσεων κτλ.).


Στον ρωμαιοκαθολικισμό σημειώθηκαν ανάλογα κρούσματα με τον νεοσχολαστικισμό και τον αντιμοντερνισμό (J. Maritain) που αντιπολιτεύονταν την ανανεωτική Β’ Βατικανή Σύνοδο (1962-1965) ως το κωμικό νεοσυντηρητικό σχίσμα του γαλλοελβετού επισκόπου Λεφέβρ και την εκ μέρους απόρριψη του Βατικανού ως δήθεν εκκοσμικευμένου προοδευτισμού. Στην Ορθοδοξία δεν έλειψε το ευσεβιστικό κίνημα των ποικιλώνυμων θρησκευτικών σωματείων («ιεραποστολικές αδελφότητες θεολόγων»: «Ζωή», «Σωτήρ», «Σταυρός» κ.ά.) μαζί με το σχίσμα του παλαιοημερολογητισμού («Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί») που ταλαιπωρούν την Εκκλησία με τον ζηλωτισμό τους έχοντες «ζήλον Θεού αλλ’ ου κατ’ επίγνωσιν», σε τέτοιον βαθμό μάλιστα που ακόμη σήμερα κάποια μονή του Αγίου Ορους δεν μνημονεύει τον Οικουμενικό Πατριάρχη επειδή είναι σε θεολογικό διάλογο με ετερόδοξους χριστιανούς αδελφούς.


Ο ιουδαϊσμός πλήττεται από το σιωνιστικό κίνημα με τις ακραίες πολιτικοθρησκευτικές βλέψεις του. Το ισραηλινό κράτος μοιάζει αιχμάλωτο της φονταμενταλιστικής εβραϊκής «ορθοδοξίας» μικρών κομματικών σχηματισμών θρησκευτικής καταγωγής και πολιτικής δράσης που απειλούν την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή με τη σύμπηξη φανατικού μετώπου στο κοινοβούλιο και την κυβέρνηση της χώρας. Ο μουσουλμανισμός δοκιμάζεται από τον ισλαμισμό, το πολιτικοθρησκευτικό κίνημα που επικαλείται τα «θεμέλια» του Ισλάμ για τη βίαιη επιβολή του «ιερού νόμου» (σαρία) στο εσωτερικό κάθε μουσουλμανικής χώρας, ιδίως στο Ιράν, τη Σαουδική Αραβία, τη Λιβύη και την Αλγερία, αλλά και για τη μαχητική διάδοσή του στο εξωτερικό. Η πολιτική σκοπιμότητα και η ειδησεογραφική προχειρότητα σε μερικές περιπτώσεις δημιούργησαν την εσφαλμένη εντύπωση πως δήθεν μόνο το Ισλάμ ταυτίζεται με τον φονταμενταλισμό, ενώ η αδιάψευστη ιστορική πραγματικότητα είναι ότι κάθε θρησκεία διαβρώνεται από τον φονταμενταλιστικό ιό, ακόμη και τα ινδικά θρησκεύματα που δεν υστερούν σε βίαιες αναμετρήσεις δολοφονώντας μέλη της οικογενείας Γκάντι «δι’ ασήμαντον αφορμήν».


* Το θεολογικό αντίδοτο


Η σχέση της θρησκείας με τον φονταμενταλισμό είναι σαν τη σχέση της ενέργειας με την παρενέργεια ή του προϊόντος και του υποπροϊόντος. Οπως κάθε φάρμακο έχει ενδείξεις και αντενδείξεις, έτσι και η θρησκεία ως φαινόμενο της ιστορίας, της κοινωνίας και του πολιτισμού αντανακλά το περιβάλλον της και αναπαράγει τον περίγυρό της άλλοτε προς το καλύτερο και άλλοτε προς το χειρότερο. Ο φονταμενταλισμός είναι η θρησκευτική αναπαραγωγή της κοινωνίας προς το χειρότερο, κατιτί σαν καρκίνωμα της ιστορίας και παράσιτο του πολιτισμού.


Η ίδια η θρησκεία μπορεί να παράγει το αντίδοτο κατά του φονταμενταλισμού, αν και όταν η φωτισμένη θεολογία και η υπεύθυνη ιεραρχία ερμηνεύσουν τις επιταγές της παράδοσης κατά το πνεύμα που ζωοποιεί και όχι κατά το γράμμα που σκοτώνει, εφαρμόζοντας με τρόπο φιλάνθρωπο και όχι απάνθρωπο ό,τι είναι απολύτως απαραίτητο για τη συνοχή της κοινωνίας σε έναν χώρο παγκοσμιοποιημένο πλανητικά και σε έναν ιστορικό χρόνο με προοπτική μελλοντολογική και όχι παρελθοντολογική.


Ο κ. Μάριος Μπέγζος είναι αναπληρωτής καθηγητής Συγκριτικής Φιλοσοφίας της Θρησκείας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.