Τις έντονες επικρίσεις που έχει δεχθεί η κυβέρνηση στο πεδίο των θεσμών και στη λειτουργία της Δικαιοσύνης από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και τις παρατηρήσεις και ενστάσεις που έχουν διατυπωθεί στις εκθέσεις ευρωπαϊκών οργάνων, επιχειρεί να διαχειριστεί με επικέντρωση και ανάδειξη του κυβερνητικού έργου στους συγκεκριμένους τομείς, και κυρίως της Δικαιοσύνης.

Προς τούτο, την ερχόμενη εβδομάδα το υπουργείο Δικαιοσύνης διοργανώνει ειδική εκδήλωση, στην οποία θα παραστούν ο Πρωθυπουργός και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπου θα υπάρξει συνολική παρουσίαση αλλά και αποτίμηση των μέτρων που ελήφθησαν, κυρίως κατά τη δεύτερη κυβερνητική θητεία, για να διασκεδαστούν και να μειωθούν οι έντονες παρατηρήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε θέματα κράτους δικαίου και λειτουργίας της Δικαιοσύνης.

Επίσης στην εν λόγω εκδήλωση, στην οποία ο Πρωθυπουργός θα δώσει τον τόνο των κυβερνητικών προτεραιοτήτων στα ευαίσθητα θέματα της Δικαιοσύνης και των θεσμών, θα γίνει αναλυτική παρουσίαση και αναφορά στις νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχουν ληφθεί από το υπουργείο Δικαιοσύνης για τη βελτίωση της απονομής της δικαιοσύνης, θέμα υψηλής σημασίας και προτεραιότητας, που συνδέεται άρρηκτα με το κράτος δικαίου για τους πολίτες και την ανάπτυξη και τις επενδύσεις για το πεδίο της οικονομίας.

Χαμηλή εμπιστοσύνη

Η επικέντρωση της κυβέρνησης σε θέματα θεσμών και Δικαιοσύνης σχετίζεται άμεσα με τις παρατηρήσεις στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αλλά και με τα δημοσκοπικά δεδομένα (όλων των εταιρειών), που καταδεικνύουν χαμηλή εμπιστοσύνη των πολιτών στο δικαστικό μας σύστημα, ενώ το ποσοστό των πολιτών που θεωρούν το δικαστικό μας σύστημα ανεξάρτητο, όπως αυτά καταγράφονται στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, περιορίζεται στο 38% στον γενικό πληθυσμό, ενώ για τις επιχειρήσεις το ποσοστό ανεβαίνει στο 49%, παρά τις διατυπωμένες συστάσεις σε θέματα δικαιοσύνης και επενδύσεων.

Οι έντονες πολιτικές αντιδράσεις για την κυβερνητική πολιτική στον τομέα της Δικαιοσύνης και των θεσμών έχουν αναφορές κυρίως στην πολιτική διαχείριση σημαντικών και κρίσιμων υποθέσεων που έχουν συγκλονίσει την κοινή γνώμη, όπως η τραγωδία στα Τέμπη, που συνδέθηκαν με κυβερνητικούς χειρισμούς που χαρακτηρίστηκαν σε πολλές φάσεις της διερεύνησης του σιδηροδρομικού δυστυχήματος με προσπάθειες συγκάλυψης των πολιτικών ευθυνών και συσκότισης των πραγματικών γεγονότων, ενώ σε άλλες, όπως οι υποκλοπές, οι επικρίσεις υπήρξαν επίσης έντονες στο πεδίο των παραβιάσεων αρχών του κράτους δικαίου.

Αμφισβήτηση

Με αυτά τα δεδομένα και σε ένα πολιτικό σκηνικό πόλωσης και στείρων πολλές φορές αντιπαραθέσεων, η Δικαιοσύνη βρέθηκε για μία ακόμα φορά στο επίκεντρο της πολιτικής σύγκρουσης με ενέργειες και αποφάσεις που επέτειναν μια γενική αμφισβήτηση των πολιτών, που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις με χαμηλά ποσοστά εμπιστοσύνης των πολιτών προς το δικαστικό σύστημα.

Η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη, σε όλες τις δημοσκοπήσεις, δεν ξεπερνά το 22% ως 25%, ενώ σε πρόσφατη δημοσκόπηση του Στράτου Φαναρά (Metron Analysis) για εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών του Ευάγγελου Βενιζέλου η εμπιστοσύνη των πολιτών στη Δικαιοσύνη ανέρχεται μόλις στο 24%, ενώ για τις Ανεξάρτητες Αρχές (θεσμικούς φορείς αυξημένου κύρους) η κατάσταση δεν είναι καλύτερη, καθώς η εμπιστοσύνη των πολιτών σε αυτές αγγίζει μόλις το 22%.

Σημειωτέον ότι σε αυτή τη μέτρηση οι Ενοπλες Δυνάμεις έχουν ποσοστό εμπιστοσύνης των πολιτών που φθάνει στο 59%, η Εκκλησία στο 32% και η Αστυνομία το ίδιο.

Στην ίδια δημοσκόπηση, ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ευρήματα σε ερώτηση ποιον θεσμό εμπιστεύονται οι πολίτες για να συμβάλει στην αντιμετώπιση υποθέσεων διαφθοράς, με τη Δικαιοσύνη να συγκεντρώνει ποσοστά μόλις 34% (πολύ, αρκετά), ενώ η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (νεότευκτος θεσμός που ασχολείται με τη διαχείριση του κοινοτικού χρήματος) να συγκεντρώνει ποσοστό 73% (πολύ, αρκετά).

Οι φορείς της Δικαιοσύνης σε δημόσιες τοποθετήσεις πρόσφατα σε ημερίδα που διοργάνωσαν τα τρία ανώτατα δικαστήρια απέδωσαν τους χαμηλούς δείκτες εμπιστοσύνης των πολιτών στην ανάδειξη σημαντικών υποθέσεων από τα μέσα ενημέρωσης που εντάσσουν τους δικαστικούς χειρισμούς στις πολιτικές αντιπαραθέσεις και ως εκ τούτου αποδίδουν τις χαμηλές δημοσκοπικές πτήσεις σε συγκυριακή προσέγγιση, χωρίς ωστόσο να αρνούνται ότι η γενικότερη λειτουργία της Δικαιοσύνης (καθυστέρηση στην έκδοση των αποφάσεων) είναι βασικός παράγοντας της έλλειψης εμπιστοσύνης των πολιτών στον δικαστικό θεσμό.

Σε κάθε περίπτωση για την κυβέρνηση οι χειρισμοί σοβαρών υποθέσεων που βρίσκονται σε δικαστική διερεύνηση και η διαχείριση από την ίδια των υποθέσεων αυτών (Τέμπη, ΟΠΕΚΕΠΕ και άλλες) έχουν προκαλέσει σημαντικό και μετρήσιμο πολιτικό κόστος για την ίδια που καταγράφεται στις δημοσκοπήσεις, καθώς και έντονες αμφισβητήσεις στους πολίτες για το κατά πόσο η κυβερνητική πολιτική σε αυτούς τους εξαιρετικά ευαίσθητους τομείς, όπως η Δικαιοσύνη και οι θεσμοί γενικά, υπήρξε επιτυχής και πάντως σύμφωνη με τις αρχές του κράτους δικαίου.

Για τον λόγο αυτόν η κυβέρνηση φέρεται να στρέφει την προσοχή της στα θεσμικά θέματα και να επιχειρεί ανάταξη του αρνητικού κλίματος για τη διαχείριση θεμάτων Δικαιοσύνης και θεσμών, σε μια προσπάθεια να αντικρούσει τις έντονες επικρίσεις της αντιπολίτευσης, αλλά και να αποφύγει νέες παρατηρήσεις στην επόμενη έκθεση για το κράτος δικαίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Αλλωστε στην κυβέρνηση αναγνωρίζουν πως η πολιτική διαχείριση θεσμικών θεμάτων δεν ανήκει στα «δυνατά» σημεία της ασκούμενης πολιτικής, παρά τις συντονισμένες προσπάθειες που έχουν γίνει στο πεδίο της βελτίωσης της λειτουργίας και της απόδοσης της δικαιοσύνης με σειρά νομοθετικών μέτρων (νέοι Κώδικες) αλλά και την εφαρμογή του νέου Δικαστικού Χάρτη, μεταρρύθμιση που αποδίδει και έχει δεχθεί θετικές κριτικές από ευρωπαϊκής πλευράς.

Προς τούτο, οι παρατηρήσεις στην τελευταία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2025 είναι ενδεικτικές για τα ανοικτά θέματα που έχει ακόμη η κυβέρνηση σε επίπεδο λήψης μέτρων για βελτιώσεις σε θέματα αντιμετώπισης διαφθοράς, προστασίας των δημοσιογράφων από καταχρηστικές αγωγές, ενίσχυσης πτυχών του κράτους δικαίου και κυρίως στην απόδοση μέτρων για αποτελεσματικότερη και ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης.

Σοβαρές προκλήσεις

Στην εν λόγω έκθεση σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι υπήρξε πρόοδος σε πολλά θέματα, όπως η ψήφιση και εφαρμογή του νόμου που δίνει τη δυνατότητα στους ίδιους τους δικαστές να μετέχουν στην επιλογή ηγεσίας της Δικαιοσύνης, καθώς και σειρά άλλων (αναθεώρηση του νόμου για το «πόθεν έσχες», ενίσχυση ψηφιοποίησης των δικαστικών υπηρεσιών, μέτρα καταπολέμησης της διαφθοράς, νέος Δικαστικός Χάρτης και άλλα). Αλλά σημειώνεται ότι «η διάρκεια των δικαστικών διαδικασιών εξακολουθεί να εγείρει σοβαρές προκλήσεις», ενώ τα στοιχεία που παρατίθενται περιγράφουν τις υστερήσεις σε επίπεδο απονομής της δικαιοσύνης.

Ο χρόνος εκδίκασης των εμπορικών και αστικών υποθέσεων καταγράφεται στην έκθεση σε 771 ημέρες σε πρώτο βαθμό για το 2023, ενώ στα διοικητικά δικαστήρια σε πρώτο βαθμό η κατάσταση εκτιμάται ότι βελτιώθηκε με 439 ημέρες για την έκδοση μιας απόφασης, ενώ στο Συμβούλιο της Επικρατείας η εικόνα που περιγράφεται είναι πολύ χειρότερη: 1.232 ημέρες για την έκδοση μιας απόφασης το 2023.

Από τότε βέβαια έχουν υπάρξει βελτιώσεις, αλλά η εικόνα της ελληνικής Δικαιοσύνης εμφανίζεται ακόμη εξαιρετικά προβληματική σε ό,τι αφορά την έκδοση αποφάσεων, το βασικότερο δηλαδή για ένα δικαστικό σύστημα, με συνέπειες στο κράτος δικαίου και την οικονομία.