Υπάρχει ένα μάλλον ανυπέρβλητο πρόβλημα όταν καθίσεις να βάλεις μια συνέντευξη του Κωνσταντίνου Κίντζιου σε λέξεις. Είναι τόσο πολλά και τόσο ενδιαφέροντα όσα λέει – χωρίς στόμφο και διδακτισμό, αλλά και δίχως στρογγυλέματα και ωραιοποιήσεις – που φτάνεις να νιώθεις όπως ακριβώς ένα έκθαμβο και άλλο τόσο αμήχανο μικρό παιδί μπρος σε προθήκη καταστήματος παιχνιδιών παραμονή Χριστουγέννων. Τα θέλεις όλα, αλλά πρέπει να διαλέξεις.

Για όσους δεν τον γνωρίζουν (µάλλον δεν είναι πολλοί, αν υπολογίσει κανείς πως µόλις στα ελάχιστα µέτρα που διανύσαµε µαζί πεζή στο κέντρο των Αθηνών δύο νέοι άνθρωποι µας σταµάτησαν για να του µιλήσουν), ο Κωνσταντίνος Κίντζιος είναι σύµβουλος επιχειρήσεων. Τι δουλειά, θα σκεφτεί κανείς, έχει ένας σύμβουλος επιχειρήσεων στις σελίδες ενός περιοδικού ή στις αράδες ενός site;

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Στην πραγματικότητα, ο Κίντζιος είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο και αναντίρρητα περισσότερο από εκείνο που καταλαβαίνει κανείς από την καταφανώς άδικη στην περίπτωσή του επαγγελματική ταυτότητα.

Ενσαρκώνει πλήρως τον – κακοποιημένο αλλά ακριβή στην περίπτωσή του – επιθετικό προσδιορισμό του επιδραστικού. Και μάλιστα χωρίς να μασάει τα λόγια του, να χαϊδεύει αφτιά ή να αμπαλάρει την αυτοαναφορικότητά του σε θέσφατα του κιλού. Αλλά λέγοντας τα αυτονόητα, εκείνα που παρότι τα βλέπουμε στον καθρέφτη μας, επιμένουμε να κάνουμε τα στραβά μάτια.

Οχι, ο Κίντζιος δεν καμώνεται κάποιου είδους νεόκοπο τιμωρό. Αντιθέτως, νοιάζεται και πιστεύει στον άνθρωπο, στις δυνατότητες και στην ανάπτυξή του. Ισως μάλιστα περισσότερο από όσο θα άξιζε.

Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά. Σας γνωρίζουμε όλοι από την παρουσία και τις τοποθετήσεις σας στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά, αλήθεια, τι δουλειά κάνετε;

«Είμαι σύμβουλος επιχειρήσεων. Αυτός είναι ο αποστειρωμένος προσδιορισμός».

Και πώς ένας άνθρωπος με «αποστειρωμένο» αντικείμενο ή έστω αποστειρωμένο προσδιορισμό εργασίας καταφέρνει να επηρεάζει, να παρακινεί και να εμπνέει; Ακούγεται οξύμωρο.

«Δεν είναι ακριβώς οξύμωρο. Εχουμε συνηθίσει οι σύμβουλοι επιχειρήσεων να πρέπει να είναι τετράγωνοι, άκαμπτοι, ανελαστικοί. Να είναι φειδωλοί στην εξωστρέφειά τους, στο τι γράφουν, τι λένε, τι κοινοποιούν, τι απόψεις εκφράζουν δημόσια. Οπότε, ας πούμε ότι έρχομαι να αποδομήσω και να αναθεωρήσω το στερεότυπο της συμβουλευτικής επιχειρήσεων στην Ελλάδα.

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Πρώτα συμβουλεύω ανθρώπους και έπειτα επιχειρήσεις. Το δικό μου αφήγημα είναι «πρώτα ο άνθρωπος και μετά το αποτέλεσμα». Κανονικά θα έπρεπε να λέγομαι σύμβουλος ανθρώπων ή εμψυχωτής ή ενδυναμωτής.

Για χρόνια αμελούσαμε τους ανθρώπους. Ζούσαμε την εποχή που ναυλώναμε ανθρώπους για τον χρόνο τους και όχι για την παραγωγικότητα και την ευημερία τους μέσα στον κόσμο των επιχειρήσεων. Ευαγγελίζομαι λοιπόν ότι εάν ένας άνθρωπος δεν είναι καλά στη ζωή του, δεν μπορεί να είναι καλά ούτε στο επάγγελμα ούτε στη δουλειά του».

Αυτό δεν τείνει να γίνει αυτονόητο πια;

«Αυτονόητο είναι, όμως στην πραγματικότητα δεν γίνονται εκείνες οι κινήσεις μέσα στις επιχειρήσεις που θα το κάνουν πράξη. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι έχουμε μπερδέψει την ηγεσία με την εξουσία. Στη χώρα μας ο μάνατζερ δεν λειτουργεί ως διαχειριστής ανθρώπων. Συνήθως είναι εκείνος που ήταν καλός στη δουλειά του, είχε ένα καλό βύσμα και έγινε μάνατζερ.

«Το 20% των συνηθειών μας αποτυπώνει το 80% της αποτελεσματικότητάς μας».

Εχει μια καλύτερη κάρτα που γράφει «μάνατζερ» και μπορεί να την πλασάρει όπου θέλει, ετεροκαθορίζοντας την αξία του μέσα από αυτή, βγάζει περισσότερα χρήματα και νιώθει ότι ήρθε η στιγμή του να εξουσιάσει τους άλλους. Ενώ θα έπρεπε να προσπαθήσει να κάνει τους άλλους καλύτερους, να τους αναπτύξει, να τους κάνει και εκείνους μάνατζερ».

Δεν σας αντιμετώπισαν με καχυποψία; Ως αιρετικό;

«Θέλω να αφήσω μια παρακαταθήκη σε αυτή τη χώρα. Φτάνει πια με τους τσιφλικάδες και τους διοικητές στρατού στον χώρο των επιχειρήσεων. Αυτές οι παγιωμένες πρακτικές έχουν φέρει αυτή τη στιγμή την Ελλάδα να έχει δυσαρεστημένους εργαζομένους σε ποσοστό 85% σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα. Και την έχει κάνει πρωταθλήτρια στην Ευρώπη στους χειρότερους μάνατζερ – πάλι σύμφωνα με ερευνητικά στοιχεία.

Αντιλαμβάνομαι τον θυμό και την αντάρα όσων ξεβολεύονται με όσα λέω και καταλαβαίνω ότι μπορεί να με θεωρούν κόκκινο πανί. Ομως εκείνο που έχω να τους πω είναι ότι λειτουργούν ως αρνητές της πραγματικότητας. Θέλουμε να είμαστε Τρίτος Κόσμος ή θέλουμε να έχουμε ανθρώπους που αναπτύσσουν ανθρώπους, για να μπορούμε όλοι να κάνουμε καλύτερα τη δουλειά μας; Θέλουμε να εκφοβίζουμε ανθρώπους ή θέλουμε να τους εμπνέουμε;».

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Εσείς έχετε βρεθεί σε αυτή τη θέση; Του εργαζομένου που εκφοβίζεται, που καταπιέζεται, που λογοδοτεί σε ένα κακό αφεντικό;

«Ο,τι λέω είναι βιωματικό. Εχω τόσο έντονη διάσπαση προσοχής που μου είναι σχεδόν αδύνατο να ολοκληρώσω το διάβασμα πέντε γραμμών. Αυτό σημαίνει πως ό,τι λέω είναι προϊόν όσων έχω βιώσει και ως υφιστάμενος και ως άνθρωπος που έχει δουλέψει από DJ και σέρβις σε καταστήματα εστίασης μέχρι υπάλληλος σε call center. Γι’ αυτό και τα υπερασπίζομαι μέχρι τελευταίας ρανίδας του αίματός μου.

«Νιώθω ότι στο επίπεδο των διαπροσωπικών σχέσεων ζούμε σε μία από τις χειρότερες εποχές, σε μια κοινωνικοποιημένη αποκοινωνικοποίηση».

Εχω ζήσει στο πετσί μου να με βρίζουν, να μη με σέβονται, να με υποτιμούν. Οπως και έχω ηγηθεί ομάδων, έχω φέρει πολύ καλά αποτελέσματα και έχω πετύχει σε όλες τις εργασίες που έχω κάνει, όχι γιατί είμαι ο καλύτερος, αλλά γιατί δεν επέτρεπα στον εαυτό μου να είμαι μέτριος. Αν δεν μπορούσα ή δεν ήθελα να είμαι σε μια δουλειά, έφευγα. Δεν καθόμουν κάπου μόνο και μόνο για τη βολή μου».

Εύκολο να το λέει κανείς, αλλά δεν είναι δύσκολο να το κάνει;

«Πριν από δύο ώρες με σταμάτησε ένας άνθρωπος στον δρόμο και με ρώτησε το ίδιο πράγμα. Ολοι μου το ρωτούν. Εγώ αντιστρέφω την ερώτηση. Πόσο εύκολο σου είναι να παραμείνεις σε κάτι το οποίο σου τρώει την ψυχή σου κάθε μέρα; Πόσο εύκολο σου είναι να μη δίνεις μια δεύτερη ευκαιρία στον εαυτό σου; Αν σου είναι εύκολο, τότε κάτσε εκεί που είσαι.

Επειδή όμως νιώθω ότι δεν σου είναι εύκολο και επειδή αντιλαμβάνομαι ότι σωματοποιείς πράγματα και τα εκβάλλεις εκεί που δεν αξίζει – δηλαδή στον φίλο, στον σύντροφο, στην κοινωνία την ίδια – , δώσε στον εαυτό σου μια δεύτερη ευκαιρία, γιατί είμαι 100% σίγουρος ότι εκεί έξω υπάρχει ένας οργανισμός που μπορεί να σου δώσει την ίδια θέση με τα ίδια χρήματα και να περνάς λίγο καλύτερα.

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Θα με ρωτήσεις: «Υπάρχουν καλύτερα περιβάλλοντα;». Ναι, αλλά είναι η μειοψηφία στην Ελλάδα. Εκεί έγκειται η δυσκολία. Αν ξέρουμε το μονοπάτι, ποιος είναι ο λόγος να μην το περπατήσουμε;».

Καταλαβαίνω ότι πίσω από το επαγγελματικό ενδιαφέρον έχετε και μια γνήσια πίστη στον άνθρωπο. Σωστά;

«Πιστεύω στη δύναμη του ανθρώπου. Οχι στην ξεροκεφαλιά του. Οχι στην ανασφάλειά του. Αυτή θέλω να την ξεριζώσω. Να την πετάξω μακριά. Και με ενδιαφέρει το αποτύπωμά μου απέναντι στις ανθρώπινες ζωές.

Δεν είμαι γιατρός και δεν μπορώ να σας σώσω από τον θάνατο. Δεν είμαι δικηγόρος και δεν μπορώ να σας σώσω από τη φυλακή. Τι είμαι; Ενας άνθρωπος που έχει ζήσει πολύ έντονα τη ζωή του και έχει αρκετά δύσκολα βιώματα. Η απώλεια των 90 κιλών, για παράδειγμα, είναι ένα ορόσημο της ζωής μου. Μπορώ να καταλάβω τον νταλκά που περνάει ο καθένας.

«Δεν γράφω για να είμαι αρεστός. Γράφω για να ενεργοποιώ, να κινητοποιώ και να προβληματίζω παραγωγικά. Κάποιους τους ενοχλεί. Αλλους τους παρακινεί».

Βάσει ερευνών, έχει βρεθεί ότι πεθαίνουμε έχοντας αξιοποιήσει περίπου το 8%-10% του μυαλού μας και το 20% των δυνατοτήτων μας. Ξέρετε τι θέλω; Να αυξήσω αυτό το ποσοστό έστω και κατά μία μονάδα για όσους περισσότερους μπορώ. Βλέπω ότι είμαστε στο ισόγειο και ξέρω ότι υπάρχουν κι άλλοι όροφοι».

Οσοι δεν έχουμε το προνόμιο να εργαζόμαστε σε μια εταιρεία που θα μας φέρει εσάς για να μας συμβουλεύσετε και να μας βοηθήσετε να αναπτυχθούμε, τι μπορούμε να κάνουμε;

«Τι να κάνετε; Δείτε τι podcasts ακούτε. Δείτε ποιο είναι το feed σας στο TikTok και στο Instagram. Θέλετε πραγματικά να αναπτυχθείτε ή ονειρεύεστε την ανάπτυξη και σας βολεύει να γκρινιάζετε για πράγματα τα οποία θέλετε αλλά δεν κάνετε τίποτα για να τα αποκτήσετε; Να σας πω κάτι; Δεν χρειάζεται να έρθει ο Κίντζιος. Δεν θα προλάβω για όλους».

Το 20% των συνηθειών μας αποτυπώνει το 80% της αποτελεσματικότητάς μας. Τι θέλω να πω; Αν έχουμε λάθος πρότυπα, αν σκρολάρουμε όλη μέρα στο TikTok, αν δεν παρακολουθούμε ούτε ένα σεμινάριο, αν δεν έχουμε έναν άνθρωπο να θαυμάζουμε, από πού θα πάρουμε την έμπνευση;

«Η ζωή είναι μια συνεχής μάχη. Δεν είναι ινσταγκραμική αισιοδοξία, όπως οι δεκάδες αναρτήσεις που βλέπω καθημερινώς. Είναι πόνος, απώλεια, αγώνας».

Συναντώ πάρα πολλούς ανθρώπους που δεν οραματίζονται τίποτα για τον εαυτό τους. Πέρα από το να πάνε διακοπές σε ένα πεντάστερο, ας πούμε, και να έχουν άπειρα χρήματα. Αυτό δεν είναι οραματισμός. Αυτό είναι ουτοπία.

Αλλά ακόμα και αν το θέλεις αυτό. Τι κάνεις για να το αποκτήσεις; Παρακολουθείς τους άλλους να κάνουν διακοπές στα πεντάστερα;».

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Οση ώρα μιλάμε, σκέφτομαι ότι είστε αναμφίβολα ένας χαρισματικός ομιλητής. Πότε αντιληφθήκατε αυτό σας το ταλέντο;

«Ανέκαθεν είχα την επιθυμία να συνδέομαι με τους ανθρώπους. Δεν μου άρεσαν οι ρηχές και επιδερμικές συζητήσεις. Δεν αναζήτησα ποτέ συνδιασκεδαστές. Αντιθέτως, μου άρεσε να συνομιλώ, να συμφωνώ ή να διαφωνώ, να βγάζω ένα συμπέρασμα μέσα από την επικοινωνία.

Θυμάμαι πάντα τον πατέρα μου στα οικογενειακά τραπέζια ή σε επισκέψεις σε σπίτια φίλων να παίρνει τελευταίος τον λόγο και ενώ δεν είχα καταλάβει τι είχαν πει οι 5-6-7-8 προηγούμενοι που είχαν μιλήσει, αυτός κάπως να συμπυκνώνει όλο το αφήγημα, να το σπάει σε αρχή, μέση, τέλος και να αντιλαμβάνομαι για τι τελικά μιλούσαν.Και τον θυμάμαι να επιχειρηματολογεί ακραία. Να καταθέτει πράγματα.

Μάλλον υποσυνείδητα αυτό το θαύμαζα ή μου άρεσε, γιατί τελικά καταλάβαινα τι συζητούσαν σε εκείνο το τραπέζι. Αυτό μάλλον συνεχίστηκε και η εγγενής μου ανάγκη για σύνδεση και επικοινωνία με τους ανθρώπους κατέληξε σήμερα να κάνω αυτό το οποίο κάνω».

Δεν σας έχει καταβάλει ποτέ η επικοινωνία; Δεν έχει αδειάσει το προσωπικό σας απόθεμα;

«Πολλές μέρες νιώθω ότι χάνω το νόημα, χάνω τον προσανατολισμό, χάνω την όρεξη, χάνω την πίστη μου στους ανθρώπους, γιατί βλέπω ότι αυτό το οποίο κάνω αφορά το 2% του πληθυσμού. Οπότε κοιτάζω το 98% και καταλαβαίνω ότι δεν πάω πουθενά.

Κάπου εκεί απλά σκέφτομαι ποια θα είναι η επόμενη μέρα. Αν δηλαδή θα γίνω ένα με το πρόβλημα ή αν θα συνεχίσω να προσπαθώ να επηρεάζω δίνοντας την ενέργειά μου. Και εκείνη τη στιγμή λέω: «Αποκλείεται. Θα πεθάνω όρθιος, αλλά θα συνεχίσω να κάνω αυτό το πράγμα».

«Φτάνει πια με τους τσιφλικάδες και τους διοικητές στρατού στον χώρο των επιχειρήσεων. Αυτές οι πρακτικές έχουν φέρει την Ελλάδα να έχει δυσαρεστημένους εργαζομένους σε ποσοστό 85%».

Με απογοητεύουν καθημερινά οι άνθρωποι. Νιώθω ότι στο επίπεδο των διαπροσωπικών σχέσεων ζω σε μία από τις χειρότερες εποχές που θα μπορούσα να ζήσω, σε μια κοινωνικοποιημένη αποκοινωνικοποίηση και λόγω των social, του ετεροκαθορισμού και του ψευδεπίγραφου αφηγήματος καθενός, που μπορεί να το παίζει κάτι αλλά μέσα του δεν είναι τίποτα. Και προσπαθώ να επηρεάζω θετικά για να αυξήσουμε πληθυσμιακά τους ανθρώπους με τους οποίους μπορούμε να επικοινωνήσουμε.

© Ανδρέας Σιμόπουλος

Εχει και ένα εγωιστικό στοιχείο μέσα του αυτό. Προσπαθώ να αυξήσω τους ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να κάνω παρέα, με τους οποίους μπορώ πραγματικά να συνεννοηθώ».

Νιώθετε γκουρού;

«Ούτε κατά διάνοια. Δεν νιώθω ούτε γκουρού, ούτε δάσκαλος, ούτε αυθεντία. Νιώθω απελευθερωμένος. Γιατί δεν φοβάμαι πια να εκτεθώ. Δεν με αφορά η επιβεβαίωση της πλειονότητας ή των ανόητων.

Εχω συμφιλιωθεί με το ενδεχόμενο να μην γίνομαι αρεστός, στον βωμό τού να είμαι χρήσιμος. Οσο γι’ αυτούς που hate-άρουν, καταλαβαίνω και συμπονώ. Η κριτική τρέφει τους ανασφαλείς. Η αυτοκριτική χτίζει τους δυνατούς».

Η προστακτική που χρησιμοποιείτε συχνά στις δημοσιεύσεις σας στα κοινωνικά δίκτυα, αυτό το περίφημο «πάρ’ το», γιατί;

«Γιατί με το «παρακαλώ» δεν ξύπνησε ποτέ κανείς. Είναι εμφατικό. Είναι χαστούκι. Είναι κάλεσμα. Ξαναλέω, δεν γράφω για να είμαι αρεστός – γράφω για να ενεργοποιώ, να κινητοποιώ και να προβληματίζω παραγωγικά. Κάποιους τους ενοχλεί. Αλλους τους παρακινεί.

Εστιάζω στους δεύτερους, γιατί αυτοί θα φέρουν την αλλαγή και έμμεσα θα βοηθηθούν και οι πρώτοι. Η ζωή είναι μια συνεχής μάχη. Δεν είναι ινσταγκραμική αισιοδοξία, όπως δεκάδες αναρτήσεις που βλέπω καθημερινώς. Είναι πόνος, απώλεια, αγώνας. Το «πάρ’ το» δεν είναι επιθετικότητα. Είναι απελπισμένη αγάπη για όλους αυτούς που ξέρω ότι μπορούν, αλλά δεν τολμούν».