Με βάση τα πραγματικά δεδομένα της δημοσιονομικής διαχείρισης οι υπεσχημένες για το 2003 φορολογικές ελαφρύνσεις βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα αφού αυτή την περίοδο η μάχη που δίνει το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είναι να ισορροπήσει τον προϋπολογισμό στα επίπεδα του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης, δηλαδή να του εξασφαλίσει το πλεόνασμα του 1% του ΑΕΠ για το οποίο έχουμε δεσμευθεί στις Βρυξέλλες. Με δεδομένη όμως την πολιτική συγκυρία, δηλαδή τις προσεχείς δημοτικές εκλογές, ο προϋπολογισμός τόσο για εφέτος όσο και για το 2003 βρίσκεται σε κλοιό πολιορκίας καθώς όλες οι επαγγελματικές τάξεις με την ανοχή αρκετών υπουργών και κυρίως της Χαριλάου Τρικούπη θεωρούν ότι τώρα είναι η κατάλληλη περίοδος για να διεκδικήσουν αγωνιστικά και να επιτύχουν την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Η κυβέρνηση έχει μειωμένες αντιστάσεις και είναι ενδεικτική η υποχώρηση Σημίτη στην περίπτωση των βαμβακοπαραγωγών, η οποία φορτώνει τον εφετινό προϋπολογισμό με πρόσθετες δαπάνες 90 εκατ. ευρώ.


Με δεδομένες τις δυσμενείς επιδράσεις από την πτώση στα ξένα χρηματιστήρια και την παρατεινόμενη ύφεση της διεθνούς οικονομίας και μέσα στις προαναφερόμενες συνθήκες ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Ν. Χριστοδουλάκης με τη βοήθεια του αρμόδιου υφυπουργού κ. Γ. Φλωρίδη καλείται κυριολεκτικά να τετραγωνίσει τον κύκλο αφού πρέπει ως τις 20 Αυγούστου, όταν θα επιστρέψει από τις διακοπές του ο Πρωθυπουργός:


Πρώτον, να έχει ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό του 2003 που ήδη με τις σημερινές τάσεις παρουσιάζει αυξημένα ελλείμματα.


Δεύτερον, να έχει σχεδιάσει ένα ευπρόσωπο πακέτο φορολογικών ελαφρύνσεων και κοινωνικών παροχών το οποίο θα εξαγγείλει στις 7 Σεπτεμβρίου στη ΔΕΘ ο κ. Κ. Σημίτης προκειμένου να ενισχύσει το εκλογικό μέλλον του κυβερνώντος κόμματος.


Τρίτον, να έχει ετοιμάσει μέτρα οικονομικής πολιτικής που θα αμβλύνουν τις αρνητικές συνέπειες που έχει ήδη η διεθνής ύφεση στους ρυθμούς ανάπτυξης.


Φυσικά όλες οι δυσκολίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τώρα η οικονομία εκφράζονται πρωταρχικά με τις ανισορροπίες που παρουσιάζει ο καταρτιζόμενος προϋπολογισμός του 2003, ο οποίος και δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε εκλογές μέσα σε συνθήκες κοινωνικής ηρεμίας, αφού πολλές ομάδες του πληθυσμού, με απαρχή τα αγροτικά μπλόκα του Σεπτεμβρίου, ετοιμάζουν κινητοποιήσεις από το φθινόπωρο.


Ακριβείς πληροφορίες του «Βήματος» αναφέρουν ότι το σχέδιο του προϋπολογισμού του 2003, όπως έχει καταρτισθεί από τις υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου, προβάλλει μια ζοφερή εικόνα που δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για ουσιαστικές φορολογικές ελαφρύνσεις. Συγκεκριμένα οι δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού υπό το βάρος των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί για την εισοδηματική και την κοινωνική πολιτική είναι αυξημένες κατά 8,5%, ενώ τα έσοδα του προϋπολογισμού αδυνατούν να τις καλύψουν αφού η αύξησή τους δεν θα είναι μεγαλύτερη του 5,5% καθώς λόγω ύφεσης έχουν εξαντληθεί οι φοροδοτικές ικανότητες της οικονομίας.


Συγκεκριμένα και σύμφωνα με το σχέδιο προϋπολογισμού που έχει συνταχθεί από το Γενικό Λογιστήριο:


– Οι δαπάνες για μισθούς, συντάξεις και προσλήψεις προσωπικού θα ανέλθουν το 2003 σε 12,5 δισ. ευρώ έναντι 12 δισ. εφέτος, δηλαδή θα είναι αυξημένες κατά 6%.


– Οι δαπάνες για τα νοσοκομεία από 2 δισ. θα φθάσουν τα 2,2 δισ., δηλαδή θα αυξηθούν κατά 7,3%.


– Εκρηξη δαπανών σημειώνεται στις επιχορηγήσεις των ασφαλιστικών ταμείων, οι οποίες από 3,5 δισ. δρχ. θα ανέλθουν σε 4,5 δισ., αυξανόμενες κατά 26,2%. Η εξήγηση βρίσκεται στην αυξημένη επιχορήγηση προς το ΙΚΑ στο πλαίσιο λύσης του Ασφαλιστικού και στην επιχορήγηση του ΟΓΑ λόγω αύξησης των αγροτικών συντάξεων.


– Η επιχορήγηση των συγκοινωνιακών φορέων συγκρατείται στο επίπεδο των 2,1 δισ. ευρώ, ενώ οι καταναλωτικές δαπάνες μειώνονται ελαφρά από 2,3 σε 2,2 δισ. ευρώ.


Με δεδομένο ότι ο σχεδιασθείς προϋπολογισμός (με βάση φυσικά τις δεσμεύσεις για την εισοδηματική και την κοινωνική πολιτική που έχει αναλάβει ήδη η κυβέρνηση) είναι έντονα ελλειμματικός και αύξηση δαπανών 8,5% δεν θα είναι αποδεκτή από τις Βρυξέλλες αφού στο Πρόγραμμα Σταθερότητας που έχουμε υποβάλει υποσχόμεθα αύξηση μόνο 5,5%, οι κκ. Ν. Χριστοδουλάκης και Γ. Φλωρίδης θα πρέπει να περικόψουν περαιτέρω τις δαπάνες, κάτι όμως που τώρα μοιάζει ανέφικτο αφού όλες αφορούν μισθολογικές αυξήσεις που έχουν ανακοινωθεί και κοινωνικές παροχές.


Ο κ. Ν. Χριστοδουλάκης έχει βέβαια φιλόδοξους σχεδιασμούς και θα ήθελε π.χ. να συνδέσει τον προϋπολογισμό του 2003 με ένα καλύτερο κράτος αφού, όπως δηλώνει στο «Βήμα», «κάνουμε τώρα μια δουλειά στον προϋπολογισμό που στόχος της είναι να μεταφράσει τις κρατικές δαπάνες σε υπηρεσίες που προσφέρονται στους πολίτες. Να αξιολογήσουμε δηλαδή τις δαπάνες για την υγεία ή την παιδεία και να διαπιστώσουμε αν τα χρήματα που δίνει ο έλληνας φορολογούμενος μεταφράζονται σε μια υψηλή ποιότητα υπηρεσιών υγείας και παιδείας ή χάνονται χρήματα».


Πάντως η πορεία του προϋπολογισμού θα κριθεί από τις επιπτώσεις που δέχεται η ελληνική οικονομία. «Εχω ανησυχία» δηλώνει ο υπουργός «για τις επιδράσεις που θα έχει η πτώση των αγορών και πιστεύω ότι πρέπει να είμαστε σε μια διαρκή ετοιμότητα και να μην αφεθούμε στην αμεριμνησία ότι εμείς αποτελούμε όαση σε έναν ταραγμένο κόσμο». Και σε μια πρώτη απάντηση στις πιέσεις που δέχεται από συναδέλφους του για αύξηση δαπανών ο κ. Χριστοδουλάκης απαντά ότι, αν αρχίσουμε τώρα τις παροχές, ο πληθωρισμός θα εκραγεί και θα σπρώξει την οικονομία μας πίσω στην ύφεση.


«Η οικονομική πολιτική» τονίζει «είναι ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός και δεν μπορεί να χρησιμοποιείται σαν “παιδί για όλες τις δουλειές”, δηλαδή επειδή έχουμε εκλογές πρέπει να δώσουμε λεφτά. Η οικονομική πολιτική δεν πρέπει να υποταχθεί στις συγκυριακές σκοπιμότητες γιατί έχει να υπηρετήσει τον μεγάλο στόχο της ανάπτυξης και της απασχόλησης».