Για να διαγραφεί κανείς από τον «Τειρεσία», όταν πια δεν συντρέχουν οι λόγοι για τους οποίους μπήκε στη μαύρη λίστα, μπορεί να ακολουθήσει δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι η απευθείας επαφή με τους υπευθύνους του «Τειρεσία» για εξώδικη ρύθμιση και ο δεύτερος με προσφυγή στα δικαστήρια ή στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), μια ανεξάρτητη διοικητική αρχή με ευρύτατες δικαιοδοσίες η οποία δικάζει αυτές τις προσφυγές. Η ΑΠΔΠΧ στεγάζεται στο υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο την εποπτεύει, και είναι επταμελής, με πρόεδρο σήμερα τον τ. αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Κ. Δαφέρμο. Οποιος από τους δύο τρόπους και αν επιλεχθεί, απαιτούνται μια σειρά δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομισθούν από τον ενδιαφερόμενο, ανάλογα με τον λόγο που μπήκε στη μαύρη λίστα.
Αν τα στοιχεία που ο ενδιαφερόμενος θέλει να μεταβληθούν έχουν σχέση με Διαταγές Πληρωμής, που έχουν εκδοθεί από το δικαστήριο για οφειλές προς τρίτους, π.χ. προς μια τράπεζα, για τη μεταβολή των στοιχείων που εμφανίζονται στον «Τειρεσία», και εφόσον φυσικά έχει τακτοποιηθεί η εκκρεμότητα με την τράπεζα, απαιτείται, όπως προβλέπει η σχετική διαδικασία, το πρωτότυπο καθεμιάς εξοφληθείσας Διαταγής Πληρωμής το οποίο εκδίδεται από το δικαστήριο και πιστοποιεί την εξόφληση. Επιπλέον, έγγραφη δήλωση εξόφλησης από αυτόν που είχε την απαίτηση, π.χ. την τράπεζα, με θεωρημένο το γνήσιο της υπογραφής του. Σε περίπτωση που η εξοφληθείσα Διαταγή Πληρωμής είχε εκδοθεί με αίτηση νομικού προσώπου, χρειάζονται και όσα δικαιολογητικά νομιμοποιούν τον έχοντα την απαίτηση.
Στην περίπτωση που επιλεγεί η δικαστική διαγραφή, η νομοθεσία αναφέρει ότι πρέπει να προσκομισθεί στο δικαστήριο έγγραφη εξοφλητική απόδειξη με τη σφραγίδα του αιτήσαντος τη Διαταγή Πληρωμής αν είναι επιτηδευματίας ή σε κάθε περίπτωση του πληρεξουσίου δικηγόρου.
Στις περιπτώσεις των ακαλύπτων επιταγών ο «Τειρεσίας» για να κάνει τις οποιεσδήποτε μεταβολές ζητεί τα «σώματα» των εξοφλημένων ακαλύπτων επιταγών του ενδιαφερομένου. Αν επιλεγεί η δικαστική διαγραφή, ο ενδιαφερόμενος πρέπει να παρουσιάσει δήλωση εξόφλησης εκ μέρους του τελευταίου κομιστή καθεμιάς ακάλυπτης επιταγής αφού δεν είναι διαθέσιμα τα «σώματα» των επιταγών.
Στις περιπτώσεις των απλήρωτων συναλλαγματικών, για να γίνει μεταβολή, ο «Τειρεσίας» απαιτεί να προσκομισθούν τα «σώματα» των εξοφλημένων συναλλαγματικών. Τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για τις μεταβολές μέσω δικαστικής οδού είναι έγγραφη εξοφλητική απόδειξη με τη σφραγίδα του εκδότη ή του δικαιούχου των προκειμένων συναλλαγματικών και σε κάθε άλλη περίπτωση με θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του εισπράξαντος.
Στις περιπτώσεις συναλλαγματικών που έχουν χρονολογία λήξης πριν από το 1993 η διαγραφή των αντιστοίχων δεδομένων μπορεί να γίνει χωρίς ο ενδιαφερόμενος να προσκομίσει κανένα δικαιολογητικό.
Για μεταβολές δεδομένων που έχουν σχέση με κατασχέσεις ακινήτων, είτε για εξώδικη τακτοποίηση από τον «Τειρεσία» είτε για διαγραφή μέσω δικαστικής απόφασης, χρειάζεται πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου που πιστοποιεί την άρση τής υπόψη κατάσχεσης. Προσοχή, γενικό πιστοποιητικό «μη βαρών» δεν γίνεται αποδεκτό.
Στις περιπτώσεις μεταβολών των δεδομένων σε σχέση με προγράμματα πλειστηριασμού το απαιτούμενο δικαιολογητικό είναι βεβαίωση του συμβολαιογράφου που είχε ορισθεί ως «επί του πλειστηριασμού υπάλληλος» ότι ματαιώθηκαν οι προγραμματισμένοι πλειστηριασμοί με ακριβή αναφορά των ημερομηνιών που ματαιώθηκε η διεξαγωγή τους.
Για μεταβολές δεδομένων σε σχέση με Προσημειώσεις και Υποθήκες απαιτείται πιστοποιητικό του υποθηκοφυλακείου για τις γενόμενες συγκεκριμένες εξαλείψεις, όπως επίσης αντίγραφο των αντιστοίχων τίτλων εξάλειψης.
Στις περιπτώσεις μεταβολών των δεδομένων σε σχέση με Κηρυχθείσες Πτωχεύσεις τα απαιτούμενα δικαιολογητικά που πρέπει να προσκομίσει ο ενδιαφερόμενος είναι δικαστική απόφαση ανάκλησης της συγκεκριμένης πτώχευσης ή επικύρωσης του επιτευχθέντος πτωχευτικού συμβιβασμού, όπως επιπλέον πιστοποιητικό τελεσιδικίας της απόφασης, και απόσπασμα από το φύλλο του δελτίου δικαστικών δημοσιεύσεων όπου καταχωρίστηκε περίληψη της πρωτόδικης αυτής απόφασης.
Πόσο εύκολη είναι η απεμπλοκή από τα γρανάζια της μαύρης λίστας του «Τειρεσία» και ποιοι είναι οι συνηθέστεροι λόγοι για τους οποίους ζητούν αποκατάσταση οι συμπολίτες μας; «Οι εξώδικες διατυπώσεις που απαιτούνται από τον “Τειρεσία” για τις οποιεσδήποτε μεταβολές», λέει ο δικηγόρος κ. Ι. Ζαρκωτός, «είναι ιδιαίτερα δυσχερείς και χρονοβόρες. Κατά κανόνα εξωδίκως επιτυγχάνεται μόνο η δικαιολόγηση και όχι η διαγραφή των δυσμενών στοιχείων. Η μεγαλύτερη δυσκολία στη δικαιολόγηση επιβαρυντικών στοιχείων προέρχεται από ό,τι σχετίζεται με ακάλυπτες επιταγές και απλήρωτες συναλλαγματικές και αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι η προβλεπόμενη εξώδικη διαδικασία διέρχεται υποχρεωτικά μέσω τραπεζικής οδού».
Οι συνηθέστεροι λόγοι προσφυγών για τη διαγραφή από τη «μαύρη λίστα» προέρχονται, όπως αναφέρει ο ίδιος, «από την εξόφληση της χρηματικής οφειλής από την οποία προήλθε και το δυσμενές στοιχείο».
Για τη διαγραφή δυσμενών στοιχείων νομικών προσώπων ο κ. Ζαρκωτός επισημαίνει ότι «δυσμενή δεδομένα οικονομικής φερεγγυότητος εις βάρος εταιρειών είναι δυνατόν να διαγραφούν μόνο μέσω κοινής διαδικασίας ενώπιον των αρμοδίων αστικών δικαστηρίων. Οι διαδικασίες όμως είναι χρονοβόρες. Εφόσον υπάρχει δυνατότητα για εξώδικη δικαιολόγηση των επιβαρυντικών στοιχείων της εταιρείας, προτιμότερο είναι να αποφύγει κανείς την εμπλοκή του σε τέτοιους μακρόχρονους δικαστικούς αγώνες».
Αν εξώδικα δεν ικανοποιηθεί ο ενδιαφερόμενος από τους υπευθύνους του «Τειρεσία», έχει τη δυνατότητα της προσφυγής στα αστικά δικαστήρια ή στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Πάντως όλα τα αρχεία που επεξεργάζονται και δημοσιοποιούν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα πρέπει να εφοδιασθούν με σχετική άδεια. «Τα ως σήμερα υπάρχοντα αρχεία», λέει ο κ. Δαφέρμος, «λειτουργούν νομίμως ως τις 31.12.1998. Από την ημέρα αυτή και εφεξής τα μεν αρχεία που περιέχουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα θα πρέπει να έχουν την άδεια της ΑΠΔΠΧ, τα δε υπόλοιπα που δεν έχουν ευαίσθητα δεδομένα θα πρέπει να γνωστοποιήσουν την ύπαρξή τους στην Αρχή με τα στοιχεία που προβλέπει ο νόμος. Μετά την εκπνοή της συγκεκριμένης προθεσμίας όλα τα μη δηλωθέντα αρχεία χαρακτηρίζονται παράνομα με συνέπεια και ποινικές και διοικητικές κυρώσεις, ανεξάρτητα αν τα αρχεία αυτά είναι δημόσια ή ιδιωτικά. Το διοικητικό πρόστιμο για τους υπευθύνους θα ανέρχεται ως και τα 50 εκατ. δρχ.».
Τι χρωστούν στις τράπεζες
Η συναλλακτική συμπεριφορά ενός εκάστου καταγράφεται από τη διατραπεζική εταιρεία «Τειρεσίας», που με τη σειρά της εμπορεύεται τις πληροφορίες αυτές σε ιδιωτικές τράπεζες πληροφοριών οι οποίες και τις πωλούν έναντι προσιτής αμοιβής σε κάθε ενδιαφερόμενο. Ολοι συμφωνούν για την αναγκαιότητα αυτού του είδους της πληροφόρησης. Το σύστημα όμως φαίνεται ότι βάζει στην ίδια μοίρα τους εξ επαγγέλματος κακοπληρωτές και όσους για καθαρά συμπτωματικούς λόγους είχαν την ατυχία να διεγείρουν την προσοχή του και να στιγματισθούν ως αφερέγγυοι.
Το πρόβλημα πάντως της διακίνησης ενός μεγάλου σε αξία όγκου ακάλυπτων επιταγών και απλήρωτων συναλλαγματικών είναι υπαρκτό και απασχολεί πέρα από τις τράπεζες ένα μεγάλο αριθμό συναλλασσομένων. Για να καταλάβει κανείς την έκταση του προβλήματος αρκεί να ρίξει μια ματιά στα αριθμητικά στοιχεία που καταγράφουν την έκταση της γκρίζας πλευράς της οικονομικής δραστηριότητας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ενωσης Ελληνικών Τραπεζών, η συνολική αξία των ακάλυπτων επιταγών έφθασε το 1996 τα 223,5 δισ. δρχ. ενώ οι απλήρωτες συναλλαγματικές ήταν την ίδια χρονιά ύψους 98,9 δισ. δρχ. Ενα χρόνο αργότερα σημειώθηκε αύξηση σε αυτού του είδους τη «δραστηριότητα» αφού οι ακάλυπτες επιταγές έφθασαν τα 253,2 δισ. δρχ. και οι απλήρωτες συναλλαγματικές τα 100,7 δισ. δρχ. Φέτος πάντως φαίνεται να υπάρχει μια στασιμότητα αφού την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 1998 η αξία των ακάλυπτων επιταγών έφθασε τα 167,6 δισ. δρχ. έναντι 167,5 δισ. στο ίδιο διάστημα του 1997 και 137,2 δισ. για το οκτάμηνο του 1996. Αντίστοιχα οι απλήρωτες συναλλαγματικές ήταν 68 δισ. δρχ. για το οκτάμηνο 1998 έναντι 70,5 δισ. δρχ. και 67,5 δισ. δρχ. στο οκτάμηνο του 1996 και του 1997 αντιστοίχως.



