Βλέποντας τα σαραντάρια των θερμοκρασιών την προηγούμενη εβδομάδα και τις ομολογουμένως προαναγγελθείσες πολιτικοδικαστικές εξελίξεις στη Βουλή σχετικά με την υπόθεση των Τεμπών, σκέφτομαι ότι η διαφορά μεταξύ του καύσωνα και της σχεδόν θεσμοθετημένης πολιτικής ατιμωρησίας και διαφθοράς είναι ότι ο καύσωνας, φαντάζομαι και ελπίζω, κάποια στιγμή θα τελειώσει.
Αντιθέτως, οι ομοιότητες μεταξύ των δύο φαινομένων μού φαίνονται πολύ περισσότερες. Πρώτα από όλα είναι αυτή η αίσθηση πνιγμού, αυτή η μόνιμη εξάντληση που νιώθεις. Κατεβάζεις τα σκουπίδια, μένεις για δυο λεπτά έξω και δεν μπορείς να αναπνεύσεις. Οπως όταν βλέπεις την κυβέρνηση να τακτοποιεί θεσμικά τα δικά της σκουπίδια κάτω από το χαλί μιας δήθεν (ή ντεμέκ, για τους φίλους και φίλες από τη Βόρειο Ελλάδα – ειδικά από τις Σέρρες) δικαστικής διαδικασίας.
Οι ευάλωτοι
Ισως η σημαντικότερη αναλογία μεταξύ καύσωνα και θεσμικής ατιμωρησίας είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις θύμα είναι ο ευάλωτος. Οπως οι οικονομικά ασθενέστεροι θα πρέπει να αντιμετωπίσουν την ακραία ζέστη με φουσκωμένους λογαριασμούς, ανεπαρκείς ανεμιστήρες ή με κλιματιστικά της δεκαετίας του 1990, που ίσως δημιουργήσουν περισσότερη ζημιά παρά όφελος, έτσι βρίσκονται κι ενώπιον των θεσμών. Αρκεί να σκεφτούμε τα σχετικά μικρά χρέη για τα οποία βγαίνουν σπίτια σε πλειστηριασμό σε σχέση με το ύψος των τραπεζικών δανείων των πολιτικών κομμάτων. Δάνεια τα οποία «εξυπηρετούνται», αλλά – ας πούμε – όχι με την ίδια αυστηρή διαδικασία που θα προσφερόταν σε κάθε πολίτη.
Παράλληλα, η ζέστη λειτουργεί καταλυτικά στην εξαφάνιση της ενεργητικότητας. Ολοι και όλες συμπεριφερόμαστε σαν να προσπαθούμε απλά να επιβιώσουμε, βάζοντας κάθε άλλη πιο παραγωγική λειτουργία μας στο ρελαντί. Κάπως έτσι η γενικευμένη διαφθορά παραλύει τον πολίτη. Η αίσθηση ατιμωρησίας υπονομεύει κάθε έννοια δυναμισμού, επενδύει κάθε αντίδραση με μια λογική ματαιότητας.
Οταν έχεις στριμωχτεί στα συλλαλητήρια για τα Τέμπη, όταν έχεις πιστέψει ότι ναι, η φωνή σου μπορεί να έχει μια σημασία, αλλά έπειτα από λίγους μήνες βλέπεις ότι όλες οι κυβερνητικές κινήσεις γίνονται όχι για να φωτιστούν τα αίτια και οι υπαίτιοι πίσω από ένα τραγικό γεγονός, αλλά για να βγουν λάδι κάποιοι άνθρωποι, τότε για ποιο γεγονός θα ξαναβγείς στον δρόμο; Τι θα είναι πιο σημαντικό από 57 νεκρούς; Η κλιματική αλλαγή;
Ταυτόχρονα, υπάρχει και η σωρευτική παράμετρος. Κάθε καύσωνας με τις θερμικές νησίδες, την ξηρασία, τις πυρκαγιές μειώνει τις άμυνες μιας περιοχής. Στρώνει το χαλί, ώστε ο επόμενος να είναι ακόμη καταστροφικότερος. Κάπως έτσι λειτουργεί και το πολιτικό μας σύστημα. Αξιοποιώντας τη διαχρονική αλήθεια ότι όσο χαϊδεύεις έναν κύκλο, τόσο πιο φαύλος γίνεται, οι πολιτικοί μας γίνονται όλο και εφευρετικότεροι όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους θα αποφύγουν το κόστος. Κάποτε ήταν το κενό νοήματος «αναλαμβάνω την πολιτική ευθύνη», τώρα είναι το «θέλω να βρεθώ ενώπιον του φυσικού μου δικαστή (αλλά με συγκεκριμένο κατά παραγγελία κατηγορητήριο)».
Το μέλλον
Τι μας μένει; Ας κάνουμε μια μελλοντική προβολή των δύο θεμάτων – ας πούμε σε βάθος μιας δεκαετίας. Οσον αφορά τους καύσωνες, οι επιστήμονες (και αυτή η περίεργη η Γκρέτα Τούνμπεργκ) θα συνεχίζουν να φωνάζουν για την ανάγκη ριζικών αποφάσεων κατά των φαινομένων της κλιματικής αλλαγής. Και οι ισχυροί της Γης, αντί να δουν αν σώζονται η Μαρία από το Χαλάνδρι και ο Τζέιμς από τη Νεμπράσκα, θα ασχολούνται να φτιάχνουν προσωπικά καταφύγια ή διαστημόπλοια διαφυγής.
Αντίστοιχα, στην Ελλάδα θα μετράμε νέα σκάνδαλα, αλλά και η τότε κυβέρνηση δεν θα έχει πρόβλημα. Αντί να τα διερευνήσει, θα ασχολείται να φτιάξει συνταγματικά καταφύγια ή νομοθεσίες διαφυγής. Τελεία (που θα έλεγε και μια ψυχή).
Ένας αριθμός…
43,4 Κελσίου ήταν η υψηλότερη καταγραμμένη θερμοκρασία στην Ελλάδα την περασμένη Πέμπτη. Σημειώθηκε στο Κρανίδι Αργολίδας.
…και η μεγάλη εικόνα
Οπως όταν είσαι τυφλή (όπως η Δικαιοσύνη), δεν είναι αυτονόητο ότι οξύνονται οι υπόλοιπες αισθήσεις σου, έτσι κι όταν μπορείς να πετάς, δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορείς να ανακουφιστείς από τον καύσωνα.






