Το νέο εργασιακό νομοσχέδιο της κυβέρνησης δεν αποτελεί μια ουδέτερη, τεχνική διευθέτηση του χρόνου εργασίας, αλλά μια πολιτική επιλογή που δεν εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον και τις ανάγκες των εργαζομένων.

Προωθεί τις απαιτήσεις της εργοδοτικής ευελιξίας, τη διαρκή εντατικοποίηση και την εξουθένωση των εργαζομένων.

Στη ρητορική της κυβέρνησης είναι μια παρέμβαση «ευκαιρία» για τους εργαζόμενους να αυξήνομσουν το εισόδημά τους. Στην πραγματικότητα η 13ωρη ημερήσια εργασία αποτελεί μια ιδεολογική κατασκευή που συγχέει την έννοια της εργασιακής αξιοπρέπειας με την υπερεκμετάλλευση.

Με το «περισσότερη εργασία για περισσότερα χρήματα» η κυβέρνηση μετακυλίει, μαζί με τους εργοδότες, το βάρος της ακρίβειας και των χαμηλών μισθών στην πλάτη των εργαζομένων. Η πρόσκαιρη οικονομική ανακούφιση είναι η άλλη όψη της μεσομακροπρόθεσμης φθοράς της υγείας και της οικογενειακής ζωής των εργαζομένων.

Η 13ωρη εργασία, πέρα από το 8ωρο, την υπερεργασία και τις υπερωρίες, υπονομεύει τις ελάχιστες εγγυήσεις προστασίας της εργασίας που προβλέπει η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η 11ωρη ανάπαυση καταστρατηγείται, όταν δεν συνυπολογίζονται οι χρόνοι μετακίνησης, τα διαλείμματα και η προετοιμασία. Ετσι, η πραγματική ξεκούραση συρρικνώνεται, με αποτέλεσμα την εξουθένωση, την αύξηση εργατικών ατυχημάτων και την εκτίναξη του άγχους. Εμπειρικά ευρήματα επιβεβαιώνουν ότι η υπερεργασία δεν βελτιώνει την παραγωγικότητα, αλλά αντίθετα τη μειώνει, αφού οι εργαζόμενοι, αντί να γίνονται πιο αποδοτικοί, εξαντλούνται σωματικά και ψυχικά.

Οι κοινωνικές και δημογραφικές επιπτώσεις είναι εξίσου σοβαρές. Η πλειοψηφία των εργαζομένων αναγνωρίζει ότι τα εξαντλητικά ωράρια αποτελούν εμπόδιο για τη δημιουργία ή τη διεύρυνση οικογένειας.

Το 13ωρο υπονομεύει την προοπτική οικογενειακής ζωής των νέων ανθρώπων, εντείνει τις έμφυλες ανισότητες και βαθαίνει το ήδη οξύ δημογραφικό πρόβλημα της χώρας. Οταν οι εργαζόμενοι στερούνται χρόνου για την οικογένεια, την προσωπική τους ισορροπία και την κοινωνική συμμετοχή, η ίδια η κοινωνία χάνει τη δυνατότητα να ευημερήσει.

Το ζητούμενο στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας δεν βρίσκεται στην αύξηση του χρόνου εργασίας, αλλά στη μείωσή του. Το αίτημα για εβδομαδιαίο χρόνο εργασίας 37,5 ωρών χωρίς μείωση αποδοχών δεν είναι ούτε μαξιμαλιστικό ούτε ένα ακόμη συνδικαλιστικό σύνθημα, αλλά ώριμη κοινωνική ανάγκη. Σημαίνει καλύτερη υγεία, πραγματική ξεκούραση, ισορροπία προσωπικής και επαγγελματικής ζωής, αλλά και περισσότερη αποδοτικότητα. Διεθνείς εμπειρίες επιβεβαιώνουν ότι η πραγματική ενίσχυση της παραγωγικότητας και της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων έρχεται μέσα από την ποιότητα εργασίας και όχι από την εξάντληση.

Η Γενική Συνομοσπονδία απορρίπτει τις «κατά παραγγελία» διευθετήσεις χρόνου εργασίας και προτείνει ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο που θα θέτει όρια στον χρόνο εργασίας που εγγυώνται την υγεία και ευημερία των εργαζομένων, το δικαίωμα στην ανάπαυση και στην προσωπική ανάπτυξη, την ασφάλεια στην εργασία, αξιοπρεπείς αμοιβές με την πλήρη αποκατάσταση του Συλλογικού Εργατικού Δικαίου (ΣΣΕ καθολικές με επεκτασιμότητα, μετενέργεια, συρροή κ.λπ.). Το «όχι» στο 13ωρο είναι «ναι» στη ζωή, στην αξιοπρέπεια και στο μέλλον. Ο χρόνος εργασίας δεν είναι εμπόρευμα, είναι η ίδια μας η ζωή, και καμία κυβέρνηση, κανένας εργοδότης δεν έχει δικαίωμα να την υπονομεύει.

Ο κ. Γιάννης Παναγόπουλος είναι πρόεδρος της ΓΣΕΕ