«Το Βήμα» απευθύνθηκε στον Πίτερ Φράνκοπαν, διαπρεπή καθηγητή Παγκόσμιας Iστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, διευθυντή του Κέντρου Βυζαντινών Ερευνών στο ίδιο πανεπιστήμιο, του οποίου το τελευταίο βιβλίο με τίτλο «Οι Μεταμορφώσεις της Γης» (2024) κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Αλεξάνδρεια, για να σχολιάσει τις διεθνείς εξελίξεις με αφορμή τη σύνοδο του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης (SCO).
Ο κινέζος ηγέτης Σι Τζινπίνγκ χρησιμοποίησε τη σύνοδο για να προωθήσει το Πεκίνο ως αξιόπιστο αντίβαρο στις ΗΠΑ. Πέτυχε τον στόχο του;
«Η σύνοδος ήταν μια σημαντική δήλωση προθέσεων, αλλά όχι μόνο εκ μέρους της Κίνας. Εύκολα δαιμονοποιεί κανείς την Κίνα· όμως υπάρχουν πολλά κράτη που αναζητούν ένα αντίβαρο στις ΗΠΑ. Μια αιτία είναι ο Τραμπ και οι δασμοί που επιβάλλει. Ο λόγος που ο ινδός πρωθυπουργός Μόντι και ο Σι είχαν τόσο εποικοδομητικές συζητήσεις ήταν οι δασμοί 50% που οι ΗΠΑ επέβαλαν στις ινδικές εξαγωγές. Μεγαλύτερη σημασία έχει όμως πώς θα δημιουργηθούν δεσμοί και θεσμοί που θα εμβαθύνουν πραγματικά τις συνεργασίες αυτές.
Στο παρελθόν, ο SCO και οι BRICS λειτουργούσαν σαν “βιτρίνες” όπου γίνονταν δηλώσεις για μελλοντική συνεργασία και για περισσότερες ευκαιρίες πέραν της Δύσης. Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, οι συζητήσεις έχουν γίνει πιο λεπτομερείς και πιο ουσιαστικές. Αρα ναι: η σύνοδος υπήρξε σημαντική. O Σι δήλωσε ότι ο κόσμος βρίσκεται μπροστά σε μια επιλογή “ειρήνη ή πόλεμος, διάλογος ή αντιπαράθεση”. Εννοούσε ότι η Κίνα και οι εταίροι της θα προσφέρουν το πρώτο· οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους το δεύτερο. Αυτό είναι ένα μήνυμα με απήχηση στο 85% του παγκόσμιου πληθυσμού που δεν ζει στη Δύση. Το μεγάλο ερώτημα είναι τι θα ακολουθήσει».
Εχετε γράψει ότι η Αμερική χάνει φίλους, ενώ η Κίνα κερδίζει. Τώρα που ο Τραμπ αποξενώνει τους συμμάχους του, η Κίνα είναι ο βασικός ωφελημένος;
«Ο Τραμπ έχει ακόμη τρία χρόνια θητείας. Η σημερινή χαοτική φάση της αμερικανικής ισχύος θα περάσει. Δεν μπορούμε να υποτιμούμε το τεράστιο μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας, του στρατού, της επιστήμης, της τεχνολογίας και της πολιτιστικής επιρροής. Κάθε άνθρωπος στην Ελλάδα έχει ακούσει για την Τέιλορ Σουίφτ ή τον Τομ Κρουζ· οι περισσότεροι γνωρίζουν το ChatGPT· και όλοι γνωρίζουν τον αμερικανικό στρατό.
Οσο για την Κίνα, οι άνθρωποι εξακολουθούν να δυσκολεύονται. Είναι αλήθεια ότι υπάρχει ένα άγαλμα του Κομφούκιου που συνομιλεί με τον Σωκράτη, στην Αθήνα· ότι ο Καζαντζάκης εξιδανίκευσε τον κινεζικό πολιτισμό· και ότι η εξαγορά του λιμανιού του Πειραιά δεν εξελίχθηκε τόσο άσχημα όσο πολλοί φοβούνταν. Ωστόσο, η Κίνα δυσκολεύεται να κάνει γνωστή την ιστορία της, εν μέρει επειδή δεν εξηγεί ξεκάθαρα τι προσφέρει και τι επιδιώκει».
Στο Πεκίνο, ο Σι είπε στον ρώσο πρόεδρο Πούτιν ότι οι σχέσεις Κίνας – Ρωσίας «άντεξαν στη δοκιμασία μιας μεταβαλλόμενης διεθνούς κατάστασης και αποτελούν παράδειγμα για τις σχέσεις μεταξύ μεγάλων χωρών». Πώς το ερμηνεύετε;
«Για τον Πούτιν η δήλωση σημαίνει ότι η Κίνα ασχολείται με τις δικές της υποθέσεις, δεν αναμειγνύεται στην Ουκρανία και προσφέρει στήριξη στη Μόσχα τη στιγμή που η Ρωσία έχει μετατραπεί σε κράτος-παρία. Ο Πούτιν είναι ευγνώμων για την οικονομική και τεχνολογική υποστήριξη που του παρέχει η Κίνα. Για το Πεκίνο, η μεγάλη ανησυχία είναι ότι οι ΗΠΑ προσπαθούν να επιβραδύνουν ή και να αναστρέψουν την άνοδο της Κίνας. Αρα το να βρει συμμάχους ή εταίρους, είναι σημαντικό.
Επιπλέον, η Ρωσία αποτελεί κρίσιμη πηγή προμηθειών για την Κίνα – ενέργειας αλλά και μετάλλων, τροφίμων, αγροτικών προϊόντων. Η συνεργασία μεταξύ τους είναι πιο περίπλοκη απ’ όσο φαίνεται. Οσο για το αν η Δύση έχει λόγο να φοβάται την Κίνα ή/και τη Ρωσία, πιστεύω ότι στη Δύση έχουμε χάσει την αίσθηση του σκοπού μας: για παράδειγμα, είναι η Ευρώπη μια εμπορική ένωση; Μια πολιτική συμμαχία; Ο φόβος σχετίζεται με την άγνοια και την απουσία σχεδίου. Η έλλειψη οράματος και σκοπού ωθεί τους ανθρώπους στον φόβο. Ισως αξίζει να ξεκαθαρίσουμε τι θέλουμε, πώς θα το πετύχουμε και ποιος είναι ο ρόλος μας στον κόσμο».
Σύμφωνα με τον Σι, ως το 2027 οι κινεζικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να είναι έτοιμες να καταλάβουν την Ταϊβάν, εφόσον δοθεί η εντολή. Ποια είναι η εκτίμησή σας;
«Η στρατιωτική παρέλαση στο Πεκίνο είχε δύο σκοπούς: να δείξει τη δύναμη του στρατού και ότι κάθε επίθεση θα βρει αποφασιστική απάντηση. Νομίζω ότι η παρουσίαση τόσων νέων οπλικών συστημάτων στόχευε περισσότερο στην αποτροπή παρά στην πρόκληση. Το ζήτημα της Ταϊβάν είναι ασφαλώς σημαντικό. Εχει ενδιαφέρον ότι όταν ΗΠΑ και Ισραήλ βομβάρδισαν εγκαταστάσεις στο Ιράν, το Πεκίνο δεν έκανε κάτι ασυνήθιστο σε σχέση με την Ταϊβάν. Θα μπορούσε να ήταν μια “καλή” στιγμή να κινηθεί, αφού η διεθνής προσοχή ήταν στραμμένη αλλού. Μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Κίνα χειρίζεται το ζήτημα της Ταϊβάν με προσοχή. Αυτό πιθανότατα θα αλλάξει».






