Η αναμενόμενη επίσκεψη του Ερντογάν στην Αθήνα δεν κρύβει ίσως υψηλές προσδοκίες. Ούτε επιτρέπει όμως και πολλές αυταπάτες.

Ο τούρκος πρόεδρος είναι το είδος του επισκέπτη που δεν ενθουσιάζει τον οικοδεσπότη αλλά ενός γείτονα αναπόφευκτου.

Υστερα από τρία χρόνια αντιπαράθεσης (από τον Μάρτιο 2020 με τον Εβρο έως τον Φεβρουάριο 2023 με τους σεισμούς στην Τουρκία) οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πήραν έναν δρόμο κατευνασμού.

Κυρίως επειδή ο ίδιος ο Ερντογάν επέλεξε άλλο ρεπερτόριο μετά την επανεκλογή του.

Φυσικά η αλλαγή είναι κυρίως ρητορική. Και ασταθής. Η καταφανής απομάκρυνση από τον δυτικό κόσμο στο όνομα μιας περιφερειακής μεγαλομανίας δημιουργούσε ένα προφανές πρόβλημα, κυρίως οικονομικό.

Αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε σε πρώτη ευκαιρία να ξαναφορέσει το κοστούμι ενός κήρυκα του ισλαμισμού και προστάτη της τρομοκρατικής Χαμάς.

Ή να παραδώσει μαθήματα καφενειακής διεθνολογίας στη Δύση από το Βερολίνο και μάλιστα ενώπιον της γερμανικής ηγεσίας που είχε την έμπνευση να τον προσκαλέσει.

Μόλις την περασμένη Τρίτη η Κομισιόν δημοσιοποίησε μια έκθεση ιδιαίτερα αυστηρή για τη γειτονική χώρα. Η οποία, να θυμίσω, δεν έχει ακόμη κυρώσει την είσοδο της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ όπως έχει δεσμευτεί.

Τίποτα δεν είναι σύμπτωση. Ο «εξευρωπαϊσμός της Τουρκίας» αποτελεί επιδίωξη της ευρωπαϊκής πολιτικής από τον 18ο αιώνα. Μια επιδίωξη ακατάπαυστα αισιόδοξη και μονίμως αποτυχημένη.

Αυτό φυσικά δεν καθιστά την Τουρκία λιγότερο γείτονα. Η γεωγραφία μερίμνησε.

Μπορεί να μην είμαστε φίλοι και ενδεχομένως να μη γίνουμε ποτέ, αλλά χρειάζεται να βρούμε τρόπους συνύπαρξης. Η μοίρα μας δεν είναι να κυνηγιόμαστε με πλοία κι αεροπλάνα στο Αιγαίο.

Στο μέτρο προφανώς του εθνικά εφικτού. Καλώς ή κακώς, οι μείζονες απαιτήσεις της Τουρκίας δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από καμία ελληνική κυβέρνηση. Θα περιοριστούμε λοιπόν στις ελάσσονες, στην αποκατάσταση ενός κλίματος ηρεμίας και βλέπουμε.

Αυτή είναι η ουσία της επίσκεψης του Ερντογάν στην Αθήνα. Ενας διάλογος στα πλαίσια του εφικτού.

Ούτως ή άλλως, καλύτερα να συζητάς παρά να πλακώνεσαι. Ετοιμος όμως να αποκρούσεις κάθε ξέσπασμα ενός απρόβλεπτου αλλά αναπόφευκτου επισκέπτη.

Από αυτή την άποψη λοιπόν η λεγόμενη «πατριωτική Δεξιά» και η υποτιθέμενη «πατριωτική Αριστερά» που θορυβούν μπορούν να αφήσουν την πατρίδα ήσυχη και να γυρίσουν πλευρά.

Ούτως ή άλλως, η δημοκρατία μεριμνά αυτοβούλως και από πατριωτικό καθήκον. Χωρίς αυταπάτες.