Περίπου 25 χλμ. από τη Χώρα της Νάξου βρίσκεται το πιο γραφικό χωριό του νησιού, η Απείρανθος. Οπως λένε και οι ντόπιοι της Νάξου, Απεράθου. Εχει μεγάλη ιστορία το χωριό και σύμφωνα με τους ντόπιους το όνομα προήλθε από κάποιον που ονομαζόταν Απέραθος. Αν και το χωριό είναι μεγάλο, φαίνεται πως οι ντόπιοι δεν το προτιμούν ως μόνιμη κατοικία.
Το χωριό, σύμφωνα με τα λεγόμενα των Απεραθιτών, ερημώθηκε λόγω της ανάγκης των κατοίκων του για μόρφωση. Οι οικογένειες ήθελαν ένα καλύτερο μέλλον από αυτό που είχαν οι ίδιοι για τα παιδιά τους, οπότε αναγκάζονταν να εγκαταλείψουν το χωριό για να σπουδάσουν.
Ετσι, δεν θα ήταν υπερβολή να πεις ότι περισσότερους Απεραθίτες πλέον συναντάς οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα παρά στο ίδιο το χωριό. Σίγουρα πάντως, σήμερα η ζωή στην Απείρανθο είναι πολύ καλύτερη από παλιά.
Η Απείρανθος ξεχωρίζει για το γλωσσικό της ιδίωμα.
Πολλοί υποστηρίζουν πως η καταγωγή των κατοίκων του χωριού είναι από την Κρήτη. Αφού ρωτήσαμε τους ίδιους τους Απεραθίτες, καταλήξαμε πως αυτό είναι περισσότερο ένας θρύλος πάρα μια αλήθεια.
Σύμφωνα με τα λεγόμενά τους, το 1413, ένας περιηγητής, ο Μπουολντεμόντι, αναφέρει την Απείρανθο. Οι περισσότεροι ιδιωματισμοί, πάντως, είναι από την ανατολική Κρήτη και όχι από τη δυτική, ενώ αρκετοί προέρχονται από τα αρχαία ελληνικά. Οι Απεραθίτες είναι άνθρωποι με μεράκι, έφεση στα γράμματα και αγάπη για το χωριό τους.
Φημίζεται για το παραδοσιακό έθιμο των Κουδουνάτων, ένα αποκριάτικο έθιμο το οποίο σχετίζεται με την άνοιξη και το ξόρκισμα του κακού, ενώ το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του εθίμου είναι η περίφημη φορεσιά των Κουδουνάτων. Ενα ακόμη έθιμο αναβιώνει κάθε χρόνο την ημέρα του Ευαγγελισμού, όταν τα παιδιά της ΣΤ’ Δημοτικού επισκέπτονται τον Ναό της Παναγίας Ευαγγελίστρας. Παίρνουν την εικόνα και το στεφάνι και τα φέρνουν στην κεντρική εκκλησία, όπου και παραμένουν μέχρι και την Κυριακή των Βαΐων. Στην Απείρανθο ξεκίνησαν και τα κοτσάκια.
Τα κοτσάκια βρέθηκαν για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη, σε βιβλιοθήκες του Φαναρίου, όπου τα πήγαν οι ίδιοι οι Απεραθίτες κατά την Τουρκοκρατία.
Ουσιαστικά, τα κοτσάκια ήταν δίστιχα στιχάκια με ομοιοκαταληξία. Ιαμβικός δεκαπεντασύλλαβος ο στίχος, μπορούσε δηλαδή να είναι είτε και οι δύο οξύτονοι είτε ο πρώτος οξύτονος και ο δεύτερος παροξύτονος ή και το ανάποδο. Θα μπορούσε να είναι και οι δύο συλλαβές προπαροξύτονες.
Σήμερα, αν μπλέξεις και σε παρέα που αγαπάνε τα βιολιά πάνω στο κέφι θα βρεις πολλά κοτσακια να τραγουδήσεις! Απεραθίτες που ασχολούνται και έχουν όρεξη και μεράκι να διασκεδάζουν τον κόσμο βγάζουν κοτσάκια για όλες τις περιστάσεις και για όλη τη Νάξο.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στο ένθετο «Το Βήμα της Νάξου» του ΓΕΛ Νάξου – «Μανώλης Γλέζος» που κυκλοφόρησε με «Το Βήμα της Κυριακής» στις 27 Απριλίου 2025.