Στο Μέγαρο Μαξίμου γνώριζαν εξ αρχής ότι η ρύθμιση για την απαγόρευση της συμμετοχής του κόμματος Κασιδιάρη στις εθνικές εκλογές θα συναντούσε επιφυλάξεις στους δικαστικούς κύκλους.

Γνώριζαν επίσης και δεν έκρυβαν τον προβληματισμό τους γι’ αυτό σε κατ’ ίδιαν συζητήσεις, ότι την κρίσιμη απόφαση θα καλούνταν να λάβει το Α1 τμήμα του Αρείου Πάγου, με επικεφαλής μέχρι και προσφάτως τον Χρήστο Τζανερρίκο.

Ο προβληματισμός ήταν βάσιμος, καθώς ο υπό παραίτηση, πλέον, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου δεν ήταν άγνωστος, αφού είχε πολλές και διάφορες πολιτικές διασυνδέσεις και έντονη συνδικαλιστική παρουσία κατά το πρόσφατο παρελθόν.

Κακή αξιολόγηση

Υπό αυτή την έννοια, τα επεισόδια που εκτυλίχθηκαν τις προηγούμενες ημέρες ήταν ένα «εν αναμονή ατύχημα», το οποίο η κυβέρνηση φάνηκε ότι δεν είχε αξιολογήσει στις πλήρεις διαστάσεις του.

Η επίγνωση του ρίσκου ήταν και ένας από τους λόγους για την άτυπη συνάντηση του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη με τον ανώτατο δικαστικό, κατά τη διάρκεια της οποίας ωστόσο συζητήθηκαν διαδικαστικά ζητήματα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές. «Η κυβέρνηση είχε μια διαβούλευση με την ηγεσία του Αρείου Πάγου, που είχε να κάνει με τα δικονομικά ζητήματα λειτουργίας του ανώτατου δικαστηρίου, και αυτό ήταν θεσμικά επιβεβλημένο. Τι σχέση έχει αυτό με όλα τα απίθανα που λέγονται;» ανέφερε σχετικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου.

Κατά πληροφορίες και εκτιμήσεις, η θρυαλλίδα για την κρίση ανάμεσα στην κυβέρνηση και τον ανώτατο δικαστικό ήταν η ασάφεια ως προς το αν ο ίδιος, ως επικεφαλής του Α1 τμήματος, θα ακολουθούσε τη συνήθη πρακτική.

Με βάση αυτή, στο τμήμα το οποίο αποφασίζει και για την ανακήρυξη των κομμάτων στις εκλογές, μετέχουν οι τέσσερις αρχαιότεροι αρεοπαγίτες και ο πρόεδρός του, στη διακριτική ευχέρεια του οποίου εναπόκειται όμως η τελική απόφαση για τη σύνθεση.

Υπό αυτή την έννοια, η συμπληρωματική κυβερνητική ρύθμιση, με την οποία οριζόταν ότι η ανακήρυξη των κομμάτων θα κριθεί από την πλήρη σύνθεση του τμήματος, επέδρασε καταλυτικά και παρουσιάστηκε από τον δικαστικό ως ευθεία κυβερνητική παρέμβαση.

Οι αντιδράσεις του αρεοπαγίτη, με τις ανακοινώσεις μετά την κατάθεση της συμπληρωματικής διάταξης, ο πρωτοφανής δημόσιος διάλογός του με τον υπουργό Εσωτερικών Μάκη Βορίδη και ο υπαινιγμός του ότι έγινε αποδέκτης παρεμβάσεων και υποσχέσεων για ανταλλάγματα από «ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος» (υπονοώντας σύμφωνα με τις ερμηνείες τον ίδιο τον Πρωθυπουργό) προξένησαν οργή και προβληματισμό στο Μέγαρο Μαξίμου.

Κατόπιν αυτών, κυβερνητικές πηγές αποδύθηκαν σε έναν παρασκηνιακό πόλεμο διαρροών σε βάρος τού υπό παραίτηση δικαστικού.

Κατά τα όσα δήλωναν, η στάση του είχε ως αφετηρία τη δυσαρέσκειά του επειδή δεν διορίστηκε στη θέση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και προτιμήθηκε η επιλογή του Ισίδωρου Ντογιάκου. Επιπλέον, οι ίδιες πηγές ανέφεραν ότι κατά το προηγούμενο διάστημα ο Χρήστος Τζανερρίκος διαφήμιζε τις σχέσεις του με δύο από τους ισχυρότερους επιχειρηματίες της χώρας και σημείωναν ότι εν τέλει αυτός ήταν και ένας από τους λόγους για τους οποίους δεν προήχθη σε Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.

Πάντως, το ενδεχόμενο του διορισμού του στη θέση αυτή συναντούσε την αντίδραση του συνόλου των εισαγγελικών λειτουργών.

Ως προς το αν το σίριαλ που ξεκίνησε με αφορμή τη διάταξη για την απαγόρευση της συμμετοχής του κόμματος Κασιδιάρη στις εκλογές θα έχει συνέχεια, κυβερνητικές πηγές απαντούν με κατηγορηματικό τρόπο αρνητικά. Και εμμέσως διαμηνύουν ότι αν ο ίδιος επιλέξει κάτι τέτοιο, θα υπάρχουν και περαιτέρω απαντήσεις.

Πιθανό πρόβλημα

Γεγονός είναι ωστόσο ότι το επεισόδιο μεταξύ κυβέρνησης και ενός ανώτατου δικαστικού επιδρά αρνητικά στην εικόνα της Δικαιοσύνης και προσθέτει ένα ακόμη κομμάτι στο παζλ των νευρικών χειρισμών, εν αναμονή της κρίσης του τμήματος του Αρείου Πάγου για το κόμμα Κασιδιάρη.

Η διαδικασία για την ανακήρυξη των υποψηφίων κομμάτων στις εκλογές της 21ης Μαΐου έχει αναδειχθεί σε μία από τις κρισιμότερες της μεταπολιτευτικής περιόδου και πιθανολογείται ότι θα ολοκληρωθεί στις 3 Μαΐου, εφόσον οι εκλογές προκηρυχθούν το επόμενο Σάββατο, στις 22 Απριλίου. Επικεφαλής του Α1 τμήματος θα είναι η Ευδοξία Κιουπτσίδου, ως η αρχαιότερη αρεοπαγίτης.

Εν όψει αυτών ένα πιθανό πρόβλημα που έχει ανακύψει είναι ότι με την παραίτηση Τζανερίκου η σύνθεση του τμήματος γίνεται 10μελής, με κίνδυνο να μην υπάρξει πλειοψηφία για την όποια απόφαση. Εκτιμάται ότι το ζήτημα θα λυθεί με την πιθανή απόφαση της αρεοπαγίτου Ιωάννας Κλάπα-Χριστοδουλέα να απέχει, επειδή ως εφέτης έχει ήδη εκφράσει κρίση για τον Ηλία Κασιδιάρη, καθώς η ίδια είχε διενεργήσει την ανάκριση για την υπόθεση της Χρυσής Αυγής, βάσει της οποίας είχε εκδοθεί το βούλευμα και είχε παραπεμφθεί σε δίκη το σύνολο της ΚΟ του κόμματος.

Πιο πιθανή η αναμέτρηση και των έξι

Το ντιμπέιτ πριν από το… ντιμπέιτ

Παρά το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν έχει επισήμως και κατηγορηματικά απορρίψει το ενδεχόμενο της διεξαγωγής ενός ντιμπέιτ μεταξύ του Κυριάκου Μητσοτάκη και του Αλέξη Τσίπρα, οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο είναι ελάχιστες. Από το Μαξίμου διακινείται η θέση την οποία από το βήμα της Βουλής ο ίδιος ο Πρωθυπουργός είχε εκφράσει ότι οι μονομαχίες μεταξύ των δύο έχουν γίνει κατ’ επανάληψη ενώπιον του Κοινοβουλίου, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέκαμψε με έναν ελιγμό σε πρόσφατη συνέντευξή του την πρόκληση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, λέγοντας (ΣΚΑΪ): «Με χαρά να το κάνουμε», θέτοντας ωστόσο τον όρο να υπάρχει ένας τρίτος, ουδέτερος παρατηρητής, ο οποίος θα πιστοποιεί ή θα διαψεύδει όσα θα λέγονται σε μία τέτοια συζήτηση από τους δύο πολιτικούς αρχηγούς.

Υπό αυτές τις συνθήκες και εν αναμονή της επίσημης προκήρυξης των εκλογών και της ενεργοποίησης όλων των τυπικών διαδικασιών, το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι η διεξαγωγή ενός ντιμπέιτ με τη συμμετοχή των αρχηγών των έξι κοινοβουλευτικών κομμάτων.

Κάτι τέτοιο προφανώς εξυπηρετεί τις επιδιώξεις του Κυριάκου Μητσοτάκη, καθώς προεξοφλείται ότι σε μία τέτοια συζήτηση και υπό τις γνωστές «αποστειρωμένες» συνθήκες, θα έχει την ευκαιρία να αναδείξει τα σημεία που ο ίδιος επιθυμεί, δίχως να παρέχεται την ίδια στιγμή η δυνατότητα στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ να αναπτύσσει ανεξέλεγκτα τη δημαγωγική του ρητορική, ενώ παράλληλα πίεση θα ασκείται προς τον Αλέξη Τσίπρα και από τους αρχηγούς του ΠαΣοΚ, του ΚΚΕ και του ΜέΡΑ25.

Την ίδια στιγμή και ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνεχίζει για λόγους καλλιέργειας εντυπώσεων να διατυπώνει το αίτημα για μία τηλεοπτική μονομαχία με τον Πρωθυπουργό, από την κυβέρνηση υπενθυμίζουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας χαρακτήριζε αντιδημοκρατική επιλογή τη διεξαγωγή ενός ντιμπέιτ μεταξύ Κώστα Καραμανλή και Γιώργου Παπανδρέου στις εκλογές του 2009. Παράλληλα υπενθυμίζουν ότι εν όψει της αναμέτρησης με το σύστημα της απλής αναλογικής στην ουσία δεν νοείται μία συζήτηση μεταξύ των αρχηγών των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, ενώ τονίζουν ότι κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί ούτε το 2019.