Η επίθεση της Ρωσίας στην Πολωνία δεν είναι απλό, ούτε συνηθισμένο επεισόδιο. Συνιστά στρατιωτική επίθεση τρίτης χώρας στο ευρωπαϊκό έδαφος νατοϊκού κράτους.
Η πρώτη από το 1949, όταν υπεγράφη το Βορειοατλαντικό Σύμφωνο. Μια τέτοια επίθεση δεν έχει προηγούμενο ούτε στις δυσκολότερες στιγμές του Ψυχρού Πολέμου.
Ακόμη και τότε, πάντα υπήρξε μια εκατέρωθεν αυτοσυγκράτηση για να αποφευχθεί μια κλιμάκωση που θα μπορούσε να οδηγήσει στα χειρότερα.
Τώρα όμως αυτού του τύπου οι ενέργειες αποτελούν κάτι που σε απλά ελληνικά λέγεται «παιχνίδι με τη φωτιά».
Τι θα γίνει αν οι αμυνόμενοι απαντήσουν; Πού θα οδηγηθεί μια στρατιωτική σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και ΝΑΤΟ; Ποιος θα την ελέγξει αν καταστεί ανεξέλεγκτη;
Αυτά είναι επικίνδυνα και κυρίως αχαρτογράφητα πράγματα.
Η παρακινδυνευμένη ρωσική ενέργεια φαίνεται να ενθαρρύνεται από δύο παράγοντες.
Πρώτον, από την εκτίμηση ότι οι ΗΠΑ δεν θα ανακατευτούν ιδιαίτερα επειδή στην πραγματικότητα θέλουν να απεμπλακούν από την Ευρώπη.
Δεύτερον, από τον επαναπροσδιορισμό των στρατηγικών δεδομένων αφού η Ευρώπη πλέον και όχι οι ΗΠΑ αποτελεί τον βασικό αντίπαλο της Ρωσίας.
Οι Ρώσοι εκτιμούν ότι η Ευρώπη είναι ασθενέστερη, αμυντικά ευάλωτη και δεν θα έχει τη διάθεση να αντισταθεί σθεναρά στη ρωσική πίεση.
Θεωρούν επίσης πως αν η Ευρώπη καμφθεί, θα πέσει στην αγκαλιά της Ρωσίας όχι μόνο η Ουκρανία αλλά και όλες οι ανατολικές ευρωπαϊκές χώρες που πριν το 1990 ανήκαν στη σοβιετική σφαίρα επιρροής.
Δεν έχουν άδικο.
Η επίθεση στην Πολωνία σε αυτήν ακριβώς τη λογική εντάσσεται. Οι Ρώσοι θέλουν να δοκιμάσουν τις αντιστάσεις των απέναντι πριν κάνουν το επόμενο βήμα.
Και στη ρωσική αντίληψη η διάλυση του ανατολικού μπλοκ το 1990 εξακολουθεί να θεωρείται «ιστορικό λάθος» ή έστω «ατύχημα».
Ολα αυτά είναι ωραία και ενδιαφέροντα, θα μπορούσαν να αναλυθούν μεταξύ επιστημόνων σε κάποια ημερίδα. Οταν όμως εμπλέκονται τα drones και οι πύραυλοι, η ρωσική πολιτική παίρνει τη μορφή της ανοιχτής απειλής.
Η αντίδραση του ΝΑΤΟ στην προκειμένη περίπτωση ήταν λελογισμένη. Ενεργοποίησε το άρθρο 4 του καταστατικού και όχι το άρθρο 5 που παραπέμπει ευθέως σε στρατιωτική επίθεση.
Η συνέχεια όμως είναι άδηλη. Υπόκειται στην επιμονή της Ρωσίας, στις διαθέσεις των ΗΠΑ και στην αποφασιστικότητα της Ευρώπης.
Αλλά φυσικά εξαρτάται κυρίως από τη βεβαιότητα πως ένα παιχνίδι με τη φωτιά δεν ωφελεί κανέναν.
Ακόμη λιγότερο εκείνον που βάζει τη φωτιά και κινδυνεύει να καεί πρώτος.



