Οι τραγικές περιπτώσεις της αυτοκτονίας του 33χρονου ιδιοκτήτη καφενείου Γεωργίου Κανελλόπουλου στον Πύργο και της δολοφονίας του 54χρονου επιχειρηματία Σπ. Ρογκάκου στα Εξαμίλλια Κορινθίας αποκαλύπτουν με τον πλέον σκληρό τρόπο το μέγεθος των εγκληματικών φαινομένων νέου τύπου. Εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες σε όλη τη χώρα είναι δέσμιοι «σκοτεινών» ιδιωτικών συναλλαγών με κυκλώματα τοκογλύφων και άλλων έκνομων συμφερόντων. Μάλιστα στην υπόθεση του Πύργου ο τοκογλύφος απομυζούσε στενό συγγενή του!
Η διαπίστωση όμως ότι η κλιμάκωση των απαιτήσεων και της πίεσης των αδίστακτων «δανειστών» αλλά και των εκπροσώπων άλλων παράνομων οικονομικών συμφερόντων οδηγεί στον θάνατο, στην εν ψυχρώ εκτέλεση, δημιουργεί νέα δεδομένα και αιφνιδιάζει με τον πλέον οδυνηρό τρόπο την κοινή γνώμη. Το χρέος μπορεί πλέον να καταστεί μοιραίο.
Η έρευνα του «Βήματος» παρουσιάζει αποκαλυπτικά στοιχεία για τις δύο δραματικές και άκρως ενδεικτικές υποθέσεις του Γ. Κανελλόπουλου και του Σπ. Ρογκάκου, αλλά και μια σειρά νέων στοιχείων για τη δράση των σύγχρονων αργυραμοιβών και τις επιπτώσεις της στο κοινωνικό σύνολο.
Το Tokos καφέ, μια καφετέρια με αυτό το εύγλωττο «παρατσούκλι» στο κέντρο του Πύργου, είναι για τους μυημένους πολίτες της πρωτεύουσας της Ηλείας ο «οίκος του δανεισμού», η πλέον εύρωστη παρατράπεζα της πόλης. Ο ιδιοκτήτης της θεωρείται στη μικρή κοινωνία του Πύργου ένας από τους μεγαλύτερους τοκογλύφους της πόλης. Σύμφωνα με εκτιμήσεις των διωκτικών αρχών, υπάρχουν τουλάχιστον 70 «μεγαλοδανειστές» με το αζημίωτο, οι οποίοι λυμαίνονται την πόλη, με εκατοντάδες πελάτες και με τον πιο συνεπή εισπρακτικό μηχανισμό. Ο καφές αποδεικνύεται πολύ πικρός…
Ο ιδιοκτήτης λοιπόν της «καφετέριας του τόκου» ήταν ένας από τους εκμεταλλευτές στον οποίο είχε απευθυνθεί και ο 33χρονος Γιώργος Κανελλόπουλος, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να απαλλαγεί από τα δεσμά των χρεών. Ο ένας τόκος όμως έφερε το άλλο χρέος, τον άλλο δανεισμό, τη νέα αναζήτηση χρημάτων και στο τέλος τη λύτρωση του θανάτου. Και η επιστολή όπου αναφέρεται στην οικονομική «τυραννία» του αποτελεί ίσως την τελευταία πληρωμή.
Τώρα, ευυπόληπτοι επιχειρηματίες της πόλης, υπάλληλοι, αστυνομικοί, οι οποίοι αναφέρονται στο ύστατο σημείωμα του αυτόχειρα, είναι πρωταγωνιστές μιας δύσοσμης υπόθεσης την οποία αρχίζει να διερευνά ο εισαγγελέας Πύργου κ. Ευ. Καίσαρης. Οι κατηγορίες έχουν να κάνουν με καταβολή αντιτίμου προστασίας, με εκβιασμούς, με τοκογλυφία. Ολα αυτά δεν συγκλονίζουν τη μικρή κοινωνία του Πύργου για πρώτη φορά, αλλά και το πιθανότερο ούτε για τελευταία.
Είχε προηγηθεί πριν από τρία χρόνια η υπόθεση του αντιπροσώπου πολυτελών αυτοκινήτων Γ. Ηλιόπουλου, ο οποίος είχε εξαφανισθεί για πολλές ημέρες, παίρνοντας τα χρήματα δεκάδων πελατών του. Οταν επέστρεψε κατηγόρησε για τοκογλυφία εκατοντάδων εκατομμυρίων έναν υπάλληλο τράπεζας, έναν εφοριακό και έναν κρεοπώλη! Στη δίκη όμως που ακολούθησε δεν παρουσιάστηκαν τα στοιχεία που θα μπορούσαν να στοιχειοθετήσουν την κατηγορία της τοκογλυφίας. Παρόμοια υπόθεση τοκογλυφίας αυτών των διαστάσεων ουδέποτε δημοσιοποιήθηκε, παρ’ ότι, όπως ανέφερε προς «Το Βήμα» ο πρόεδρος του Εμπορικού Επιμελητηρίου Πύργου κ. Αγγελος Αγγελόπουλος, «η περιοχή στενάζει από το κύκλωμα των τοκογλύφων, που δεν έχουν πελάτες μόνο τους εμπόρους οι οποίοι πλήττονται από την κρίση στην αγορά αλλά και δημόσιους υπαλλήλους ή συνταξιούχους που αναζητούν χρήματα για να αποκαταστήσουν τις ζημιές από τον καταστρεπτικό σεισμό του Μαρτίου 1993».
Ολα ξεκίνησαν για τον νεαρό σερβιτόρο το 1995, όταν ο εργοδότης του, ιδιοκτήτης κεντρικού καφενείου, του πρότεινε την απόκτηση μιας γειτονικής καφετέριας με ευνοϊκούς όρους. Ο Κανελλόπουλος αγόρασε την καφετέρια και για την αύξηση των κερδών του αποφάσισε την αγορά ηλεκτρονικών παιχνιδιών. Για την πληρωμή των μηχανημάτων απευθύνεται τον περασμένο Σεπτέμβριο σε συγγενή του κτηματομεσίτη, τον οποίο κατονομάζει στην επιστολή του. Παρά τη συγγένεια, του δανείζει περίπου 1,7 εκατ. δρχ. με τοκογλυφικό επιτόκιο. Ο Κανελλόπουλος επιχειρεί την αποπληρωμή του δανείου, κάποιες άλλες όμως επιχειρηματικές περιπέτειες τον αναγκάζουν να υπογράψει τον Ιανουάριο του 1997 μια νέα επιταγή 1,5 εκατ. δρχ. την οποία ποτέ δεν μπόρεσε να πληρώσει. Ταυτοχρόνως άρχισε συναλλαγές και με άλλους τοκογλύφους της πόλης, όπως ο ιδιοκτήτης μιας κάβας, τον οποίο επίσης κατονομάζει στο τελευταίο σημείωμά του.
Αυτή όμως δεν ήταν η μοναδική εκκρεμότητα για τον 33χρονο ιδιοκτήτη καφενείου. Οπως αναφέρει στην επιστολή του, πρώην υψηλόβαθμος αξιωματικός της Ασφαλείας Πύργου τού ζητούσε 400.000 δρχ. μηνιαίως για «προστασία» στα ηλεκτρονικά παιχνίδια. Και η ιστορία αυτού του αξιωματικού, ο οποίος βρίσκεται ήδη σε διαθεσιμότητα μετά τη μετάθεσή του στο Μεσολόγγι, είναι εντυπωσιακή.
Σε επιστολή που είχε αποσταλεί πριν από μερικούς μήνες στην Αστυνομική Διεύθυνση Πύργου αλλά και στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης και υπέγραφε «ένας ανώνυμος πικραμένος πολίτης», ο εν λόγω αστυνομικός κατηγορείτο ότι «έπαιρνε ταρίφα 2 εκατ. δρχ. από ιδιοκτήτες νυκτερινών κέντρων της περιοχής αλλά και αντίτιμο προστασίας καταστημάτων του Πύργου». Κατηγορείτο επίσης για συνεργασία και υποστήριξη κατηγορουμένων για εμπόριο ναρκωτικών.
Στην αρχική έρευνα που είχε πραγματοποιήσει η Αστυνομία δεν είχε επιβεβαιωθεί από κανέναν έμπορο ή επιχειρηματία η συγκεκριμένη καταγγελία σε βάρος του αστυνομικού. Μάλιστα στις 26.6.1997 η υπόθεση τέθηκε με την απόφαση υπ’ αρ. 1357 διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών Πατρών στο αρχείο. Ανάμεσα σε αυτούς που είχαν καταθέσει αρνητικά ήταν και ο Κανελλόπουλος. Κατέθεσε ότι όλα ήταν ψευδή! Οπως όμως ανέφερε στην επιστολή του, ο αστυνομικός σε συνεργασία με τον πρώην εργοδότη του, ο οποίος επιθυμούσε την επαναπόκτηση του καφενείου του, είχε αρχίσει να τον πιέζει ασφυκτικά. Στις 12 Δεκεμβρίου 1996 ο αστυνομικός προχωρεί σε κατάσχεση όλων των ηλεκτρονικών παιχνιδιών, κάτι που θεώρησε ο αυτόχειρας ότι «ήταν συνεννοημένο» για να του ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση για την εκχώρηση του καταστήματος και για τη συνεπέστερη πληρωμή του αντιτίμου της «προστασίας». Αντιθέτως, συνεργάτης του αστυνομικού ανέφερε ότι «ο αξιωματικός έπραξε, όπως ώφειλε, το καθήκον του».
Για τον ιδιοκτήτη του καφενείου έχει αρχίσει πλέον η αντίστροφη μέτρηση. Για την απόκτηση νέων ηλεκτρονικών μηχανημάτων απευθύνεται εκ νέου στους τοκογλύφους και μπαίνει σε έναν νέο κύκλο οφειλών οι οποίες πολλαπλασιάζονται καθημερινώς. Στην επιστολή του κατονομάζει τους «δανειστές» και κατηγορεί τον πρώην εργοδότη του ότι με τη βοήθεια κάποιων φίλων του τού παίρνει μέρος των εισπράξεων από τα μηχανήματα και επιχειρεί τον αφανισμό του. «Ηθελε να μου πάρει το μαγαζί. Ξέρω όμως ότι αυτό θα είναι το τέλος μου» σημειώνει χαρακτηριστικά.
Ταυτοχρόνως, σύμφωνα με το περιεχόμενο της επιστολής, δεχόταν πιέσεις να μην καταθέσει όσα γνώριζε για τη δράση του αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ. Ηδη όμως επιχειρηματίες του Πύργου άρχισαν να προχωρούν σε επώνυμες καταγγελίες και καταθέσεις στις διωκτικές αρχές κατά του αστυνομικού. Ακολούθησε η άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του και τη διερεύνηση των δραστηριοτήτων του ανέλαβε ο ανακριτής Πύργου κ. Αλέξανδρος Ζιάκας. Ο Κανελλόπουλος, λίγες ημέρες πριν από το απονενοημένο διάβημά του στις 10.7.1997 , κατέθεσε εκ νέου για τη δραστηριότητα του αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ. στον προϊστάμενο της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ηλείας κ. Ευ. Κουσκουρή και πάλι όμως είχε τους δισταγμούς του να καταφερθεί εναντίον του.
Το τέλος όμως πλησίαζε. Και το ‘λεγε σε φίλους του, «εγώ θα την κάνω την αποκοτιά αλλά θα πάρω και άλλους στο λαιμό μου». Η ανάγκη αναζήτησης χρημάτων για μια καθοριστική χειρουργική επέμβαση στη σύζυγό του, οι νέες οχλήσεις των τοκογλύφων και του εργοδότη του τον οδήγησαν στην απόφαση της κατ’ αυτόν «λυτρωτικής πράξης». Ενα τηλέφωνο σε έναν φίλο του να προσέχει τη γυναίκα και τα παιδιά του, το σημείωμα του «μεγάλου κατηγορώ» και ένας πυροβολισμός με κυνηγετική καραμπίνα.
Ο δικηγόρος της οικογένειας κ. Νίκος Χινόπουλος επισημαίνει ότι «δεν θα υπάρξει καμία προσπάθεια συμβιβασμού και ο θάνατος του Γιώργου Κανελλόπουλου θα σημάνει το τέλος της δραστηριότητας ορισμένων επώνυμων και ανώνυμων τοκογλύφων της πόλης μας».
Μετά την αυτοκτονία του Γιώργου Κανελλόπουλου πύκνωσαν οι επώνυμες καταγγελίες κατά του κυκλώματος των δανειστών αλλά και κατά του πρώην αξιωματικού της ΕΛ.ΑΣ. Και ίσως η μικρή, οδυνηρή, χαρακτηριστική ιστορία του τόκου και του θανάτου στον Πύργο να μην τελειώνει εδώ. Τρομακτικά τα μεγέθη
1 Τζίρος τοκογλυφίας: Τουλάχιστον 1 τρισ. δρχ. (σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε πριν από ένα μήνα ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εμποροβιοτεχνών Ελλάδος κ. Γιώργος Κανελλόπουλος).
2 Ποσοστό ενημέρωσης των αστυνομικών αρχών για υποθέσεις τοκογλυφίας: 3%-4% (σύμφωνα με τα στοιχεία τού υπό τον κ. Τσαντρίζο Τμήματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος του υπουργείου Δημόσιας Τάξης).
3Ποσοστό μικρομεσαίων που καταφεύγουν σε τοκογλύφους: 60%.
4Αυτοκτονίες λόγω χρεών σε τοκογλύφους: Από το 1984 ως το 1997, 18 άτομα (σύμφωνα με τα ανεπίσημα στοιχεία της Ασφαλείας).
5Πόλεις «υψίστης» τοκογλυφικής δραστηριότητας (εκτός Αθηνών): Πάτρα (η ομάδα των 20 επιχειρηματιών και εμπόρων που κατηγορήθηκαν στα τέλη του 1996 για τοκογλυφία. Σε πόρισμα επιθεώρησης τον Ιανουάριο του 1997 προσδιορίζεται στενή σχέση του κυκλώματος με τον αντεισαγγελέα Εφετών κ. Δημ. Χριστόπουλο), Πύργος (περιστατικά Ηλιόπουλου, Κανελλόπουλου), Σέρρες, Κόρινθος, Θεσσαλονίκη.
6Δεδομένα τοκογλυφίας στην Αθήνα: Υπαρξη 10-12 μεγάλων «αφανών» τοκογλύφων, ευυπόληπτων επαγγελματιών που κινούν το μεγαλύτερο ποσοστό του τοκιζόμενου χρήματος. Οι μεσαίοι «ενεχυροδανειστές», οι μικροί και οι σποραδικοί.
7Εγκληματική δραστηριότητα: Μέχρι στιγμής οι «ταμίες» των τοκογλύφων δεν είχαν προχωρήσει σε καμία «επαγγελματική», για «παραδειγματισμό», δολοφονία. Σύμφωνα με αξιωματικό του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής, ούτε η δραστηριότητα του «συνδικάτου εκτελεστών» περιλαμβάνει υπόθεση παραγγελίας δολοφονίας για χρέη προς «παρατράπεζα».
8Προτεινόμενη λύση: Οπως ανέφερε μιλώντας προς «Το Βήμα» ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Εμποροβιοτεχνών Ελλάδος κ. Γ. Κανελλόπουλος, λύση αποτελεί η δημιουργία των «Εταιρειών Αμοιβαίων Εγγυήσεων» που θα μεσολαβούν και θα αποτελούν τον εγγυοδοτικό μηχανισμό για τον δανεισμό από τις τράπεζες των «μικρών» και μεσαίων επιχειρηματιών. Η «εκδίκηση» του θύματος
Μια υπόθεση που έχει πολλές ομοιότητες με αυτή του απονενοημένου διαβήματος του 33χρονου ιδιοκτήτη καφενείου Γιώργου Κανελλόπουλου στον Πύργο απασχόλησε επί σειράν ετών τις δικαστικές αρχές αλλά και τη μικρή κοινωνία μιας άλλης επαρχιακής πόλης. Η εξέλιξή της την τελευταία τετραετία είναι ενδεικτική και ίσως «διδακτική».
Τις παραμονές Χριστουγέννων του 1992 αυτοκτόνησε στη Βέροια ο 41χρονος έμπορος και πατέρας δύο παιδιών Σταύρος Κουρτίδης. Ο αυτόχειρας σε επιστολή του που άφησε στον Δικηγορικό Σύλλογο και στον εισαγγελέα Βεροίας κατήγγελλε μια ομάδα εμπόρων, κατ’ επάγγελμα τοκογλύφων που αποτελούσαν τους οικονομικούς «δυνάστες» του.
Η δικαστική έρευνα από τον ανακριτή Βεροίας κ. Παύλο Χριστιά επικεντρώθηκε στην τοκογλυφική δραστηριότητα ενός εκ των εμπόρων της περιοχής, του κ. Στέργιου Τζαμήτρου, ο οποίος είχε καταδικασθεί πρωτοδίκως πριν από μερικούς μήνες, σε δεύτερο βαθμό, σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση. Μια σειρά καταδικαστικά στοιχεία για τη λειτουργία της «παρατράπεζας» της μακεδονικής πόλης συγκεντρώθηκαν από καταγγελίες άλλων θυμάτων του εμπόρου. Η οικογένεια του Κουρτίδη απέφυγε να παραστεί ως πολιτική αγωγή αλλά και να κινήσει άλλες διαδικασίες εναντίον του καταγγελλόμενου «δανειστή» του αυτόχειρα επιλέγοντας, λόγω της τεράστιας οικονομικής «πίεσης» και όχι μόνο από το κύκλωμα τοκογλυφίας, τον εξώδικο συμβιβασμό. Ο τοκογλύφος θα παρέμενε ατιμώρητος αν μετά την αυτοκτονία του θύματος των σύγχρονων αργυραμοιβών δεν αναθαρρούσαν και προχωρούσαν σε νέες, καθοριστικές καταγγελίες άλλοι πελάτες της «παρατράπεζας».
Η τελευταία επιστολή του Κουρτίδη, όπως αποδείχθηκε την τελευταία τετραετία, στη δικαστική εξέλιξη της υπόθεσης, δεν θα αρκούσε… Ποιος «έφαγε» τον Ρογκάκο
Ιδιαίτερα σύνθετη και περίπλοκη, παρά τις αρχικές εκτιμήσεις που μιλούσαν για απλή «ενέργεια αντεκδίκησης θύματος κυκλώματος αρπαγής κατοικιών μέσω πλειστηριασμών», αποδεικνύεται η δολοφονία του επιχειρηματία Σπ. Ρογκάκου, όπως διαπιστώνουν καθημερινά οι αξιωματικοί της Αστυνομικής Διεύθυνσης Κορίνθου που ασχολούνται με αυτήν.
Η πολυδιάστατη επιχειρηματική δραστηριότητα και οι πάσης φύσεως «εκκρεμότητες» που αποδεικνύεται ότι είχε ο Ρογκάκος καθιστούν ιδιαίτερα δύσκολη αλλά και άκρως ενδιαφέρουσα τη διαλεύκανση της εν ψυχρώ «επαγγελματικής» δολοφονίας του, με μονοβόλο όπλο, το βράδυ του προηγούμενου Σαββάτου, στα Εξαμίλια Κορινθίας.
Ο Σπ. Ρογκάκος ήταν στη διάρκεια της δικτατορίας ιδιοκτήτης εργοληπτικής εταιρείας η οποία είχε αναλάβει μεγάλα δημόσια έργα, όπως το αεροδρόμιο Θεσσαλονίκης, και μεγάλες οδικές αρτηρίες. Στη συνέχεια όμως ήρθε σε σύγκρουση με το καθεστώς Ιωαννίδη – Ανδρουτσόπουλου και «επειδή φοβόταν για τη ζωή του», όπως έλεγε σε στενούς συνεργάτες του, κατέφυγε σε χώρες του εξωτερικού όπου ασχολήθηκε με την αγοραπωλησία σπιτιών. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1986 με σημαντική περιουσία και άρχισε τη συνεργασία του με τον Γιώργο Κανατά, πατέρα της Καλλιρρόης Κανατά, πρώην κατόχου του σπιτιού στα Εξαμίλια. Ο Γ. Κανατάς ήταν ιδιοκτήτης της «Βιομηχανίας Αερίων Θράκης», η οποία έχει έδρα την Κομοτηνή. Ο Ρογκάκος ανέλαβε τη θέση του τεχνικού συμβούλου της επιχείρησης με έδρα του γραφείου του την Αθήνα, στην οδό Αγ. Κωνσταντίνου, στην Ομόνοια. Συνεργάτης του Ρογκάκου και μέτοχος της επιχείρησης ήταν ο Σωτήρης Κανατάς, ξάδελφος του αποθανόντος το 1990 Γιώργου Κανατά.
Μετά από πρόταση του Ρογκάκου, η «Βιομηχανία Αερίων Θράκης» χρησιμοποιήθηκε ως «προκάλυμμα» και τίτλος μιας εργοληπτικής επιχείρησης η οποία ανελάμβανε σημαντικά έργα της ΔΕΗ σε όλη τη χώρα (Πάτρα, Κεφαλλονιά, Ζάκυνθος κ.ά.). Ο τζίρος των επιχειρήσεων Κανατά με σύμβουλο τον Ρογκάκο έφθανε ετησίως τα πολλά δισ.
Κατά τη διάρκεια της συνεργασίας Ρογκάκου – Σ. Κανατά οι δύο επιχειρηματίες κατηγορήθηκαν για τοκογλυφία από τρεις εμπόρους από την Κόρινθο. Καταδικάστηκαν πρωτοδίκως σε φυλάκιση τεσσάρων χρόνων, αλλά αθωώθηκαν προ μερικών μηνών από το Εφετείο Ναυπλίου.
Οταν πέθανε ο Γ. Κανατάς, ακολούθησε η ρήξη. Αρχισαν πολυετείς, εξοντωτικές δικαστικές διαμάχες ορισμένες είναι ακόμη εκκρεμείς μεταξύ του Σ. Κανατά και των νομίμων κληρονόμων του Γ. Κανατά, της συζύγου του και των δύο θυγατέρων του, των οποίων αρωγός και οικονομικός συμπαραστάτης ήταν ο Ρογκάκος. Ο Σ. Κανατάς κατηγορούσε τους κληρονόμους για κλοπή τιμολογίων και απάτη και αυτοί υποστήριζαν ότι ο ξάδελφος του πατέρα τους είχε πλαστογραφήσει εσωτερικά έγγραφα της επιχείρησης ώστε να παρουσιάζεται κάτοχος του 55% των μετοχών της επιχείρησης. Στην αντιδικία συμμετείχαν ο ιδιοκτήτης ξενοδοχείων της Κορίνθου και ο αδελφός γνωστού σόουμαν στην τηλεόραση.
Η σύζυγος και οι κόρες του αποθανόντος Κανατά κατόρθωσαν να πάρουν μερίδιο της κληρονομιάς και τότε, όπως ανέφερε προς «Το Βήμα» στενός συνεργάτης του, «ο Ρογκάκος ζήτησε να πάρει μέρος των χρημάτων που τους είχε δώσει την περίοδο της ένδειάς τους. Εκείνες όμως αρνήθηκαν και ο πρώην τεχνικός σύμβουλος προχώρησε στον πλειστηριασμό του σπιτιού».
Πλέον η έδρα της εταιρείας «Βιομηχανικά Αέρια Θράκης» βρίσκεται σε… γυμναστήριο και σχολή χορού ιδιοκτησίας Σ. Κανατά, στα Κάτω Πατήσια. Ο Σ. Κανατάς αρνήθηκε να προχωρήσει σε οποιαδήποτε διευκρίνιση για την αντιδικία με τον Ρογκάκο, αναμένεται όμως εντός των ημερών να καταθέσει στην Ασφάλεια της Κορίνθου.
Ταυτόχρονα όμως ο Ρογκάκος είχε και άλλες δικαστικές εκκρεμότητες. Προ μερικών μηνών είχε κατηγορηθεί για απάτη της τάξης των 30 εκατ. δρχ. από ιδιοκτήτη γνωστού αθλητικού «κλαμπ» στα βόρεια προάστια, ενώ είχε κατηγορηθεί από κοσμηματοπώλες, μετά από μια έκθεση κοσμημάτων ανάμεσα σε αυτά και της συζύγου του , για υπεξαίρεση κοσμημάτων. Αθωώθηκε όμως…
Και ο κύκλος των σκοτεινών και ιδιότυπων συναλλαγών – δοσοληψιών σε άλλο επίπεδο και διάσταση είχε το ίδιο τέλος: τον θάνατο από μια εν ψυχρώ, επαγγελματική αυτή τη φορά, δολοφονία.



