Το 2023 ήταν μια πρωτόγνωρη χρονιά για τα κλιματικά δεδομένα. Ηταν η πρώτη χρονιά, από τον προπερασμένο αιώνα που διαθέτουμε λεπτομερείς καταγραφές, που η μέση θερμοκρασία της Γης ακούμπησε το όριο της αύξησης 1,5oC από την προβιομηχανική περίοδο (1850-1900), όριο που έχει θέσει η Συμφωνία των Παρισίων. Η υπέρβαση θερμοκρασίας συνεχίζεται όμως και στο 2024, με την πρόσφατη μηνιαία έκθεση της Κλιματικής Υπηρεσίας του Copernicus να αναδεικνύει ότι o Φεβρουάριος ήταν παγκόσμια ο πιο θερμός καταγεγραμμένος Φεβρουάριος και κατά 1,77oC θερμότερος από την εκτίμηση της προβιομηχανικής μέσης θερμοκρασίας του ιδίου μήνα.

Οι προβλέψεις αύξησης της θερμοκρασίας για το 2023, επί τη βάσει των δεδομένων των τελευταίων 20 ετών και σύμφωνα με τα προγνωστικά μοντέλα μεγάλων επιστημονικών κέντρων του πλανήτη, ήταν σημαντικά χαμηλότερη του +1,48oC που παρατηρήθηκε σε σχέση με τον προβιομηχανικό μέσο όρο. Γεγονός που απαιτεί να κατανοήσουμε τις αιτίες, ώστε πιθανώς να αναθεωρήσουμε προγνωστικά μοντέλα αλλά και πολιτικές μετριασμού για να παραμείνουμε σε ανεκτά όρια υπερθέρμανσης.

Μήπως όμως αυτή η επιπλέον αύξηση είναι αποτέλεσμα κάποιων ιδιαίτερων συγκυριακών συνθηκών του 2023 που δεν είχαν ληφθεί υπ’ όψιν στα προγνωστικά; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική. Ας δούμε πιο συγκεκριμένα κάποια ιδιαίτερα φυσικά φαινόμενα που πιθανώς να συνέτειναν στην αύξηση της μέσης θερμοκρασία της ατμόσφαιρας:

  1. Τον Ιούλιο του 2023 ξεκίνησε σύμφωνα με τον Διεθνή Μετεωρολογικό Οργανισμό (WMΟ) το φαινόμενο El Nino, έντονης θέρμανσης των επιφανειακών και υποεπιφανειακών υδάτων στον ανατολικό και κεντρικό Ειρηνικό Ωκεανό που εμφανίζεται κάθε 2 με 7 χρόνια, διαρκεί περίπου έναν χρόνο και μπορεί να θερμάνει έως και 0,2oC μεσοσταθμικά την ατμόσφαιρα. Το φαινόμενο εμφανίστηκε το 2023 μετά από 3 συνεχή έτη παρουσίας της La Nina, αδελφού φαινομένου που ψυχραίνει τις θάλασσες και την ατμόσφαιρα. Ομως η επίδραση του El Nino στην ατμοσφαιρική θερμοκρασία εμφανίζεται μετά από μήνες, πιο κοντά στην περίοδο αποδρομής του φαινομένου παρά στην αρχική του φάση. Αρα ενώ θεωρείται βέβαιο ότι θα συνεισφέρει στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας, πιθανώς εντός του 2024, είναι απίθανο να είναι η κύρια αιτία της θερμοκρασιακής υπέρβασης του 2023.
  2. Από την άλλη βρισκόμαστε σε περίοδο κορύφωσης του 11ετούς κύκλου του Hλίου, του 25ου από το 1750, με την αναμενόμενη αύξηση των ηλιακών κηλίδων, των ηλιακών εκλάμψεων και της ροής ακτινοβολίας προς τη Γη. Ομως ο κύκλος αυτός παρόλο που είναι πιο έντονος από ό,τι αναμένονταν από τα προγνωστικά μοντέλα, είναι σαφώς πιο ασθενής σε σχέση με τους τελευταίους τουλάχιστον 8 κύκλους (δηλαδή από το 1940 και μετά), με πιθανή εξαίρεση τον προηγούμενο 24ο κύκλο. Επομένως δεν μπορεί να αναζητηθεί εκεί η αιτία της ιδιαίτερης αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη το 2023.
  3. Ως αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη το 2023, καταγράφηκε ένας μεγάλος αριθμός ακραίων φυσικών καταστροφών σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων καυσώνων, πυρκαγιών, κυκλώνων και πλημμυρών. Μήπως λοιπόν οι  υπερβολικά υψηλές θερμοκρασίες που παρατηρήθηκαν το 2023 εξηγούνται ως ανάδραση των μεγάλων πυρκαγιών και της συνεπακόλουθης αύξησης των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα το 2023; Οχι, επειδή ο χρόνος που χρειάζεται για να επηρεαστεί η μέση θερμοκρασία του πλανήτη από νέες εκπομπές CO2 είναι τουλάχιστον μια 10ετία.
  4. Τέλος, μήπως η πρωτόγνωρη μείωση της έκτασης των πάγων της Ανταρκτικής το 2023, και η συνεπακόλουθη μείωση κατά τι της ανακλαστικής ικανότητας της ηλιακής ακτινοβολίας, να επέδρασε σημαντικά στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας; Είναι γεγονός ότι από τον Μάιο μέχρι και τον Οκτώβριο του 2023, η έκταση των πάγων της Ανταρκτικής ήταν σημαντικά μικρότερη – κατά 10% με 15% – από ό,τι τα τελευταία 45 χρόνια τουλάχιστον, στην αντίστοιχη εποχή του χρόνου. Ομως, σύμφωνα με τα δεδομένα ERA5 του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μεσοπρόθεσμων Μετεωρολογικών Προγνώσεων (ECMWF) ακόμα και η επιφανειακή θερμοκρασία της ίδιας της Ανταρκτικής – τους αντίστοιχους μήνες – δεν είχε μια αντίστοιχη «πρωτόγνωρη» αύξηση σε σχέση με αυτή άλλων ετών, και επομένως δεν φαίνεται πιθανή ούτε αυτή η εξήγηση.

Τα παραπάνω σημαίνουν ότι δεν έχουμε μια ξεκάθαρη εξήγηση της μη-αναμενόμενης αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κατά το 2023. Μήπως λοιπόν αυτή η αύξηση – και η προβλεπόμενη περαιτέρω αύξηση το 2024, λόγω και του El Nino – δεν είναι απλώς μια στατιστική διακύμανση αλλά σηματοδοτεί τη μόνιμη υπέρβαση του ορίου των 1,5oC, που θα έπρεπε να είναι ο στόχος για το τέλος του αιώνα; Αλλά ακόμα και αν αυτή η απαισιόδοξη εκδοχή δεν επαληθευθεί,  τα δεδομένα δείχνουν ότι βαδίζουμε για την υπέρβαση του ορίου αυτού σε μια δεκαετία περίπου, 65 περίπου χρόνια πριν το τέλος του αιώνα, με ανυπολόγιστα αποτελέσματα για τη βιόσφαιρα.

Κατά τα άλλα πανηγυρίζουμε ως κατάκτηση το ότι στο τελικό κείμενο του COP28 αναφέρθηκαν για πρώτη φορά οι λέξεις «ορυκτά καύσιμα», όταν και η έκθεση State of Climate Action 2023 (που παρέχει έναν μελετημένο οδικό χάρτη στόχων και δεικτών επίτευξης τους μέχρι το 2030 και 2050, ώστε να παραμείνουμε εντός του ορίου των +1,5oC που έχει ορίσει η Συμφωνία των Παρισίων) αναφέρει ότι από τους 42 δείκτες προόδου που αξιολογήθηκαν, μόνο ένας (οι πωλήσεις ηλεκτρικών αυτοκινήτων) είναι σε ξεκάθαρη πορεία επίτευξης του απαιτούμενου στόχου για το 2030.

Εν κατακλείδι, βρισκόμαστε παρασάγγες μακριά από ό,τι απαιτείται για να σταματήσουμε την πιθανή κλιματική κατάρρευση, και οι ηγέτες του πλανήτη ασχολούνται με business as usual και με το να χρησιμοποιούν πολέμους, όπως αυτόν στην Ουκρανία, και γενοκτονίες όπως αυτή στη Γάζα ως μέσο προώθησης των γεωπολιτικών τους συμφερόντων, φυσικά με λίγο αλατοπίπερο πράσινης επιχειρηματικότητας και υποκριτικού ενδιαφέροντος για το μέλλον του πλανήτη…

Ο κ. Μανώλης Πλειώνης είναι καθηγητής Τμήματος Φυσικής ΑΠΘ, διευθυντής & πρόεδρος ΔΣ ΕΑΑ, συντονιστής Εθνικού Δικτύου CLIMPACT.