«ΤΟ ΞΕΝΟ και το άγνωστο θεωρείται γενικά ύποπτο, απειλή για τη γνωστή, σταθερή τάξη πραγμάτων» σημείωνε ο D. Barley το 1966 στο βιβλίο του «Βασικές αρχές και προβλήματα της κοινωνιολογίας». Ο πανταχού παρών φόβος από το ξένο ή τον ξένο σαρώνει σήμερα και την Ελλάδα με επίκεντρο τους Αλβανούς. Οπως και όταν ήμασταν εμείς αλλοδαποί για τους κατοίκους χωρών υποδοχής. Θα ήταν άδικο να μη στρέψουμε τη σκέψη μας σε εποχές, όχι τόσο μακρινές, που και εμείς γυρεύαμε μια καλύτερη ζωή στα ξένα. Να βγάλουμε από την ταινιοθήκη του μυαλού σε αντιπαραβολή το «Απ’ το χιόνι» του Γκορίτσα και το «Ελληνας γείτονας» του Φασμπίντερ για να σκεφθούμε από την ανάποδη: «Οι μετανάστες δεν είναι το πρόβλημα, έχουν προβλήματα». Ο Γιώργος που το 1969 ήταν ο Katzelmacher (βαυαρικός ιδιωματισμός, υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τους μετανάστες που προέρχονται από τις νότιες χώρες) στη Γερμανία ως «Ελληνας γείτονας» είναι ο Σαλί της διπλανής πόρτας στην Ελλάδα τού σήμερα· στην Ελλάδα που έχει κάνει τη λέξη Αλβανός συνώνυμη με τη λέξη κλέφτης, βιαστής, εγκληματίας, όπως η λέξη Ελληνας στο γαλλικό λεξιλόγιο τον προηγούμενο αιώνα!


Καθημερινά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναφέρονται στην άνοδο της εγκληματικότητας από την είσοδο των Αλβανών στην Ελλάδα, όπως έγραφε και ο ξένος Τύπος για τους έλληνες και άλλους μετανάστες στο εξωτερικό κατά τις περιόδους οικονομικής κρίσης. Παράλληλες εικόνες που έχει ενδιαφέρον να τις δούμε για να καταλάβουμε ότι η υποκρισία αρχίζει εκεί όπου σταματούν τα πλεονεκτήματα από τα «φτηνά εργατικά χέρια» και ο ρατσισμός εκεί όπου σταματά η ανεκτικότητα και γίνεται «καραμπινάτος» φόβος αυτοδικίας.


* Η «κοινωνική απειλή»


Παράλληλες εικόνες θα επιχειρήσουμε να ανασύρουμε με μπούσουλα την επικοινωνιακή ροή μέσα από την «επιλεκτική πραγματικότητα» των ΜΜΕ που ενίοτε δημιουργεί παράλληλο τοπίο με επίκεντρο τους μετανάστες. Πάμε πίσω. Στα χρόνια που οι Ελληνες πήραν το μπαουλάκι των ελπίδων τους και κίνησαν για τη Γερμανία. Μια εικοσαετία μετανάστευσης όπως πέρασε στον γερμανικό Τύπο.


Οι έλληνες εργάτες που έφθασαν στη Γερμανία το 1960 ήταν 20.800, έγιναν 194.600 το 1966, έφθασαν τις 270.000 το 1972 ενώ το 1980 ήταν 129.700. Μαζί τους χιλιάδες εργάτες από την Ιταλία, την Τουρκία, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Γιουγκοσλαβία. Το θέμα «ξένος», όπως περνά από τα ΜΜΕ, απετέλεσε αντικείμενο μιας διαχρονικής έρευνας που χρησιμοποιεί το παράδειγμα της προβολής της εικόνας των μεταναστών στα εβδομαδιαία περιοδικά «Stern» και «Quick» της χρονικής περιόδου 1960-1982.


Ο ξένος (fremder) θεωρείται εδώ όχι αυτός που «σήμερα έρχεται και αύριο φεύγει» αλλά αυτός που «σήμερα έρχεται και αύριο μένει», δηλαδή ο μετανάστης. Η θεματοποίησή τους από τα ΜΜΕ (στην οργάνωση των οποίων δεν μπορούν να συμμετέχουν και άρα διαφορετικά προβάλλονται και θεματοποιούνται) βασίζεται κυρίως στους αρχαϊκούς φόβους του γερμανικού πληθυσμού είτε υπό την μορφή «κοινωνικής απειλής» είτε υπό την μορφή «προσωπικής απειλής» (υψηλός αριθμός μεταναστών συνεπάγεται και αλλοίωση του γερμανικού πληθυσμού, του γερμανικού πολιτισμού, μεγαλύτερη ανεργία, περισσότερες πολιτειακές δαπάνες, υψηλότερη εγκληματικότητα κλπ).


* Ο ρόλος των ΜΜΕ


«Η δημιουργία, η σταθεροποίηση και η επιδείνωση των προκαταλήψεων εις βάρος των μεταναστών από διάφορες κοινωνικές ομάδες θα πρέπει να αντιμετωπισθούν σε άμεση σχέση με την πληροφόρηση του γερμανικού πληθυσμού σχετικά με τους μετανάστες. Βασική πηγή πληροφόρησης είναι τα ΜΜΕ, από τα οποία η παρουσίαση των μεταναστευτικών προβλημάτων δεν είναι ανεξάρτητη από πολιτικούς, οικονομικούς, πολιτιστικούς και γενικά κοινωνικούς παράγοντες» επισημαίνει ο δρ Ψυχολογίας – Εγκληματολογίας Γιώργος Γαλάνης, αναπληρωτής καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. «Τα ΜΜΕ με την επιλογή των θεμάτων και τον τρόπο με τον οποίον παρουσιάζουν τις πληροφορίες για τους μετανάστες συμβάλλουν αποφασιστικά στη δημιουργία απόψεων και στην ενίσχυση ή άμβλυνση των προκαταλήψεων έναντι αυτής της πληθυσμιακής ομάδας αλλοδαπών».


Ο κοινωνικοποιητικός ρόλος των ΜΜΕ αποκτά ιδιαίτερη σπουδαιότητα όταν πρόκειται για θέματα για τα οποία οι αποδέκτες των προϊόντων τους δεν έχουν δικές τους άμεσες εμπειρίες για να βασισθούν. Ενα τέτοιο θέμα είναι το θέμα της εγκληματικότητας γενικά και ειδικότερα η εγκληματικότητα των μεταναστών.


Ετσι η ανάλυση των αποτελεσμάτων με βάση τα περιοδικά «Stern» και «Quick», όπως εξηγεί ο κ. Γαλάνης που έκανε την έρευνα, έδειξε ότι σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης η παρουσίαση της εικόνας των μεταναστών τείνει να είναι περισσότερο «θετική», σε περιόδους οικονομικής στασιμότητας είναι περισσότερο «αρνητική» παρά «θετική» και σε περιόδους οικονομικής κρίσης είναι περισσότερο «αρνητική».


Οταν δεν υπάρχει ανεργία και υπάρχουν ακάλυπτες θέσεις εργασίας και υψηλό Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, οι μετανάστες είναι απαραίτητοι για να διατηρήσει η Γερμανία την ανταγωνιστικότητά της. Με μια «θετική» για τους μετανάστες πληροφόρηση της γερμανικής κοινής γνώμης από τα ΜΜΕ «επιδιώκεται οι μετανάστες να γίνονται αποδεκτοί ως «συμπολίτες» γιατί μια αντίθεση μεταξύ Γερμανών και αλλοδαπών θα είχε σοβαρές επιπτώσεις στη διαδικασία εργασίας και παραγωγής».


* Ανεργία και ανασφάλεια


Σε περιόδους οικονομικής στασιμότητας και κυρίως οικονομικής κρίσης μειώνεται η οικονομική σταθερότητα, αυξάνεται η ανεργία και γενικά δημιουργείται ένα κλίμα ανασφάλειας που έχει ως αποτέλεσμα για όλα αυτά να θεωρούνται υπεύθυνοι οι μετανάστες. Αυτοί οι φόβοι, οι προκαταλήψεις και η εχθρικότητα εναντίον των μεταναστών διαφαίνονται και στα ΜΜΕ, «τα οποία ενισχύουν την προϋπάρχουσα υπολανθάνουσα αποστροφή προς τους μετανάστες και το αίτημα για επιστροφή των μεταναστών στις πατρίδες τους».


Ετσι και η παρουσίαση της εγκληματικότητας των μεταναστών από τα ΜΜΕ αυξάνεται ιδιαίτερα όσον αφορά τη συχνότητα και τον τρόπο απόδοσης (δραματοποίηση) σε περιόδους οικονομικής κρίσης ενώ τονίζονται οι εθνικότητες που έχουν τον μεγαλύτερο αριθμό εργατών σε σχέση με άλλες εθνικότητες μεταναστών.


Το «Stern» αφιερώνει ένα υψηλό ποσοστό των άρθρων για μετανάστες αποκλειστικά στην εγκληματικότητα (33%), σε αντίθεση με το «Quick» (14%). Και τα δύο περιοδικά παρουσιάζουν την τάση να εμφανίζουν συγκεκριμένες εθνικότητες στα δημοσιεύματα, όπου ξεχωρίζουν η Ιταλία, η Ελλάδα και κυρίως η Τουρκία με 42,6% του συνολικού αριθμού των άρθρων περί εγκληματικότητας στο «Stern» και με 22,2% στο «Quick». «Με την παρουσίαση της παρεκκλίνουσας γενικά συμπεριφοράς των μεταναστών αποσπάται η προσοχή από τα πραγματικά αίτια της κρίσης και δίνεται η εντύπωση ότι με τη μείωση του αριθμού των μεταναστών θα λυθούν τα οικονομικά προβλήματα. Αυτή η προκατάληψη ενισχύεται με την παρουσίαση της εγκληματικής βίας στον Τύπο και οδηγεί στο αίτημα για νομική ρύθμιση και απέλαση μεταναστών» τονίζει ο κ. Γαλάνης.


Στη θεματολογία των περιοδικών για την εγκληματικότητα εμφανίζονται με την ακόλουθη σειρά ποσοστών: οι θεσμοί κοινωνικού ελέγχου (38%), η απειλή και δραματοποίηση (23%), η εγκληματικότητα βίας (18%), η «γενική» εγκληματικότητα (12,5%), τα μέσα βίας (4,5%) και η «ελαφρά» εγκληματικότητα (3,5%). Συνήθως προβάλλονται συνθήκες και γεγονότα εγκληματικής βίας όπου κατά κύριο λόγο δράστες (θύτες) είναι μετανάστες, αν ασφαλώς εμπλέκονται και Γερμανοί στην υπόθεση. Παρουσιάζεται με έμφαση η εθνικότητα των «πρωταγωνιστών» στις εγκληματικές πράξεις και η προσοχή εδώ επικεντρώνεται στην Ιταλία, στην Ελλάδα και στην Τουρκία.


Μάλιστα ο «εγκληματίας» ξένος αναφέρεται απρόσωπα (χωρίς όνομα, συνθήκες διαβίωσης και εργασίας) και η εθνικότητα γίνεται «στίγμα». Και από τη γενική παρουσίαση των μεταναστών στον γερμανικό Τύπο διαφαίνεται ότι η εθνικότητα παίζει αποφασιστικό ρόλο όταν οι μετανάστες παρουσιάζονται γενικά ως «ο αλλοδαπός» ή ειδικά ως «ο Ιταλός», «ο Τούρκος», «ο Ελληνας». Μια τέτοια παρουσίαση τονίζει την «ιδιαιτερότητα» των μεταναστών και ενισχύει το αίσθημα υπεροχής των Γερμανών.


* Συνύπαρξη με τους ντόπιους


Αντιθέτως, εμφανίζει υψηλά ποσοστά η «προσωπική» παρουσίαση των θυμάτων – Γερμανών και καταγράφονται πιο συχνά ονόματα προσώπων, γερμανικών πόλεων και περιοχών σε σχέση με την εγκληματικότητα. Ετσι, εκτός από το αίσθημα γενικής ανασφάλειας, μπορεί να ενισχυθεί και το αίσθημα της προσωπικής ανασφάλειας των αναγνωστών!


Είναι χαρακτηριστικό ότι με την ενισχυμένη παρουσίαση της εγκληματικής βίας (βαριά εγκλήματα) ο ρόλος των θεσμών κοινωνικού ελέγχου (π.χ. Αστυνομία) γίνεται πιο εμφανής και ιδιαίτερα το αίτημα για «Law and Order». Ο διαχωρισμός της εγκληματικότητας των μεταναστών από αυτήν του υπόλοιπου πληθυσμού, όπως παρουσιάζεται από τα ΜΜΕ, δημιουργεί την εντύπωση ότι και σε αυτόν τον τομέα υπάρχει «ειδικός τρόπος συμπεριφοράς» των μεταναστών που θα πρέπει να αντιμετωπισθεί επίσης διαφορετικά. «Οσο λοιπόν οι μετανάστες εξακολουθούν να είναι «ομάδα με ειδικές ανάγκες»», διαπιστώνει ο ερευνητής, «δεν είναι δυνατή η «πολυπολιτιστική συνύπαρξη» μεταξύ αλλοδαπών και ντόπιων». Τα πέτρινα χρόνια των εμιγκρέδων στις ΗΠΑ





Η ΑΜΕΡΙΚΗ των αρχών του 19ου αιώνα έγινε πόλος έλξης για έλληνες μετανάστες: πήραν τη φτώχεια τους, άφησαν τα χωριά τους και έφθασαν εκεί αναζητώντας καλύτερες συνθήκες ζωής. Το 1848 καταγράφεται ο πρώτος Ελληνας που φθάνει εκεί (ο αμερικανός εντεταλμένος για τη μετανάστευση δεν κάνει καμία αναφορά για τους Ελληνες ως το 1824) μαζί με 91.061 Ιρλανδούς και 51.593 Γερμανούς. Μετά το 1880 η εικόνα αλλάζει και ο αριθμός των Ελλήνων που φθάνουν στις ΗΠΑ αυξάνεται σταθερά. Το 1910 υπολογίζονται σε 186.204! Οι περισσότεροι ήταν άντρες που άρχισαν να συγκεντρώνονται στη Νέα Υόρκη, στις περιοχές πάνω από την κοιλάδα του Μισισίπι και κυρίως στο Σικάγο και στο Σαν Φρανσίσκο.


Σύντομα ο Ελληνας ανακάλυψε ότι υπήρχε «ένας θεός που λεγόταν Business». Αλλά ως μετανάστης ήξερε ότι για να πετύχει έπρεπε να αρχίσει πλένοντας πιάτα, δουλεύοντας στο εργοστάσιο, ως εργάτης στον σιδηρόδρομο, ως λούστρος στον δρόμο ή ως πλανόδιος πωλητής. Τσιγάρα, λουλούδια, λαχανικά και άλλα εμπορεύματα διακινούνταν σε στενά δρομάκια από τους έλληνες μετανάστες της πρώιμης περιόδου. Εκεί, όμως, δούλευε το σύστημα του αφεντικού που εκμεταλλευόταν με κάθε τρόπο τους μετανάστες. Η απόφαση του «boss» ήταν νόμος ανάμεσα στους εμιγκρέδες. Αυτός κανόνιζε σε ποιον θα δώσει δουλειά και βοήθεια στις δυσκολίες που συναντούσαν λόγω γλώσσας· αυτός γινόταν διαιτητής σε έναν καβγά.


Νεαροί Ελληνες έγιναν θύματα εκμετάλλευσης πατρώνων που τους έπαιρναν το μεροκάματο (προερχόταν από γυάλισμα παπουτσιών) ενώ συγχρόνως τους εκμεταλλεύονταν σωματικά και ηθικά… Μάλιστα δεν τους άφηναν να έρχονται σε επαφή με κόσμο για να μη φύγουν από τη δούλεψή τους.


Ψάχνοντας για δουλειά πολλοί μετανάστες τριγυρνούσαν σε διάφορα σημεία της πόλης περιμένοντας ένα νεύμα. Χωρίς να γνωρίζουν τη γλώσσα, προσπαθούσαν να επιβιώσουν σε δύσκολες συνθήκες και συχνά προέκυπταν απρόβλεπτες καταστάσεις. Οι πράξεις παραβατικότητας των Ελλήνων, λόγω της ίδιας της ιδιότητας των Ελλήνων ως μεταναστών, καταγράφονταν στο αστυνομικό δελτίο. Πολλοί είχαν περάσει μέρες σε αστυνομικά τμήματα ώσπου να ξεκαθαρίσουν το πού μένουν, πού δουλεύουν, τι ρόλο παίζουν. Κάποιοι έμπλεξαν σύντομα σε παράνομες δραστηριότητες με κυριότερη την εισαγωγή και εξαγωγή εμπορευμάτων.


Δεν έλειψαν και οι ρατσιστικές αντιδράσεις και το ανθελληνικό μένος, με διάφορες αφορμές. Ενα επεισόδιο στο Σικάγο είναι χαρακτηριστικό. Το 1904 ξέσπασε μια απεργία στα καταστήματα καυσίμων της πόλης. Πολλοί εργαζόμενοι άφησαν τις δουλειές τους που γέμισαν με νέους και άπειρους νεαρούς έλληνες μετανάστες. Μη γνωρίζοντας τι είχε συμβεί και βλέποντας μια ευκαιρία που τους εξασφάλιζε χρήματα για να ζήσουν, έσπευσαν να δουλέψουν εκεί. Αυτό προκάλεσε αμέσως την αντίδραση του εργατικού συνδικάτου και του Τύπου, που δεν έχασε καιρό και κατηγόρησε γενικά όλους τους Ελληνες. Μερικοί μικροκαταστηματάρχες, που είχαν ήδη νιώσει το απειλητικό χέρι των γηγενών και ανήσυχοι για την ανθελληνική υστερία, καταδίκασαν τους συμπατριώτες τους απεργοσπάστες ενώ συγχρόνως διαμαρτυρήθηκαν στον Τύπο για την επίθεσή του σε όλους αδιακρίτως τους Ελληνες.


Η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην Αμερική έκανε όλο και πιο συχνά τα ρατσιστικά φαινόμενα. Από το Αϊντάχο έρχονταν μηνύματα για επιθέσεις 50 οπλισμένων κουκουλοφόρων που έφθασαν στο Mountain View, όπου ζούσαν και δούλευαν εκατό περίπου Ελληνες. «Συγκρίνοντας αναφορές που έφθαναν από την Καλιφόρνια, το Κολοράντο, τη Γιούτα και άλλες δυτικές πολιτείες», σημειώνει ο Θεόδωρος Σαλούτος στο βιβλίο του «The Greeks in the United States», «δυνάμωναν οι φωνές εναντίον των ξένων. Πολλοί απαίτησαν να διωχθούν οι Ελληνες από τις δουλειές επειδή δεν ήσαν αμερικανοί πολίτες…».


Η πιο συγκλονιστική περίπτωση επιθέσεων σε Ελληνες συνέβη στη South Omaha, στη Νεμπράσκα, το 1909. Η ελληνική κοινότητα αριθμούσε 18.000 εκεί. Το μένος κατά των Ελλήνων ξέσπασε όταν, στις 17 Φεβρουαρίου, ένας Ελληνας σκότωσε έναν αστυνομικό της περιοχής. Την επόμενη ημέρα με ψήφισμά τους που υπέγραφαν 5.000 άτομα κατηγορούσαν τους Ελληνες ως φυγόδικους που παραβλέπουν τους νόμους και τις αρχές της χώρας, «επιτίθενται στις γυναίκες μας, προσβάλλουν τους κατοίκους» και επιδίδονται σε διάφορες μορφές ανηθικότητας. Σε απάντηση, οργανώθηκε μαζική συγκέντρωση στο δημαρχείο της πόλης το απόγευμα της 21ης Φεβρουαρίου 1909 ώστε να πάρουν δραστικά μέτρα. Τα συνθήματα που ακούστηκαν άναψαν φωτιά: «Μία σταγόνα από το αίμα Αμερικανού αξίζει όλο το ελληνικό αίμα του κόσμου» και «Ηρθε η ώρα να απαλλάξουμε την πόλη μας από αυτούς τους ανθρώπους». Είχαν μαζί τους σφυριά και ρόπαλα που τα κράδαιναν. Κατέστρεψαν ελληνικές περιουσίες και στη συνέχεια έστρεψαν το μένος τους σε ανθρώπους από την Αυστροουγγαρία και την Τουρκία που τους πέρασαν για Ελληνες.