Το ραντεβού μας δίνεται στις 9 το πρωί και ο Μιχαήλ Ταμπακάκης είναι ακριβής στην ώρα του. Οταν μπαίνει στον εμβληματικό χώρο του Athénée ένα κύμα θετικής ενέργειας διαχέεται γύρω του. Ο ίδιος χαμογελά, αυτοσαρκάζεται και άλλοτε σοβαρεύει, ανάλογα πάντοτε με την ερώτηση. Αποπνέει, θα έλεγε κανείς, μία απροσδιόριστη αίσθηση star quality την ίδια στιγμή που είναι ανεπιτήδευτα σεμνός. Οταν τον ρωτήσεις, για παράδειγμα, πoιο είναι το καλύτερο κομπλιμέντο που του έχουν κάνει ποτέ, σε αιφνιδιάζει.

«Προχθές ανέβασα στο Ιnstagram μια φωτογραφία του Εβαν Πίτερς. Κάποιος μου έστειλε μήνυμα και με ρώτησε αν πρόκειται για δική μου φωτογραφία. Δηλαδή με μπέρδεψε με τον Εβαν Πίτερς, που είναι ο αγαπημένος μου ηθοποιός. E, μπορεί να υπάρξει κάτι πιο τιμητικό από αυτό;» λέει γελώντας.

Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς πώς ο γνωστός σκηνοθέτης Κώστας Αναγνωστόπουλος του εμπιστεύθηκε με την πρώτη ματιά τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Πέτρου στη νέα καθηλωτική σειρά του ΜEGA «Μαύρο Ρόδο». Γιατί στα 27 του μόλις χρόνια ο Μιχαήλ Ταμπακάκης φαίνεται να μην έχει τίποτα ακόμη να αποδείξει. Εχει προλάβει να πατήσει τα χώματα της Επιδαύρου, φέρει στο βιογραφικό του ήδη μία υποψηφιότητα για βραβείο Χορν για τον ρόλο του Μπίλι που ενσάρκωσε στην παράσταση «Η γίδα ή Ποια είναι η Σύλβια;» σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη, ενώ έχει κάνει το Twitter να υποκλιθεί στο ταλέντο του για τη συμμετοχή του σε προσεγμένες τηλεοπτικές παραγωγές όπως η σειρά της ΕΡΤ «Αγάπη παράνομη».

Αυτή τη σεζόν λοιπόν συναντά στο MEGA τον λογοτεχνικό ήρωα που γέννησε η πένα της Ελένης Καπλάνη στο μυθιστόρημά της «Μαύρο Ρόδο», με το σενάριο για τη μικρή οθόνη να επιμελείται ο Γιώργος Κρητικός. Ετσι στους δέκτες μας άρχισε να ζωντανεύει την περασμένη Δευτέρα ο παράφορος έρωτας που γεννήθηκε ανάμεσα σε δύο νέους από αντίθετους κόσμους, μία δόκιμη μοναχή και έναν ανέμελο φοιτητή, κερδίζοντας τις προτιμήσεις των τηλεθεατών, όπως ήταν και αναμενόμενο. Η σειρά, γυρισμένη με κινηματογραφικές προδιαγραφές, συγκεντρώνει ένα all star cast ηθοποιών. Ο κατάλογος είναι πραγματικά μακρύς: Λεωνίδας Κακούρης, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Γιάννης Κουκουράκης, Θεοφανία Παπαθωμά, Φωτεινή Παπαθεοδώρου, ενώ στον ρόλο της ηγουμένης συναντάμε την Κατερίνα Διδασκάλου. Ακόμη, Σοφία Σεϊρλή, Ελένη Καρακάση, Μυρτώ Αλικάκη, Λουκία Παπαδάκη, Λένα Παπαληγούρα, Ηλέκτρα Νικολούζου, Ευθαλία Παπακώστα, Νεφέλη Κουρή, Νίκος Κουκάς, Δρόσος Σκώτης, Νίκος Γκέλια, Κατερίνα Μαούτσου, Πένυ Αγοραστού, Μαρία-Νεφέλη Δούκα, Νίκος Πολυδερόπουλος, Λεωνίδας Μαράκης, Μιχάλης Αρτεμισιάδης, Δημήτρης Παπαβασιλείου, Λευτέρης Τσάτσης, Τάσος Τζιβίσκος αποτελούν τα πρόσωπα του «Μαύρου Ρόδου». Το soundtrack της σειράς υπογράφει ο Γιώργος Θεοφάνους και στο τραγούδι των τίτλων ακούμε τη συγκλονιστική φωνή της Ελένης Βιτάλη.

Η πρόταση

Ηταν το περασμένο Πάσχα λοιπόν όταν ο Μιχαήλ Ταμπακάκης δέχθηκε το πρώτο τηλεφώνημα από τον σκηνοθέτη Κώστα Αναγνωστόπουλο. «Με τον Κώστα είμαστε παλιοί γνώριμοι» αναφέρει. «Δηλώνω ερωτευμένος με τη δουλειά του. Μου μίλησε για τη σειρά που επρόκειτο να σκηνοθετήσει. Δεν χρειάστηκε καν να διαβάσω το πρώτο επεισόδιο για να πω το «ναι», ακούγοντας τα ονόματα του καστ και γνωρίζοντας τη δουλειά του Κώστα, δεν υπήρξε δεύτερη σκέψη» εξηγεί.

Ξεκινά να μου μιλάει για τον χαρακτήρα που υποδύεται. «Στη σειρά λοιπόν εγώ είμαι ο Πέτρος. Σπουδάζω αρχιτεκτονική στη Φλωρεντία, αλλά επιστρέφω στην επαρχιακή πόλη από όπου κατάγομαι. Εκεί με περιμένει η οικογενειακή επιχείρηση του πατέρα μου, που τον υποδύεται ο Λεωνίδας Κακούρης. Πρόκειται για ένα νυχτερινό κέντρο, μπουζούκια θα λέγαμε, με τα οποία εγώ δεν θέλω να εμπλακώ. Η ζωή μου θα αλλάξει κυριολεκτικά μετά από μια εκδρομή σε ένα γειτονικό χωριό. Εχει μόλις γίνει ένας σεισμός που έχει προκαλέσει ζημιές στο μοναστήρι της περιοχής, το οποίο εκκενώνεται από τις καλόγριες. Κάπως έτσι θα γνωρίσω μία δόκιμη καλόγρια, την Ελισάβετ, που την υποδύεται η Φωτεινή Παπαθεοδώρου, και ένας έρωτας θα γεννηθεί».

Ο ίδιος περιγράφει τον χαρακτήρα του Πέτρου που υποδύεται ως έναν κακομαθημένο νέο. «Δεν έχει στερηθεί ποτέ τίποτα. Τα έχει βρει όλα έτοιμα. Εχει μάθει να μην του αντιστέκεται καμία γυναίκα και όταν θα γνωρίσει την Ελισάβετ θα είναι η πρώτη φορά που θα συναντηθεί με τον πραγματικό έρωτα. Ταυτόχρονα είναι ένας άνθρωπος που δεν έχει καμία σχέση με τη θρησκεία. Δεν τον απασχολεί αυτό το κομμάτι. Για αυτό και δεν μπορεί να καταλάβει αυτή την πλευρά της Ελισάβετ».

Εκείνος βρίσκει λοιπόν κοινά σημεία με τον ρόλο του; «Οχι, θα έλεγα. Αν ήθελα να εντοπίσω κάτι κοινό είναι το γεγονός ότι και εγώ όπως και ο Πέτρος όταν ερωτεύομαι τα παρατάω όλα. Τα αφήνω όλα πίσω μου, δουλειές, φίλους, οικογένεια…» εξηγεί.

Μια άρτια παραγωγή

Ο ίδιος περιγράφει τη συνεργασία του με την τηλεοπτική του παρτενέρ Φωτεινή Παπαθεοδώρου ως εξαιρετική. «Δεν γνωριζόμασταν πριν από τη σειρά. Χαίρομαι τόσο πολύ κάθε φορά όταν έχουμε σκηνές μαζί. Υπάρχει μεταξύ μας επικοινωνία και πιστεύω ότι αυτό βγαίνει και στον φακό. Ηταν πολύ σημαντικό να δέσουμε οι δυο μας. Και το κατάλαβα από την πρώτη στιγμή στο casting. Με τη Φωτεινή αισθάνθηκα από την αρχή μία σύνδεση. Είναι κάποια πράγματα που δεν μπορείς να τα ελέγξεις. Με κάποιους ανθρώπους συμβαίνει απλά να έχεις χημεία».

Οσο για τον τηλεοπτικό του πατέρα, Λεωνίδα Κακούρη; «Δεν μπορώ να φανταστώ άλλον τηλεοπτικό μπαμπά» λέει γελώντας. «Τον έχω λατρέψει. Είναι ένας υπέροχος άνθρωπος. Ενας υπέροχος ηθοποιός».

Αν κάτι λοιπόν χαρακτηρίζει το «Μαύρο Ρόδο» είναι η υψηλή αισθητική. «Ξέρετε, για τις ανάγκες της σειράς έχει στηθεί από το μηδέν ένα ολόκληρο μοναστήρι, λίγο έξω από τον Μαραθώνα» αναφέρει ο Μιχαήλ. «Είναι εντυπωσιακό. Και δεν μιλάω μόνο για τους εξωτερικούς χώρους, αλλά και τους εσωτερικούς. Δηλαδή, αν κάποιος ανυποψίαστος βρεθεί στο πλατό θα πιστέψει ότι βρίσκεται πράγματι σε κανονικό μοναστήρι».

Για τον ίδιο, η σειρά είναι πολύ ενδιαφέρουσα γιατί ακριβώς φέρει στο προσκήνιο το κομμάτι της πίστης. «Πρόκειται για ένα ευαίσθητο θέμα. Ποιος μιλάει, για παράδειγμα, σε μια παρέα για τη σχέση του με τον Θεό; Και νομίζω ότι είναι πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι αυτή η σειρά αγγίζει το συγκεκριμένο κομμάτι μέσα από το μονοπάτι του έρωτα».

Αραγε για εκείνον το «Μαύρο Ρόδο» ήταν μια αφορμή για να αναρωτηθεί για τη δική του σχέση με την πίστη; «Ναι, φυσικά με απασχόλησε αυτό το κομμάτι. Θα χαρακτήριζα τη δική μου σχέση με την πίστη ως μία συνεχή αναζήτηση. Πιστεύω πάντως στην ενέργεια, πιστεύω στον νόμο της έλξης του Σύμπαντος, στο ότι όταν θέλουμε κάτι πολύ θα το πετύχουμε».

Η αρχή

Ο ίδιος είναι ένας «ηθοποιός-κλέφτης» όπως παραδέχεται. «Μου αρέσει να παρατηρώ τον απέναντι. Να «κλέβω» εκφράσεις, βλέμματα, κινήσεις. Στα οικογενειακά τραπέζια κάθομαι πάντα σιωπηλός. Παρατηρώ. Μπορείς να ανακαλύψεις θησαυρούς εκεί».

Δεν ονειρευόταν πάντως από μικρός να γίνει ηθοποιός. «Ελεγα ότι θα ασχοληθώ με άλλα πράγματα. Είχα σκεφτεί να σπουδάσω Οδοντιατρική, αργότερα Αρχιτεκτονική, μάλιστα είχα κάνει και μαθήματα σχεδίου για να δώσω εξετάσεις. Τελικά πέρασα στα Οικονομικά, ούτε εγώ ξέρω γιατί».

Από μικρός βέβαια έπαιρνε μέρος στις παραστάσεις του θεατρικού ομίλου του σχολείου του. «Ως παιδί ήμουν εσωστρεφής. Στο θέατρο βρήκα μια ελευθερία έκφρασης» εξομολογείται.

Κάπως έτσι στη Γ΄ Λυκείου είχε μία συζήτηση με την καθηγήτρια υποκριτικής στο σχολείο του. «»Μα καλά, δεν θα δώσεις εξετάσεις σε δραματική σχολή;» με ρώτησε. «Ας δώσω» της απάντησα και έτσι έγινε. Μου άρεσε το θέατρο. Μου άρεσε να κάνω απογευματινά μαθήματα στον θεατρικό όμιλο, αλλά δεν περίμενα ότι θα ήταν κάτι που θα ακολουθούσα ποτέ επαγγελματικά» εξηγεί.

Δεκαοκτώ ετών πέρασε λοιπόν στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. «Ακούγεται περίεργο, αλλά δεν είχα αγωνία στις εξετάσεις, γιατί είχα ως δεδομένο ότι δεν θα περνούσα. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο είχα δώσει και σε ιδιωτικές σχολές και μάλιστα είχα γίνει δεκτός».

Τα χρόνια της σχολής στο Εθνικό Θέατρο τα θυμάται ως πολύ δημιουργικά. «Αν δεν έχεις περάσει αυτή την εμπειρία, δεν μπορείς να την καταλάβεις. Ημασταν όλη μέρα στη σχολή. Θυμάμαι έμενα με τους γονείς μου ακόμη τότε. Γύρναγα στη 1.00 το βράδυ και μου έλεγαν «καλά, μα τι κάνεις όλη την ημέρα στη σχολή;»».

Μόλις 27 ετών ο Μιχαήλ Ταμπακάκης και ήδη μετρά μία υποψηφιότητα για το βραβείο Χορν, δυνατές συνεργασίες στο θέατρο, μία συμμετοχή στη γερμανική ταινία «Rest in Greece» (2019) και φυσικά εκλεκτές δουλειές στην τηλεόραση. Πόσο δύσκολος ήταν αυτός ο δρόμος; «Δεν ξέρω να απαντήσω. Θα έλεγα αυτά τα βήματα που έχω κάνει μέχρι τώρα ήταν ένας συνδυασμός τύχης, δουλειάς αλλά και ευκαιριών που μου έδωσαν άνθρωποι οι οποίοι πίστεψαν σε εμένα. Για παράδειγμα, η Σοφία Φιλιππίδου με είδε στις πτυχιακές μου εξετάσεις στο Εθνικό και μου έδωσε την πρώτη μου δουλειά στο θέατρο».

Αραγε η τηλεόραση υπήρξε ταμπού ποτέ για εκείνον; «Οχι. Ξέρω όμως ότι αυτό το ταμπού που σήμερα ξεπερνιέται, έφτασε να βασανίσει ακόμη και τη δική μου γενιά. Ξέρετε, θυμάμαι ότι υπήρχαν κάποιοι καθηγητές στη σχολή του Εθνικού που ήταν αρνητικοί ως προς το μέσο. Σήμερα όμως κάνουν ακόμη και αυτοί τηλεόραση. Αυτό λέει από μόνο του κάτι. Θέλω να πω ότι αυτά τα πράγματα τα ξεπερνάμε πλέον. Δηλαδή παίζουν στην τηλεόραση τεράστιοι ηθοποιοί, όπως για παράδειγμα η Μαρία Πρωτόπαππα, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, ο Νίκος Ψαρράς και πόσοι άλλοι ακόμη. Εγώ δεν είχα ποτέ τέτοιες αγκυλώσεις. Είμαι πολύ ανοιχτός. Δεν υπάρχει αυτό που ονομάζουμε «τηλεοπτικός» ή «θεατρικός» ηθοποιός. Αυτά είναι ανοησίες».

Αυτή τη σεζόν ο ίδιος θα απέχει από το θέατρο. «Αποφάσισα εφέτος λόγω της σειράς να μην κάνω θέατρο. Μου αρέσει γενικώς να συγκεντρώνομαι σε μία κατεύθυνση. Ετσι είπα «όχι» σε όσες προτάσεις μού ήρθαν. Δεν σας κρύβω ότι ήδη μου λείπει το θέατρο, αλλά με τις απαιτήσεις της σειράς καταλαβαίνω ότι εφέτος θα ήταν αδύνατον να κάνω».

Ερωτας, δημιουργία, social media και πολιτική

Πέρα από την υποκριτική τού αρέσει να ζωγραφίζει, ενώ έχει κάνει και μαθήματα κεραμικής. Την ίδια στιγμή, στην καραντίνα έγραψε το πρώτο του σενάριο. «Ηταν μία δύσκολη περίοδος για όλους μας τότε. Τα θέατρα είχαν κλείσει, η ζωή ήταν σταματημένη, γύρω μας η φρίκη. Ηθελα να κάνω κάτι να νιώσω δημιουργικός. Εκείνη την εποχή είχα δει λοιπόν άπειρες ξένες σειρές στις συνδρομητικές πλατφόρμες. Ετσι μου γεννήθηκε η επιθυμία να γράψω ένα σενάριο δικό μου, με ένα θέμα που θεωρώ ότι λείπει από την ελληνική μυθοπλασία. Κάπως έτσι άρχισα να διαβάζω βιβλία για το σενάριο, να βλέπω κάποια βίντεο και ξεκίνησα να γράφω. Με ενδιαφέρει αυτό το κομμάτι. Αργότερα ίσως κάνω ένα μεταπτυχιακό πάνω στο σενάριο».

Για το σενάριο αυτό άντλησε κομμάτια από την εφηβεία του. «Η εφηβεία μου κύλησε ως μια εποχή με πολλή αναζήτηση και πολλές φιλοσοφικές ανησυχίες» εξομολογείται. «Ομως μη φανταστείτε εξάρσεις και ξεσπάσματα. Ηταν μια περίοδος απλά καθοριστική για εμένα». Δεκαεπτά ετών άλλωστε ξεκίνησε να κάνει ψυχοθεραπεία. «Ηταν μια ανάγκη μου» παρατηρεί. «Με βοήθησε πάρα πολύ να δω πράγματα για εμένα. Με βοήθησε να συγχωρώ, να δω πιο συνειδητοποιημένα τους ανθρώπους γύρω μου, να φιλτράρω τις καταστάσεις».

Ολοκληρώθηκε το σενάριό του; «Ναι» απαντά σχεδόν ντροπαλά. Πρόκειται άραγε να το δούμε να υλοποιείται; Χαμογελάει. «Δεν είναι ακόμη κάτι ανακοινώσιμο, αλλά είμαστε σε καλό δρόμο».

Ο ίδιος είναι ένα παιδί της εποχής του. Του αρέσει να ενημερώνεται, να έχει γνώμη για τα πράγματα. «Πολλοί είναι εκείνοι που κατηγορούν πάντως τη γενιά σου ως απολιτίκ, ως μία γενιά που καταναλώνει την ενέργειά της σε stories στο Ιnstagram» παρατηρώ. «Το γεγονός ότι δεν ανεβάζω τις πολιτικές μου πεποιθήσεις στο Ιnstagram ή δεν σχολιάζω την εκάστοτε επικαιρότητα με ένα post ή ένα story δεν με κάνει απολιτίκ. Δεν σημαίνει ότι δεν έχω άποψη» απαντά. «Με κάνει απλώς έναν άνθρωπο που επιλέγει να χρησιμοποιεί τα social media με άλλον σκοπό. Ξέρετε, με απασχολεί αυτή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα γύρω από τα social media, ενώ και εγώ ο ίδιος είμαι κομμάτι αυτού του πράγματος. Tι εννοώ; Πλέον αν δεν ανεβάσεις κάτι στο Instagram, είναι ως μη γενόμενο. Πήγες, για παράδειγμα, θερινό σινεμά και δεν έκανες post; Ε, τότε είναι σαν να μην πήγες καθόλου. Αυτό είναι τρομακτικό».

Οσο για τον έρωτα, ερωτεύεται η γενιά του δυνατά; «Ερωτευόμαστε, απλώς ίσως ο έρωτας διαρκεί λιγότερο» απαντά. «Φταίνε μήπως τα social media για αυτό;» τον ρωτώ. «Δεν ξέρω» αναφέρει. «Προσωπικά, δεν μου αρέσει ο έρωτας να περνά μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Nομίζω ότι είμαι μάλλον πιο ρομαντικός» απαντά.

Το να ανοίξει λοιπόν προφίλ σε ένα dating app, για παράδειγμα, δεν θα ήταν κάτι που θα τον κέρδιζε, όπως εξομολογείται. «Φαντάζομαι είναι και πιο δύσκολο όταν είσαι και δημόσιο πρόσωπο» παρατηρώ. «Οχι. Δεν είναι αυτός ο λόγος» σπεύδει να ξεκαθαρίσει. «Εδώ λογαριασμό στο Tinder έφτιαξε ο Ελιοτ Πέιτζ. Σε εμένα θα κολλήσουμε; Ολα είναι επιλογές. Μπορεί και στο μέλλον να το κάνω. Ποιος ξέρει; Οχι, δεν έχω τέτοια στεγανά…».

ΙΝFO

«Μαύρο Ρόδο»: Kυριακή έως και Τρίτη στις 22.30, στο ΜEGA.