Η ένταση του 2020 έφερε Ελλάδα και Τουρκία στα πρόθυρα «θερμού επεισοδίου». Και μετά τη δεκαετή οικονομική κρίση έγινε η αφορμή για να έρθει στο προσκήνιο με εμφατικό τρόπο το ζήτημα των εξοπλιστικών. Με στόχο αρχικά την ισορροπία και στη συνέχεια την αναζήτηση του «στρατηγικού πλεονεκτήματος», το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας επιχείρησε – όπως σημειώνουν στρατιωτικές πηγές – να καλύψει ρεαλιστικές «ανάγκες», ενώ χαρακτηρίστηκε φιλόδοξο και ίσως αρκετά δαπανηρό.

Υπεροπλία στους αιθέρες

Ο στόχος της Αθήνας για ισορροπία θεωρείται ότι έχει καλυφθεί και πλέον σε ορισμένους τομείς βαδίζει ήδη προς σχετική υπεροπλία. Φέρνοντας ως παράδειγμα την Πολεμική Αεροπορία και την απόκτηση των Rafale της Πολεμικής Αεροπορίας. Τα εν λόγω αεροσκάφη έχουν χαρακτηριστεί από στρατιωτικούς ως «όπλα με νοημοσύνη». Ανήκουν στα μαχητικά 4,5 γενιάς, διαθέτουν εξελιγμένα ραντάρ, ενώ φέρουν και πυραύλους Meteor με εμβέλεια περί τα 200 χλμ. Τα ελληνικά Rafale μέχρι το τέλος Ιανουαρίου θα έχουν φτάσει τα 12, το καλοκαίρι τα 18 και μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένεται να έχει ολοκληρωθεί η παραλαβή των συνολικά 24 αεροσκαφών που έχουν παραγγελθεί. Στην εξίσωση προστίθενται και τα F-35, με την Ελλάδα να έχει ήδη στείλει την επιστολή ενδιαφέροντος και την αμερικανική WSJ να αναφέρεται στην πρόθεση της διοίκησης Μπάιντεν να εγκρίνει το αίτημα. Τα F-35 είναι αεροσκάφη πέμπτης γενιάς, με χαρακτηριστικά stealth (δεν ανιχνεύονται από τα ραντάρ). Ενώ παράλληλα προχωρεί ο εκσυγχρονισμός των F-16 σε Viper. Τρεις κινήσεις που σύμφωνα και με τούρκους στρατιωτικούς αλλάζουν τις ισορροπίες στον αέρα υπέρ της Ελλάδας.

Στο κενό το παζάρι του Τσαβούσογλου

Στο πλαίσιο αυτό, η Τουρκία απαιτεί με έμφαση την ικανοποίηση του αιτήματός της για τα νέα F-16 από τις ΗΠΑ και τον εκσυγχρονισμό των παλιών, αφού η απόρριψή της από το πρόγραμμα των F-35 λόγω των κυρώσεων που επιβλήθηκαν για τους S-400 την έχουν φέρει σε δύσκολη θέση. Το θέμα έβαλε μετ’ επιτάσεως και ο τούρκος ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου στη συνάντησή του με τον αμερικανό ομόλογό του, Αντονι Μπλίνκεν, στην Ουάσιγκτον, χωρίς να εξασφαλίσει ωστόσο σαφή απάντηση.

Με δεδομένο ότι η σχέση ΗΠΑ – Τουρκίας γίνεται όλο και πιο δύσκολη, η Ουάσιγκτον δείχνει να χρησιμοποιεί τα F-16 ως όπλο στο διπλωματικό παζάρι που έχει ξεκινήσει η Αγκυρα εργαλειοποιώντας την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ παίζουν το παιχνίδι, με τον Μπάιντεν να δηλώνει πρόθυμος μεν να δώσει F-16, αλλά το Κογκρέσο να του «δένει» τα χέρια και να βάζει όρους, με τον Τσαβούσογλου να εκρήγνυται εναντίον Μενέντεζ και Αθήνας.

Το Ναυτικό και το θέμα των drones

Αποφασιστικής σημασίας για την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων θεωρείται και η παραγγελία των τριών γαλλικών φρεγατών Bellh@ra. Αγορά που σφραγίστηκε πολιτικά και με την ελληνογαλλική συμφωνία με ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, στην οποία η Αθήνα έδωσε ιδιαίτερη έμφαση θέλοντας να υπογραμμίσει τη σύνδεση των εξοπλιστικών με τη διπλωματία. Στην ίδια γραμμή άλλωστε κινείται το υπουργείο Εθνικής Αμυνας και για τα επόμενα συμβόλαια που είναι σε αναμονή να υπογραφούν πριν από τις εκλογές και αφορούν την απόκτηση τριών κορβετών για το Πολεμικό Ναυτικό, ενώ σε διαδικασία αναβάθμισης μπαίνουν και οι φρεγάτες τύπου ΜΕΚΟ.

Σε αναμονή για υπογραφή, μεταξύ άλλων προγραμμάτων που εξετάζει η Αθήνα, και τα πυραυλικά συστήματα από το Ισραήλ Spike NLOS, τα οποία αφορούν τον Στρατό, την Αεροπορία στρατού και το Πολεμικό Ναυτικό.

Στις σημαντικές αδυναμίες της Ελλάδας καταγράφεται το γεγονός ότι έχει μείνει πίσω σε συστήματα drones και αντι-drones, όπως και στον ηλεκτρονικό πόλεμο.

Τουρκικά… νεύρα για τις βάσεις των ΗΠΑ

Για την Αγκυρα οι ισορροπίες «διαταράσσονται» σε συνδυασμό και με τους σχεδιασμούς που προχωρούν οι ΗΠΑ επί ελληνικού εδάφους στις βάσεις που τους έχουν παραχωρηθεί διευκολύνσεις. Αλεξανδρούπολη, Σούδα έχουν ήδη μπει στο στόχαστρο της Τουρκίας, η οποία παρακολουθεί και τις εξελίξεις στη Λάρισα, με την 110 Πτέρυγα Μάχης να εξελίσσεται σε μία βάση αντίστοιχης των δύο προηγούμενων για τις δυνάμεις της αμερικανικής αεροπορίας στην περιοχή.

Με γραμμή Ερντογάν επιχειρείται να δοθεί έμφαση στην αμυντική βιομηχανία της Τουρκίας και τα επιτεύγματά της, με τον τουρκικό πύραυλο «Tayfun» να εξελίσσεται στην αιχμή του δόρατος της πολεμικής προεκλογικής ρητορικής εναντίον της Ελλάδας. Ενώ σημαντική είναι και η εμπειρία μάχης.

Οι αριθμοί δεν λένε πάντα αλήθεια

Αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και αν οι αγορές της Αθήνας δείχνουν να φέρνουν «ισορροπία» στους αριθμούς, στρατιωτικοί εξακολουθούν να προειδοποιούν ότι η ισορροπία δυνάμεων δεν σημαίνει και ισορροπία ισχύος, το χτίσιμο της οποίας όπως υπογραμμίζουν δεν ταυτίζεται απαραίτητα με την «αγορά δύναμης» μέσω εξοπλιστικών αλλά απαιτεί μία συστηματική, επίπονη και πολυεπίπεδη προσπάθεια που σχετίζεται με το σύνολο των δυνατοτήτων του κράτους. Σημειώνοντας μάλιστα ότι ενίοτε η απλή αντιπαράθεση αριθμών οδηγεί σε εσφαλμένες εκτιμήσεις.

Τον ενόχλησε o «Economist»

Αίσθηση ευρέως προκάλεσε το εξώφυλλο του τελευταίου τεύχους του «Economist», με το οποίο το διεθνούς εμβέλειας περιοδικό επισημαίνει τον κίνδυνο διολίσθησης της Τουρκίας σε δικτατορία. Ο αντίκτυπος ήταν ισχυρός και στη γειτονική χώρα, απ’ όπου ο «νταής», κατά τον «Economist», Ταγίπ Ερντογάν εξαπέλυσε μύδρους κατά του περιοδικού