Οι δυνάμεις της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS) και ο υποστηριζόμενος από την Τουρκία Συριακός Εθνικός Στρατός ξεκίνησαν μια σειρά μικρών, πλην σημαντικών, επεμβάσεων κατά του καθεστώτος Ασαντ το καλοκαίρι του 2024.
Από την εδραιωμένη πλέον βάση τους στο Ιντλίμπ και στα περίχωρα του Αλέπο, οι οπλαρχηγοί άρχισαν να συναντούν διπλωμάτες, να μετρούν αντιδράσεις και να υπολογίζουν τα περιθώρια δράσης τους. Ηταν σύντομα προφανές ότι θα άνοιγε ένα μέτωπο με τη Δαμασκό.
Οι Ρώσοι είχαν μεταφέρει στρατιωτική δύναμη, οι πιστές στον Ασαντ δυνάμεις δεν φαίνονταν να έχουν ακμαίο ηθικό, και ούτε η Χεζμπολάχ ούτε η Χαμάς μπορούσαν να προβάλουν σοβαρή αντίσταση. Με αυτοπεποίθηση, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης εφόρμησαν κατά του Αλέπο και της Χομς το φθινόπωρο, χωρίς να συναντήσουν σθεναρή αντίσταση.
Τίποτα δεν φαινόταν ικανό να μπλοκάρει τον δρόμο προς τη Δαμασκό που, στις 8 Δεκεμβρίου, έπεσε με ελάχιστη αντίσταση. Ο πρόεδρος Μπασάρ αλ Ασαντ βρήκε καταφύγιο στη Μόσχα, όπου του χορηγήθηκε άσυλο.
Την αμέσως επόμενη περίοδο, οι ιρανικές στρατιωτικές δυνάμεις αποσύρθηκαν αναίμακτα, ενώ το Ισραήλ βομβάρδισε βαρύ στρατιωτικό εξοπλισμό στρατηγικής σημασίας που προφανώς δεν ήθελε να πέσει στα χέρια ισλαμιστών οι οποίοι θα μπορούσαν να απειλήσουν το έδαφός του. Παράλληλα, ο στρατός κατέλαβε θέσεις πέρα από τα ήδη ελεγχόμενα υψώματα του Γκολάν.
Χτίζοντας τη σχέση του με τους Δρούζους στον Νότο, το Ισραήλ εξασφάλισε μια ζώνη ασφαλείας στη Νότια Συρία, ενώ η Τουρκία έχει επιρροή σε όλη τη χώρα. Καθώς οι ζώνες ασφαλείας Τουρκίας και Ισραήλ εφάπτονται, το ερώτημα για πολλούς διπλωμάτες είναι εάν η Συρία θα παίξει καταλυτικό ρόλο για τη μετεξέλιξη των σχέσεων ασφάλειας μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας. Αυτό θα είχε ευρύτερες επιπτώσεις τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Κύπρο.
Για να κατανοήσουμε τη μετεξέλιξη αυτής της σχέσης απευθυνθήκαμε στην Γκάλια Λιντενστράους, ερευνήτρια του Ινστιτούτου Μελετών Εθνικής Ασφάλειας του Τελ Αβίβ (INSS) και την πιο επιφανή ειδικό στη σχέση Ισραήλ και Τουρκίας.

H Γκάλια Λιντενστράους.
Με την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, η διαφαινόμενη ζώνη ασφαλείας του Ισραήλ στη Νότια Συρία και του τουρκικού «Εγγύς Εξωτερικού» (Near Abroad) εφάπτονται. Τι σημαίνει αυτό για τον συντονισμό των πολιτικών ασφαλείας του Ισραήλ και της Τουρκίας;
«Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στη Συρία, το πρώτο μέλημα της Τουρκίας ήταν οι εξελίξεις στη βόρεια Συρία, ενώ η προσοχή του Ισραήλ ήταν στραμμένη στον Νότο. Η κατάσταση τώρα έχει αλλάξει. Η Τουρκία πρωταγωνιστεί στη Συρία και ενδιαφέρεται για την πορεία της χώρας γενικότερα. Από την άλλη πλευρά, οι φιλοδοξίες του Ισραήλ είναι πιο περιορισμένες.
Στον βαθμό που η Συρία θα σταθεροποιηθεί και δεν θα αποτελεί πλέον απειλή για το Ισραήλ, ο συντονισμός μεταξύ των δυο χωρών δεν χρειάζεται να είναι σημαντικός. Εάν όμως υποθέσουμε ότι θα συνεχιστούν οι μεταφορές όπλων στη Χεζμπολάχ διά μέσου της Συρίας, τα πράγματα αλλάζουν. Το Ισραήλ θα είναι υποχρεωμένο να δράσει και ενδεχομένως να υπάρξει τριβή με την Τουρκία».
Οσο η αντιπολίτευση είχε ως βάση το Ιντλίμπ, οι δυνάμεις του HTS φαίνονταν να είναι κυρίως υποστηριζόμενες από την Τουρκία. Σήμερα οι ίδιες δυνάμεις φέρεται να έχουν σχέσεις με τις χώρες του Κόλπου. Πώς το Ισραήλ αντιλαμβάνεται την επιρροή της Αγκυρας στη Δαμασκό;
«Μετά την πτώση του καθεστώτος Ασαντ, το πιθανότερο σενάριο για τη Συρία είναι η εμπλοκή της Τουρκίας σε κάθε απόφαση στη Δαμασκό. Η επιρροή της Αγκυρας θα αυξηθεί. Παρ’ όλα αυτά, η ανοικοδόμηση της Συρίας χρειάζεται κεφάλαιο και την εμπλοκή άλλων δυνάμεων που θα έχουν λόγο στο τι θα γίνει εφεξής. Το Ισραήλ ασκεί πιέσεις προκειμένου το νέο καθεστώς να μη συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλειά του. Σε κάθε περίπτωση, το Ισραήλ αντιλαμβάνεται ότι η Τουρκία θα έχει αυξημένη επιρροή στη Συρία στο άμεσο μέλλον».
Καθώς το Ιράν υποχωρεί από τη Συρία, υπάρχει κάποιο άνοιγμα για την ανάπτυξη μιας νέας σχέσης μεταξύ των δομών εθνικής ασφάλειας Ισραήλ και Τουρκίας; Θα μπορούσαν οι δυο χώρες να προσέλθουν σε μια νέα και κοινή κατανόηση για ζητήματα όπως η Μουσουλμανική Αδελφότητα και η περιφερειακή ασφάλεια;
«Για το Ισραήλ το Ιράν αποτελεί υπαρξιακό κίνδυνο, ενώ για την Τουρκία το Ιράν είναι απλά μια περιφερειακή πρόκληση. Οι αντίθετες αυτές προσεγγίσεις συνεπάγονται διαφορετική αντιμετώπιση και περιορισμένα περιθώρια συντονισμού τα τελευταία χρόνια. Το μόνο προφανές πεδίο συντονισμού αφορά τον κίνδυνο τρομοκρατικών επιθέσεων σε τουρκικό έδαφος. Για παράδειγμα, ας πάρουμε την αποτροπή ιρανικών επιθέσεων κατά ισραηλινών πολιτών στην Κωνσταντινούπολη το 2022.
Υπάρχει προφανής έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ Αγκυρας και Ιερουσαλήμ και δεν εκτιμώ ότι η κατάσταση στη Συρία μπορεί να αλλάξει δραματικά αυτό το σκηνικό. Σχετικά με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, υπάρχει επίσης ένα χάσμα μεταξύ της προσέγγισης των δυο κρατών. Για το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) υπάρχει μια ιδεολογική σύνδεση, με την Τουρκία να είναι ζωτικός υποστηρικτής πρωταγωνιστών του κινήματος και οργανώσεων όπως η Χαμάς. Για το Ισραήλ το κίνημα αυτό και οι παραφυάδες του συνιστούν κίνδυνο εθνικής ασφάλειας. Μετά τη σφαγή της 7ης Οκτωβρίου, το Ισραήλ έχει αποκηρύξει τη Χαμάς και έχει επικεντρωθεί στην προσπάθεια αποδυνάμωσης της οργάνωσης».
Τι πρέπει να περιμένει η Αθήνα από τη σχέση της με το Ισραήλ, όσον αφορά την Ανατολική Μεσόγειο και την Κύπρο;
«Από το 2010 βλέπουμε μια ουσιαστική θέρμανση των σχέσεων Ισραήλ, Ελλάδας και Κύπρου. Αυτή η εξέλιξη εδράζεται σε έναν βαθμό στην ανησυχία για τις διεκδικήσεις της Τουρκίας στην περιοχή. Πράγματι, πολλές τουρκικές κινήσεις στην περιοχή, εδώ και δεκαετίες, συνιστούν αναθεωρητισμό. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν τρόποι για να περιοριστεί αυτός ο αναθεωρητισμός και εάν συνεχιστεί ο συντονισμός Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ, Αιγύπτου και μετριοπαθών αραβικών κρατών, με δεδομένη την υποστήριξη των ΗΠΑ, μπορούμε να περιορίσουμε τις πιο αρνητικές συνέπειες αυτής της αστάθειας».
Ο κ. Ηλίας Ρουμπάνης είναι επιστημονικός συνεργάτης του ΙΔΙΣ