Ο Φαμπιέν Τρουόνγκ είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας και Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Paris 8, με ειδίκευση στη μελέτη των κοινωνικών ανισοτήτων. «Το Βήμα» συνομίλησε μαζί του για τα κοινωνικά φαινόμενα που άλλαξαν τη Γαλλία την τελευταία δεκαετία.
Πολλοί θεωρούν ότι η Γαλλία των τελευταίων δέκα ετών έχει αλλάξει ριζικά. Συμφωνείτε;
«Πρώτα απ’ όλα, είναι σαφές ότι οι κοινωνικές ανισότητες έχουν αυξηθεί. Η κρίση της πανδημίας της COVID-19 έπαιξε καθοριστικό ρόλο, καθώς ενέτεινε δραματικά τις ανισότητες. Πολλοί άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους, αντιμετώπισαν οικονομικές δυσκολίες, όμως η κρίση αυτή ανέδειξε και κάτι άλλο: τους λεγόμενους “εργαζομένους πρώτης γραμμής”, εκείνους χωρίς τους οποίους η κοινωνία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει. Οι γυναίκες που εργάζονται σε οίκους ευγηρίας, σε νοσοκομεία, οι οδηγοί φορτηγών, οι οδοκαθαριστές – άνθρωποι που βρίσκονται χαμηλά στην κοινωνική ιεραρχία και οι οποίοι είχαν την άδεια να κυκλοφορούν γιατί ήταν απολύτως απαραίτητοι. Κάθε βράδυ τους χειροκροτούσαμε από τα μπαλκόνια. Κι όμως, αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι, που είναι συνήθως μετανάστες ή απόγονοι μεταναστών, οι οποίοι κάνουν τις δουλειές που κανείς άλλος δεν θέλει να κάνει, είναι εκείνοι που στα μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζονται με προκατάληψη. Ηταν οι πιο εκτεθειμένοι στον κορωνοϊό και είχαν τα περισσότερα θύματα. Υπήρξε, λοιπόν, μια μορφή κοινωνικής υποκρισίας γύρω από το ζήτημα της μετανάστευσης. Αποθεώσαμε όλους αυτούς τους ανθρώπους, αλλά στην πραγματικότητα δεν αμείφθηκαν καλύτερα∙ το αντίθετο, η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε».
Θεωρείτε ότι πρόκειται περί ταξικού ζητήματος;
«Αναμφίβολα. Οι πολιτικοί που βρίσκονται στην εξουσία στη Γαλλία δεν εκπροσωπούν πραγματικά τον λαό. Υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στον λόγο των πολιτικών που μιλούν για ισότητα και κοινωνική δικαιοσύνη και στην πραγματικότητα που ζουν οι πολίτες. Το ίδιο ισχύει και για το ζήτημα της εργασίας: όσοι υποστηρίζουν ότι “είναι καλό να δουλεύουμε περισσότερο”, μια άποψη που βρέθηκε στο επίκεντρο της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος που προωθεί η γαλλική κυβέρνηση από το 2023 και η οποία προκάλεσε οξείες αντιδράσεις, είναι συνήθως εκείνοι οι οποίοι ασκούν λιγότερο κοπιαστικά και πολύ πιο προνομιούχα επαγγέλματα».
Ποιον ρόλο διαδραμάτισαν στην αλλαγή της Γαλλίας οι πολύνεκρες τρομοκρατικές επιθέσεις από ισλαμιστές στο Μπατακλάν και αλλού στο Παρίσι το 2015;
«Τα γεγονότα του 2015 άλλαξαν βαθιά τη γαλλική κοινωνία. Το θετικό είναι ότι παρά την τραγωδία η χώρα δεν βυθίστηκε στο χάος. Υπήρξαν μεμονωμένες επιθέσεις κατά μουσουλμάνων, αλλά όχι μαζικές διώξεις. Η ένταση που διέκρινε τις τηλεοπτικές και πολιτικές συζητήσεις για τις τρομοκρατικές επιθέσεις δεν αντικατοπτρίστηκε στην καθημερινότητα των ανθρώπων. Δέκα χρόνια αργότερα, τα τραύματα παραμένουν, αλλά οι πολίτες έχουν στραφεί σε άλλα προβλήματα, στη φτώχεια, στην ακρίβεια, στην κοινωνική συνοχή. Υπάρχουν περισσότερα πράγματα που ενώνουν τους Γάλλους απ’ όσα τους χωρίζουν».
Γιατί στο τελευταίο βιβλίο σας «Grands ensemble» (2025), που μιλάει για τη βία, την αλληλεγγύη και την αγανάκτηση στις εργατικές γειτονιές, εστιάζετε ιδιαίτερα στην κοινωνική αλληλεγγύη;
«Μετά από δεκαετή έρευνα στο Γκρινί, την πιο φτωχή πόλη της Γαλλίας, καταγράψαμε την κρίση αλλά και τις μορφές αλληλεγγύης που αυτή γεννά. Ανθρωποι που βοηθούν ο ένας τον άλλον, δανείζουν χρήματα, συνεργάζονται. Παρά τις δυσκολίες, υπάρχει μια απροσδόκητη χαρά ζωής, μια κατάσταση την οποία όμως δεν καλύπτουν ποτέ τα μέσα ενημέρωσης. Κι όμως, αυτή η πλευρά της Γαλλίας είναι εξίσου σημαντική για να κατανοήσουμε τη δύσκολη εποχή που ζούμε».



