Η απόκτηση των μαχητικών F-16 από την Τουρκία μοιάζει με μια μοντέρνα «Οδύσσεια» που φτάνει προς το τέλος της. Ωστόσο, ύστερα από σχεδόν δύο χρόνια έντονων διαπραγματεύσεων, τίποτα δεν φαντάζει τυπικό ή σύνηθες στον τρόπο με τον οποίο ολοκληρώθηκε αυτή η συμφωνία. Δεν είναι μυστικό ότι η έγκριση της συγκεκριμένης πώλησης πέρασε από χίλια μύρια κύματα.

Ανεξάρτητα από το ποιος ευθύνεται για αυτή την καθυστέρηση, το βέβαιο είναι ότι η Τουρκία υποβλήθηκε σε έναν πρωτόγνωρο έλεγχο για έναν νατοϊκό σύμμαχο που θέλει να αποκτήσει αμερικανικά όπλα. Το τέλος που μπαίνει στην «Οδύσσεια» των F-16 είναι εύλογο να γεννά ελπίδες για μια θετική επανεκκίνηση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Ωστόσο, σε αυτή τη σύγχρονη εκδοχή του ομηρικού έπους δεν πρέπει να θεωρείται καθόλου βέβαιο ότι θα δούμε την παλιννόστηση του ήρωα στην «Ιθάκη» της Δύσης. Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία για τα μαχητικά κλείνει μια σημαντική τρύπα στη διμερή σχέση της Ουάσιγκτον με την Αγκυρα. Την ίδια, όμως, στιγμή ανοίγει μια νέα συζήτηση για την επόμενη μέρα, φέρνοντας στο προσκήνιο τις αλήθειες αλλά και τους μύθους που περιβάλλουν τις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

Μύθος 1

«Θα πάρουν και F-35»

Μπορεί ακόμη να μην είχε προλάβει να στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας για τα F-16, αλλά αυτό δεν εμπόδισε την υφυπουργό Εξωτερικών Βικτόρια Νούλαντ να ανοίξει τη συζήτηση για την επιστροφή της Τουρκίας στο πρόγραμμα των F-35. Στην ουσία, η κυρία Νούλαντ δεν είπε κάτι παραπάνω από τη γνωστή θέση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ που θέλει την Ουάσιγκτον να είναι ανοιχτή στο να συζητήσει το συγκεκριμένο θέμα εφόσον η Τουρκία ξεφορτωθεί το ρωσικό σύστημα των S-400.  Βεβαίως στην πολιτική σημασία δεν έχει μόνο το τι, αλλά και το πότε λέγεται κάτι.

Ετσι η συγκεκριμένη δήλωση στάθηκε η αφορμή για να δημιουργηθεί ο μύθος ότι η συμφωνία για τα F-16 ανοίγει στην Τουρκία τον δρόμο για τα F-35. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι τα δύο θέματα δεν συνδέονται με κανένα τρόπο. Οπως φάνηκε μάλιστα από τις δηλώσεις των εκπροσώπων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, δεν υπάρχει κανένας άνθρωπος στην Ουάσιγκτον που να σκέφτεται σοβαρά αυτή τη στιγμή το εν λόγω θέμα.

Από εκεί και πέρα οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να ανοίξουν την οποιαδήποτε συζήτηση για F-35 μέχρι να δουν τους S-400 να απομακρύνονται. Εάν κάποτε γίνει αυτό, τότε θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι το Κογκρέσο θα ασκήσει ακόμη ισχυρότερη εποπτεία απ’ όση στην περίπτωση των F-16. Ο λόγος είναι ότι οι διαλειτουργικές ανάγκες του ΝΑΤΟ καλύπτονται με την παρούσα συμφωνία και συνεπώς τα F-35 θεωρούνται όχι ανάγκη αλλά επιβράβευση για τους πιο αξιόπιστους και συνεπείς συμμάχους.

Μύθος 2

«Διπλωματική επιτυχία»

Οταν βρισκόμασταν ακόμη στην αρχή της διαδικασίας για τα F-16, έλληνας διπλωμάτης τόνιζε με νόημα ότι ο αφοπλισμός της Τουρκίας δεν είναι ένας διακηρυγμένος στόχος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Με άλλα λόγια, ήθελε να πει ότι όλοι γνώριζαν εκ των προτέρων ότι στο τέλος η Τουρκία θα έπαιρνε τα μαχητικά. Αυτό βεβαίως δεν εμπόδισε τους συμμάχους της Ελλάδας από να προσπαθήσουν να καθυστερήσουν την έγκριση αυτής της πώλησης. Ο χρόνος που κερδήθηκε αξιοποιήθηκε ώστε να αναδειχθεί πολιτικά το πρόβλημα των υπερπτήσεων στο Αιγαίο.

Κάπως έτσι φτάσαμε στην έγκριση του «πακέτου Μενέντεζ», το οποίο αποτελεί μια έμπρακτη παραδοχή από την πλευρά των ΗΠΑ ότι η ελληνική κυριαρχία αμφισβητείται και συνεπώς πρέπει να διασφαλιστεί.

Παρ’ όλα αυτά, ένας από τους μύθους που κυκλοφόρησε ευρέως είναι ότι η Τουρκία πέτυχε μια διπλωματική νίκη. Ωστόσο, οι περισσότεροι αναλυτές που μετρούσαν τον λογαριασμό αυτής της συμφωνίας κάνουν λόγο για μια μεγάλη ήττα του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Ενας από τους λόγους είναι ότι στο τέλος αναγκάστηκε αυτός να υποχωρήσει στο θέμα της Σουηδίας. Επίσης, κάτι που έχει υποτιμηθεί είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά ο Λευκός Οίκος εγκατέλειψε την πολιτική της αμυντικής ισορροπίας, δίνοντας ένα ξεκάθαρο προβάδισμα στην Ελλάδα μέσω των F-35. Και φυσικά το γεγονός ότι λίγο-πολύ όλοι πλέον αναγνωρίζουν την τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο.

Από εκεί και πέρα, το γεγονός ότι οι ΗΠΑ θα έχουν έναν επιπλέον μοχλό πίεσης προς την Τουρκία μέσω ενός νέου εξοπλιστικού προγράμματος δεν συνιστά απαραίτητα μια κακή εξέλιξη για την Ελλάδα. Οπως άλλωστε εξήγησε η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου στη δεξαμενή σκέψης FFD στην Ουάσιγκτον, το τελευταίο πράγμα που θα θέλαμε είναι να έχουμε δίπλα μας μια μεγάλη αντιδυτική χώρα.

Μύθος 3

«Ξεκρέμαστη η Ελλάδα»

Ο τελευταίος μύθος θέλει την Ελλάδα να μένει ξεκρέμαστη. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι οι φίλοι της χώρας μας που είναι σε θέση να γνωρίζουν το περιεχόμενο της επιστολής του υπουργού Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν εμφανίζονται να είναι ικανοποιημένοι από τα όσα γράφονται σε αυτή.

Η σοφία του γερουσιαστή Μπομπ Μενέντεζ έγκειται στο γεγονός ότι δεν ζήτησε να λάβει διαβεβαιώσεις από την Τουρκία, οι οποίες ούτως ή άλλως θα είχαν ελάχιστη αξία. Εξάλλου, δεν θα ήταν ρεαλιστικό να περιμένει κανείς ότι ο τούρκος πρόεδρος θα έδινε γραπτώς τέτοιου είδους εγγυήσεις, οι οποίες θα τον ταπείνωναν στα μάτια ενός εκλογικού ακροατηρίου που έχει έντονα εθνικιστικά χαρακτηριστικά.

Αντ’ αυτού, ο έμπειρος γερουσιαστής ζήτησε από την ίδια την αμερικανική κυβέρνηση να εγγυηθεί στο Κογκρέσο ότι τα μαχητικά F-16 δεν θα χρησιμοποιηθούν για την παραβίαση της κυριαρχίας καμίας συμμαχικής χώρας. Ο μύθος ότι η Ελλάδα μένει εκτεθειμένη μπορεί να είναι δημοφιλής, αλλά η αλήθεια ότι η επιστολή Μπλίνκεν τη θωρακίζει με έναν πρωτόγνωρο τρόπο.

Γιατί εάν κάτι πάει στραβά, οι νομοθέτες δεν θα πάνε να ζητήσουν τον λόγο από την Αγκυρα, αλλά θα απαιτήσουν από τον Λευκό Οίκο και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να τιμήσουν τα όσα γράφονται στην επιστολή που φέρει την υπογραφή του επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας.