Ο Αποστόλης Αρτινός ασχολείται με τη γλώσσα. Είναι συγγραφέας, επιμελητής κειμένων, αλλά και εκθέσεων σύγχρονης τέχνης. Γεννήθηκε στην Αμφισσα το 1966, σπούδασε δημοσιογραφία και επικοινωνία και από το τέλος των σπουδών του και μετά κυρίως… γράφει.

Εχετε δημοσιεύσει επτά βιβλία και παράλληλα έχετε μια πολύ ενεργή παρουσία ως επιμελητής εκθέσεων σύγχρονης τέχνης. Πώς συνδέονται αυτοί οι δύο τομείς της δημιουργικής σας έκφρασης;

«Εχω την εντύπωση ότι και στα δύο κάνω το ίδιο πράγμα: γράφω. Το συγγραφικό μου έργο εξελίσσεται σε ένα μεταιχμιακό πεδίο μεταξύ λογοτεχνίας και θεωρίας. Τα λογοτεχνικά μου κείμενα έχουν μια διάσταση στοχαστική και τα θεωρητικά μου μια διάθεση ποιητική. Τα επιμελητικά μου έτσι κείμενα είναι συνέχεια αυτής της συγκίνησης που δεν διακόπτεται, αλλά εκδηλώνεται με διαφορετικές αφορμές».

Ποιο βιβλίο σας ξεχωρίζετε;

«Είναι δύσκολο να ξεχωρίσω κάποιο βιβλίο μου γιατί όλα πραγματεύονται συγκινήσεις που με χαρακτηρίζουν. Ανταποκρινόμενος όμως στην ερώτησή σας θα ξεχώριζα “Τα γράμματα της Ντόρας” και “Το συμβάν Λακάν”. Το πρώτο γιατί έχει όλη τη ζέση και την αλήθεια του ντοκουμέντου και το δεύτερο γιατί η λακανική ψυχανάλυση μου άνοιξε ένα ευρύ και ριζοσπαστικό εννοιολογικό πεδίο και φώτισε δικές μου αναζητήσεις».

Πώς προσεγγίζετε τη σύλληψη και την επιμέλεια μιας έκθεσης και ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις;

«Με ενδιαφέρουν κάποιες θεματικές που μέσα στον χρόνο επανέρχονται. Ζητήματα που με απασχολούν και καλώ καλλιτέχνες να τα διαπραγματευτούμε μαζί. Βάζω και τον εαυτό μου μέσα γιατί όταν γράφω για μια έκθεση έχω την εντύπωση ότι καταθέτω το δικό μου έργο σε αυτή. Πολλές φορές αυτά τα θέματα βγαίνουν κι από τα βιβλία μου. Οι καλλιτέχνες φωτίζουν πτυχές του θέματος απρόσιτες και έτσι αναπτύσσουν τη σκέψη μου. Είναι ένας γόνιμος διάλογος, κι αν δεν ήταν έτσι δεν θα με ενδιέφερε να ασχοληθώ, θα ήταν ένα χάσιμο χρόνου από το συγγραφικό μου έργο, αλλά είναι, εν τέλει, ένας ξανακερδισμένος χρόνος, μια συγγραφική δυνατότητα».

Πώς αποφασίσατε να ιδρύσετε την πλατφόρμα σύγχρονης τέχνης The Symptom Projects στην Αμφισσα;

«Το The Symptom Projects ξεκίνησε από μια ρομαντική φιλοπατρία. Θεωρούσα την Αμφισσα έναν ωραίο τόπο για να συναντιέσαι και να κάνεις ησύχως, το τονίζω αυτό, πράγματα με άλλους. Στην Αθήνα συμβαίνουν καθημερινά πολλά γεγονότα και πολλά άξιου λόγου χάνονται μέσα σε αυτόν τον πληθωρισμό».

Ετυχε τελικά το εγχείρημα αποδοχής;

«Η σκέψη ήταν να φέρουμε στην περιφέρεια κεντρικά γεγονότα. Εκθέσεις που θα τις έβλεπες σε ένα μεγάλο μουσείο. Δείξαμε έργα που τώρα είναι στη συλλογή του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, μια βιντεοεγκατάστασή μας στο υπόγειο του παλαιού νοσοκομείου παρουσιάστηκε την ίδια περίοδο στο Palais de Tokyo, του Παρισιού. Ενα έργο, μιας καλλιτέχνιδος από τη Σερβία, ήρθε από την Μπιενάλε της Βενετίας.

Η Αντουανέτα Αγγελίδη, αυτή η θρυλική σκηνοθέτις του πειραματικού κινηματογράφου, έκανε ένα έργο αποκλειστικά για την Αμφισσα. Ολα αυτά ήταν για μας μοναδικές συγκινήσεις. Και πάλι όλο αυτό δεν έτυχε μιας ευρείας αποδοχής. Η σύγχρονη τέχνη είναι, ούτως ή άλλως, μια δύσκολη γλώσσα, σχεδόν ακοινώνητη μερικές φορές, κάτι που δεν τη μειώνει στο ελάχιστο».

Ποια είναι η άποψή σας για τον ρόλο της τέχνης και της λογοτεχνίας στην κοινωνία σήμερα, ειδικά σε περιόδους κρίσης και αλλαγών;

«Η λογοτεχνία, η τέχνη γενικότερα, είναι μια κρίση, είναι η κρίση, μια γλώσσα σε κρίση, ένα αλλόγλωσσο συμβάν, ένα παράσιτο που έρχεται απ’ τον ουρανό, όπως λέει ο Μπάροουζ, και διαταράσσει το καθημερινό νόημα. Δεν είναι διακόσμηση, κάτι για να περνάμε ευχάριστα την ώρα μας, είναι μια ανησυχαστική συνθήκη που μας διαυγάζει τη ζωή, διαστρέφοντάς τη».

Αν μπορούσατε να δώσετε μία συμβουλή σε έναν νέο καλλιτέχνη ή συγγραφέα που ξεκινάει τώρα την πορεία του, ποια θα ήταν αυτή;

«Θα του έδινα τη συμβουλή που έδινε κι ο Μπλανσό, να αφήνει συχνά το μολύβι του κάτω και να σκέφτεται κάθε τόσο γιατί γράφει, για ποιον λόγο το κάνει αυτό».