Δεν κάθισα να μελετήσω στις λεπτομέρειές του το αριστούργημα που στήθηκε στο Πεδίο του Αρεως ως μνημείο των μικρομεσαίων, γιατί το θέαμα είναι οδυνηρό και σου προκαλεί ένα σύνθετο αίσθημα ντροπής. Ντροπή για εκείνους που είχαν την ιδέα και διέθεσαν τους πόρους, για τους άλλους που έβαλαν το γούστο και την αισθητική, ακόμη και για σένα τον ίδιο, σε τελευταία ανάλυση, επειδή ζεις στην ίδια πόλη με αυτούς και δεν μπορείς να κάνεις τίποτα.
Δεν υπάρχει όμως και ο λόγος να μελετήσεις το έργο, γιατί με μια ματιά έχεις καταλάβει αμέσως περί τίνος πρόκειται. Δείγμα μεταμοντέρνου σοσιαλιστικού ρεαλισμού, αλλά και με διακριτικές αναφορές στην κλασική παράδοση. Αν, λ.χ., ξεχειλώσουμε λιγάκι τη φαντασία μας, μπορούμε να το δούμε και ως συνομιλία με την «Εκσταση της Αγίας Θηρεσίας», τη γλυπτική και αρχιτεκτονική σύνθεση του Μπερνίνι. Στη θέση των χρυσών ακτίνων φωτός, που κατεβαίνουν από την οροφή της εσοχής και λούζουν τον άγγελο και τη Θηρεσία, στον «Προμηθέα των μικρομεσαίων» ο καλλιτέχνης έχει προσθέσει στην πλάτη του ήρωα μια επιφάνεια που θυμίζει φτερά εντόμου εν κινήσει, πάνω στην οποία έχουν σκαλιστεί οι επαγγελματικές δράσεις των μικρομεσαίων: εστίαση, καφεμπάρ (σ.σ.: μία λέξη), κυλικεία, μεσίτες, λιανεμπόριο, περίπτερα, διατροφολόγοι κ.λπ. Κάποιοι ίσως βλέπουν μια σχέση του έργου με τη «Νίκη της Σαμοθράκης», λόγω των φτερών στην πλάτη. Δεν θα απέκλεια κιόλας κάποιοι τρίτοι να αναγνωρίζουν στο έργο το πνεύμα της «συμπεριληπτικότητας», με την έννοια ότι μας δείχνει έναν μουσάτο με φτερά στην πλάτη σαν νεράιδα.
Οσοι ζητούν ρεαλισμό στην απόδοση του μυθολογικού ήρωα θα απογοητευτούν. Θα παρατηρήσουν, λ.χ., ότι ο Προμηθέας κρατάει έναν πυρσό, η κατασκευή του οποίου προϋποθέτει πολύ ψηλό επίπεδο μεταλλουργίας· και η μεταλλουργία, ως γνωστόν, δεν μπορούσε να υπάρξει χωρίς τη χρήση φωτιάς, η οποία, κατά τον μύθο, δεν υπήρχε προτού τη δωρίσει στους ανθρώπους ο Προμηθέας. Ούτε όμως υπήρχαν και καφεμπάρ στον καιρό του Προμηθέα, τουλάχιστον με τη μορφή που τα ξέρουμε και, οπωσδήποτε, δεν σέρβιραν εσπρέσο και φρεντοτσίνο, ούτε καν τον παραδοσιακό φραπέ.
Μαζί με το αίσθημα ντροπής, το έργο προκαλεί στον θεατή και δέος, όταν σκέφτεται τη μακρά διαδικασία που έχει προηγηθεί για να καταλήξει σε αυτό το αποτέλεσμα. Κατ’ αρχάς, η έννοια του μικρομεσαίου είναι από μόνη της γελοία. Προσέξτε, λ.χ., πως έχει περάσει στη γλώσσα της καθημερινότητας ως κάτι παρεμφερές με το «μισοκακόμοιρος». Επειτα, γελοιότητα είναι και η σύλληψη της ιδέας ότι οι μικρομεσαίοι χρειάζονται το μνημείο τους – γιατί, προφανώς, χωρίς μνημείο δεν μπορούν. Το ίδιο είναι και η σύνδεση της ιδέας (μνημείο μικρομεσαίων) με τη μορφή του Προμηθέα, όπως άλλωστε και η εκτέλεση της ιδέας στη μορφή ενός οιονεί φτερωτού Προμηθέα, συμβόλου και των ζυθεστιατορίων-μεζεδοπωλείων της επικράτειας, αν και αυτά δεν αναγράφονται στα φτερά του αγάλματος, όπως δεν αναγράφονται (κακώς, κάκιστα!) ούτε τα τσιπουράδικα.
Αυτό όμως, δηλαδή ότι ο χώρος στα φτερά του Προμηθέα ήταν περιορισμένος και δεν γινόταν να χωρέσουν όλα τα επαγγέλματα, πρέπει να ήταν και ο λόγος της μυστικότητας που περιέβαλε την ύπαρξή τους. Το λέω, επειδή λίγοι γνώριζαν την ύπαρξη των φτερών και, πάντως, στις φωτογραφίες του έργου που έδειξαν στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τα φτερά δεν υπήρχαν. Η μυστικότητα είναι εύλογη, γιατί αν τα επαγγέλματα που θα περιλαμβάνονταν γίνονταν αντικείμενο διαβούλευσης, το έργο δεν θα πραγματοποιείτο ποτέ. Η διαμάχη θα ήταν σκληρή και πικρή, διότι, εκτός από το θέμα της επιλογής, εξίσου κρίσιμο θα ήταν και το ζήτημα της θέσης. Οι σχετικές αποφάσεις, επομένως, πρέπει να ελήφθησαν σε στενό κύκλο.
Και τώρα τι κάνουμε; Τίποτα! Η συζήτηση για την αισθητική της δημόσιας γλυπτικής στην πρωτεύουσα είναι κουραστική και αλυσιτελής. Είναι υποσύνολο του γενικότερου προβλήματος για την αντίληψη που έχουμε περί δημοσίου χώρου στην Ελλάδα. Οσο κυριαρχεί η αντίληψη ότι ο δημόσιος δεν ανήκει σε κανέναν και, συνεπώς, δεν χρήζει σεβασμού ή φροντίδας, περιττεύει να κουβεντιάζουμε για το γούστο και την αισθητική των γλυπτών με τα οποία κοσμείται. Η κλάψα αυτού του τύπου δεν θα μας γλιτώσει από τον φτερωτό Προμηθέα των μικρομεσαίων. Απλώς, όπως και με τόσα άλλα οικτρά θεάματα σε αυτή την πόλη, θα μάθουμε να μην τον βλέπουμε…
A MODEST PROPOSAL
Δανείζομαι σκοπίμως τον τίτλο του περίφημου δοκιμίου του Τζόναθαν Σουίφτ, επειδή φοβάμαι ότι η πρότασή μου ίσως προκαλέσει αντιδράσεις. Παίρνοντας θάρρος, λοιπόν, από τις πρόσφατες δηλώσεις της εκπροσώπου Τύπου του υπουργείου Εξωτερικών, ότι «αναμένονται επιπλέον πρωτοβουλίες» από ελληνικής πλευράς, με σκοπό να συμβάλουμε «στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της Γάζας», διερωτώμαι το εξής: Γιατί να μην τους στείλουμε τον φτερωτό Προμηθέα των μικρομεσαίων στη Γάζα, ως ελάχιστη συμβολή μας στην ανοικοδόμηση; Η τέχνη συμβάλλει στη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Αν μάλιστα τους αρέσει, τους στέλνουμε μετά και το μνημείο των νεκρών της ΕΡΤ! Μάλιστα, με μια μικρή παρέμβαση του δημιουργού, ο εικονιζόμενος συνδικαλιστής στο γλυπτό μπορεί να μετατραπεί στον Σινουάρ…





